Ο Ιάσωνας επιστρέφει από την αργοναυτική εκστρατεία, έχοντας το Χρυσόμαλλο Δέρας, κι είναι έτοιμος να παντρευτεί τη Γλαύκη, κόρη του Κρέοντα. Κάνοντας όμως αυτό, εγκαταλείπει τη σύζυγό του που υποφέρει, τη Μήδεια, που είναι επίσης και η μητέρα των δύο παιδιών του. Όταν ο βασιλιάς εξορίζει τη Μήδεια, εκείνη καταστρώνει ένα δόλιο σχέδιο εκδίκησης.
Σκηνοθεσία:
Lars von Trier
Κύριοι Ρόλοι:
Kirsten Olesen … Μήδεια
Udo Kier … Ιάσωνας
Henning Jensen … Κρέοντας
Solbjorg Hojfeldt … μαμή
Preben Lerdorff Rye … παιδαγωγός
Baard Owe … Αιγέας
Ludmilla Glinska … Γλαύκη
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Carl Theodor Dreyer, Lars von Trier, Preben Thomsen
Παραγωγή: Bo Leck Fischer
Μουσική: Joachim Holbek
Φωτογραφία: Sejr Brockmann
Μοντάζ: Finnur Sveinsson
Σκηνικά: Ves Harper
Κοστούμια: Annelise Bailey
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Medea
- Ελληνικός Τίτλος: Μήδεια
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Μήδεια (1969)
- Μήδεια (2022)
Σεναριακή Πηγή
- Τραγωδία: Μήδεια του Ευριπίδη.
Παραλειπόμενα
- Ο Lars von Trier σκηνοθετεί μια εκδοχή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας Μήδεια του Ευριπίδη για τη δανική τηλεόραση, γυρίζοντας την εξολοκλήρου με αναλογική κάμερα. Το σενάριο βασίζεται σε μια διασκευή που έκανε ο μεγάλος δανός σκηνοθέτης Carl Theodor Dreyer το 1960, αλλά η ταινία δεν γυρίστηκε ποτέ όσο ζούσε. Ο Dreyer είχε γράψει το σενάριο μαζί με τον Preben Thomsen στα μέσα της δεκαετίας των 1960. Φαίνεται πως σκόπευε να το κινηματογραφήσει στην Ελλάδα και είχε πάει στο Παρίσι να συναντήσει τη Μαρία Κάλλας, για να της προσφέρει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, τον ίδιο που η τραγουδίστρια της όπερας θα ερμήνευε το 1969 στην ομώνυμη ταινία του Pier Paolo Pasolini, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του δανού δημιουργού.
- Το αθάνατο κείμενο του Ευριπίδη έχει μεταφερθεί δύο φορές στον κινηματογράφο και δέκα φορές στη μικρή οθόνη (ακολούθησε η πρώτη ελληνόφωνη εκδοχή το 2022). Υπάρχει όμως και η σύγχρονη αναφορά στον μύθο από τον Jules Dassin, το 1978, στο Κραυγή Γυναικών.
Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης
Έκδοση Κειμένου: 1/10/2008
Λίγα χρόνια πριν ο Lars von Trier κηρύξει το κινηματογραφικό του μανιφέστο, υπέγραψε μία από τις σημαντικότερες συμφωνίες με την κινηματογραφική ιστορία. Η ταινία που αποτέλεσε την άτυπη έναρξη ενός Δόγματος, το οποίο θα σημάδευε το παγκόσμιο σινεμά, ήταν γραφτό να υλοποιηθεί από τον δανό κινηματογραφιστή.
Η σκηνοθετική ιδιοφυία και η ορμή του Lars von Trier συνάντησε τη διαχρονική αξία μίας από τις σημαντικότερες τραγωδίες του Ευριπίδη, την αποθέωσε και έδωσε πνοή διαφορετική σε μία από τις βαθύτερες ψυχαναλύσεις της γυναικείας ύπαρξης. Αν ο Κακογιάννης μετέφερε στη μεγάλη οθόνη τις αρχαίες τραγωδίες με απόλυτη αρτιότητα ακολουθώντας κλασική κινηματογραφική αφήγηση, αν ο Pasolini παρασύρθηκε από το πάθος του για την Κάλλας όταν σκηνοθετούσε, ο Trier είδε την ιστορία της Μήδειας με μια περισσότερο σύγχρονη και ακραία μελαγχολική ματιά. Χρησιμοποιώντας απλοϊκά μέσα κινηματογράφησης, σκηνοθετεί με τον δικό του άναρχο τρόπο, αποτυπώνοντας απόλυτα στο πανί όσα έχει κατά νου. Η φωτογραφική απεικόνιση είναι πανταχού παρόν, η αγριότητα της φύσης αποκαλύπτεται (όπως και στα έργα του Κακογιάννη) σε όλο της το μεγαλείο για να περιγράψει τον πόνο της ανθρώπινης ψυχής, την οργή, την επιθυμία για εκδίκηση και αγάπη ταυτόχρονα που τρέφει η παιδοκτόνος για τα πρόσωπα γύρω της.
Η Medea του Trier έγινε αποκλειστικά για την τηλεόραση της Δανίας και σκηνοθετικά δεν διαφοροποιείται από το Riget, ταινία του ίδιου σκηνοθέτη. Ο ίδιος βασίστηκε στο ιστορικό κείμενο και στη διαμόρφωση που αυτό υπέστη από τον μεγάλο Carl Theodor Dreyer. Η συνεύρεση αυτή μοιάζει αριστουργηματική, και είναι εκείνη που διαφοροποιεί τελικά το πρωτογενές υλικό, το εκσυγχρονίζει, το νεωτερίζει. Ο Trier χρησιμοποιεί στοιχεία που το τοποθετούν στη σύγχρονη κοινωνία, περιορίζει τους διαλόγους, ως και τους μονολόγους, οι οποίοι γίνονται περισσότερο μεστοί και συμπυκνωμένοι, αφαιρεί την παρουσία του χορού, δίνει έμφαση και δραματοποιεί τα πρόσωπα των Ιάσονα και Γλαύκης.
Στη σκανδιναβή Μήδεια, η υπόγεια, βουβή ένταση και ο πόνος των προσώπων παίρνουν διαστάσεις τρομακτικές και τελικά η εικόνα της γυναίκας αυτής αποθεώνεται μέσα από τη λεπτομερή και μελετημένη απεικόνιση του τοπίου. Στο φιλμ, τόσο στα κοντινά όσο και στα μακρινά πλάνα, οι κινήσεις των σωμάτων και η τοποθέτηση τους στον χώρο είναι μελετημένες, δομημένες με τρόπο που να εκφράζουν την ψυχολογία των πρωταγωνιστών. Περιέργως, η συνήθης φωτογραφία του σκηνοθέτη εδώ είναι αναπόσπαστο κομμάτι του συνόλου, αναγκαίο για να αποθεωθεί το εγχείρημα του Δανού.
Η ταινία αυτή είναι σαφώς ένα σημαντικό κομμάτι της κινηματογραφικής ιστορίας. Αλλά το ενθουσιώδες είναι ότι αποτελεί ουσιαστικό και ταυτόχρονα ιδιαίτερο τμήμα και της τηλεοπτικής ιστορίας. Ανεξάρτητα από το αν τελικά μπόρεσε να αλλάξει τον ρου της παγκόσμιας τηλεοπτικής πραγματικότητας που στις μέρες μας εξαντλείται σε προϊόντα κανιβαλισμού της ανθρωπινής αξιοπρέπειας, η Μήδεια διδάσκει σκηνοθεσία, κινηματογράφο, τηλεόραση και με έναν κάπως ασυνήθιστο τρόπο και την αρχαία τραγωδία.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 11/4/2009
Πάντα πίστευα ότι αν θες να δεις καλή αρχαία ελληνική τραγωδία εκτός Ελλάδας, πρέπει να δεις ή Ουγγαρία ή Pasolini. Όμως, οι Σκανδιναβοί είναι πιο κοντά στην ψυχοσύνθεση ενός Ευριπίδη, παρά οι προαναφερθέντες. Η τραγωδία, θεματικά, προσδιορίζεται από το εσωτερικό πάθος και, οπτικά, από την ψυχρή απεικόνιση των προσώπων (βλέπε μάσκες) και την λιτότητα των ντεκόρ (βλέπε σκηνή αρχαίου θεάτρου). Οι απόγονοι του Ίψεν έχουν εντρυφήσει σε αυτά, πριν καν γεννηθούν, ακόμα και που ο von Trier, μάλλον, γεννήθηκε κάπου πιο απροσδιόριστα…
Και τώρα καλούμαστε να δούμε μια ιδεατή συνεργασία των Ευριπίδη, Dreyer και von Trier. Δεν ξέρω τι άποψη έχετε για αυτή την τριάδα, αλλά προσωπικά έχω ανατριχιάσει! Το σημαντικότερο όμως ερώτημα είναι ποιανού είναι η εν λόγω Μήδεια. Αυτή η τηλεταινία του 1988 (αυτά βλέπω και ντρέπομαι για την τηλεόραση μας) ανήκει δικαιωματικά στον von Trier, ίσως επειδή ο δανός περφεξιονιστής δεν προτίθετο να τη δωρίσει σε κανέναν, ακόμα και πού την αφιερώνει. Ο Dreyer, αντίθετα με την διακήρυξη στους τίτλους, αναπνέει μέσα στο έργο, κυρίως στα στατικά πλάνα, αλλά δεν είναι αυτός ο τρόπος που θα τη γυρνούσε. Ο Ευριπίδης, ως γνήσιος Έλλην, δεν θα το χάριζε στους σκανδιναβούς προγόνους που ο von Trier το παραπέμπει. Πράγματι, μέσω σκηνικών, κοστουμιών και προσώπων, ο Ιάσων δεν ανήκει πλέον στην αρχαία Ελλάδα, αλλά στη γη των Δανιμαρκών.
Μην αναμένετε να αντιληφτείτε την υπογραφή του von Trier, αν δεν έχετε δει το Στοιχείο του Εγκλήματος, ή, έστω, το Europa. Η Μήδεια κείτεται ανάμεσα στα δύο και δεν έχει καμία σχέση ούτε με δόγματα (μονάχα το Ηλίθιοι είναι ταινία του Δόγματος `95, παρά του τι νομίζουν πολλοί), ούτε τις άλλες εργάρες της μετά Δαμάζοντας τα Κύματα εποχής. Εδώ η εικόνα στροβιλίζει ως ανεμοστρόβιλος που θα σε πάρει και θα σε πάει στη χώρα του Οζ. Κάθε πλάνο είναι μια ανεξίτηλη κινηματογραφική έμπνευση, ένα οπτικό θαύμα ενάντια στο κατεστημένο της σύγχρονης μεγάλης οθόνης. Οι σκιάσεις που παραπέμπουν σε φαντάσματα, η φωτογραφική ψυχωτική μανία του δημιουργού, το στήσιμο και η κίνηση ηθοποιών-πιονιών σκακιού, η μεγαλειώδη έμπνευση πάνω στον θάνατο των παιδιών, η παραπομπή σε βωβό σινεμά και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε γίνεται εδώ πράξη και κάνει την αρχαία τραγωδία προσωπικό τσιφλίκι του Δανού.
Υπάρχει όμως ένα σημείο που ο von Trier χάσκει, ένα σημείο το οποίο πρόσεχε ιδιαίτερα ο Κακογιάννης. Όλος αυτός ο παροξυσμός υποβιβάζει το κείμενο σε δεύτερη μοίρα και το κάνει δύσκολα παρακολουθήσιμο. Η μυθοπλασία λειτουργεί ως δικαιολογία ποιότητας και σε σπάνιες σκηνές τολμά να συγκεραστεί με την εικόνα. Μια αρχαία τραγωδία έχει συγκεκριμένους κανόνες που ο von Trier καταργεί, για καλό σκοπό μεν, βλάσφημο δε. Μια δημιουργία ρυθμικά κατανυκτική κι ατόφια σκανδιναβική, από την ψυχή έως το μεδούλι του κόκαλου της. Αλλά και πάλι, ο Δανός δεν είναι ο αγαπημένος μας, και πιο βαθιά πιστός, βλάσφημος;
Βαθμολογία: