Μέχρι τώρα, ο Σεμπάστιαν έκανε δουλειές του ποδαριού, αλλά παράλληλα σπούδασε ιστορία τέχνης. Επιτέλους, ήρθε η μεγάλη του στιγμή, αφού καλείται να γράψει τη βιογραφία του τυφλού ζωγράφου Μανουέλ Καμίνσκι, που γνώρισε στιγμές δόξας στο πλάι του Πικάσο και του Ματίς. Πλέον, ο γηραιός καλλιτέχνης ζει απομονωμένος στις Άλπεις και το όνομα του έχει ξεχαστεί. Ο Καμίνσκι θα βάλει τον νεαρό να τον οδηγήσει με το αμάξι του ώστε να συναντήσει την παλιά του αγαπημένη. Όμως, ο Σεμπάστιαν αγνοεί ότι ο κατεργάρης γέρος έχει κρυφούς σκοπούς.
Σκηνοθεσία:
Wolfgang Becker
Κύριοι Ρόλοι:
Daniel Bruhl … Sebastian Zollner
Jesper Christensen … Manuel Kaminski
Amira Casar … Miriam Kaminski
Geraldine Chaplin … Therese
Denis Lavant … Karl-Ludwig
Jordis Triebel … Elke
Jan Decleir … Holm
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Thomas Wendrich, Wolfgang Becker
Παραγωγή: Stefan Arndt, Barbara Buhl, Uwe Schott, Frank Tonsmann
Μουσική: Lorenz Dangel
Φωτογραφία: Jurgen Jurges
Μοντάζ: Peter R. Adam, Christoph Strothjohann
Σκηνικά: Christian M. Goldbeck
Κοστούμια: Nicole Fischnaller
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ich und Kaminski
- Ελληνικός Τίτλος: Εγώ και ο Καμίνσκι
- Διεθνής Τίτλος: Me and Kaminski
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Ich und Kaminski του Daniel Kehlmann.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για μοντάζ, φωτογραφία, μουσική, σκηνικά και μακιγιάζ στα εθνικά βραβεία της Γερμανίας.
Παραλειπόμενα
- Έμελλε να γίνει η έσχατη ταινία για τον Wolfgang Becker, που το 2024 θα φύγει από τη ζωή σε ηλικία 70 ετών.
- Το μυθιστόρημα του Daniel Kehlmann του 2003 είχε πρώτα διασκευαστεί ως θεατρικό το 2008 από την Anna Maria Krassnigg.
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 14/9/2016
Μετά από μακρά απουσία από το κινηματογραφικό προσκήνιο, ο σκηνοθέτης του «Good bye Lenin!» ξανασμίγει με τον πρωταγωνιστή Daniel Bruhl για μια φιλμική επιστροφή παρόμοιου ύφους. Και παρόμοιας συναισθηματικής δύναμης, θα ήλπιζε, αλλά ο Wolfgang Becker έχει γεράσει πάνω από μια δεκαετία από τότε και το ίδιο μοιάζει να έχει γίνει με την κινηματογραφική του έμπνευση. Στο σενάριο, ο ίδιος από κοινού με τον Thomas Wendrich διασκευάζουν το μυθιστόρημα του Daniel Kehlmann με γνώριμη ελαφρότητα, προσβλέποντας σε μια feelgood διάθεση που η σκηνοθεσία προσπαθεί μανιασμένα να υποστηρίξει. «Animated» πίνακες ζωγραφικής, ένας πρόλογος με παιχνιδιάρικο μοντάζ, διαχωρισμός του στόρι σε κεφάλαια, απόπειρες επίτευξης μιας αφηγηματικής ζωηρότητας με τη δοκιμασμένη σπιρτάδα περασμένων μεγαλείων.
Το «Εγώ και ο Καμίνσκι» βρίσκεται στη σκιά αυτών των μεγαλείων. Το ύφος που θα ήθελε να έχει είναι το ύφος άλλων ταινιών και η τεχνική του η τεχνική άλλων σκηνοθετών -ή μιας παλιότερης ενθύμησης του ίδιου. Ο Becker προσπαθεί τόσο έντονα, που ξεχνάει να αναζητήσει τον δικό του χαρακτήρα μέσα σε ένα κολλάζ συστατικών από τυποποιημένες συνταγές. Το αποτέλεσμα είναι αμείωτα μηχανικό, διαρκώς μουδιασμένο και καθολικά απλοϊκό. Το σενάριο βάζει τους χαρακτήρες να μιλάνε συνέχεια, να εξωτερικεύουν αδικαιολόγητα τα πάντα. ακόμα κι όταν είναι μόνοι τους μιλάνε δυνατά, ακόμα κι όταν σκέφτονται ακούμε τις σκέψεις τους! Η σκηνοθεσία στηρίζεται στη χρήση ευχάριστης μουσικής υπόκρουσης και λησμονά τη σημασία μιας ευρηματικής πλανοθεσίας στην υπηρεσία του επιθυμητού ύφους. Οι χαρακτήρες γίνονται καρικατούρες του εαυτού τους, γεγονός που βλάπτει ιδίως τον εσκεμμένα αντιπαθή Daniel Bruhl (πειστικός σε αυτό, ευτυχώς ή δυστυχώς;), που σχεδόν ως τέλους παραμένει είτε απωθητικός είτε αξιολύπητος. Μέχρι τα ψήγματα ευαισθησίας και υπαινικτικότητας του φινάλε, το φιλμ μάς έχει χάσει προ πολλού. Αν δεν υπήρχε η επιτυχημένη προηγούμενη δουλειά του Wolfgang Becker, από εδώ θα τον νομίζαμε για ερασιτέχνη που κάνει τα πρώτα του αμήχανα βήματα στο χώρο του σινεμά.
Βαθμολογία: