Η Δική μας Νύχτα
- Mauvais Sang
- Bad Blood
- 1986
- Γαλλία
- Γαλλικά
- Αισθηματική, Αστυνομική, Επιστημονικής Φαντασίας, Σινεφίλ
- 19 Ιουνίου 2014
Παρίσι, στο κοντινό μέλλον. Οι γηραιοί κλέφτες Μαρκ και Χανς χρωστάν χρήματα σε μια σκληρή Αμερικάνα που τους δίνει δύο βδομάδες διορία. Αυτοί σκοπεύουν να κλέψουν και να πουλήσουν έναν νέο ορό που σκοτώνει εραστές, αλλά χρειάζονται κάποιον με γρήγορα και σταθερά χέρια. Έτσι βρίσκουν τον Άλεξ, έναν νεαρό που έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στην αγάπη, καθώς χώρισε με τη 16χονη φίλη του, Λιζ. Λίγες ημέρες πριν τη ληστεία, ο Άλεξ ξεκινάει σχέση με την Άννα, τη νεαρή ερωμένη του Μαρκ. Την ημέρα δε της ληστείας, η Λιζ καταφτάνει στο Παρίσι για μια τελευταία προσπάθεια.
Σκηνοθεσία:
Leos Carax
Κύριοι Ρόλοι:
Denis Lavant … Alex
Michel Piccoli … Marc
Hans Meyer … Hans
Juliette Binoche … Anna
Julie Delpy … Lise
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Leos Carax
Παραγωγή: Alain Dahan
Φωτογραφία: Jean-Yves Escoffier
Μοντάζ: Nelly Quettier
Σκηνικά: Jacques Dubus, Thomas Peckre, Michel Vandestien
Κοστούμια: Dominique Gregogna, Martine Metert, Robert Nardone
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Mauvais Sang
- Ελληνικός Τίτλος: Η Δική μας Νύχτα
- Διεθνής Τίτλος: Bad Blood
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: The Night Is Young [Μεγ. Βρετανία]
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Αμαρτωλά Νιάτα (1945)
Σεναριακή Πηγή
- Στόρι (άμεση επιρροή): Αμαρτωλά Νιάτα του Milton Holmes.
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου. Βραβείο Alfred Bauer.
- Υποψήφιο για πρώτο γυναικείο ρόλο (Juliette Binoche), υποσχόμενη ηθοποιό (Julie Delpy) και φωτογραφία στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Ο τίτλος παραπέμπει σε ένα ποίημα του Arthur Rimbaud από το 1873.
- Επηρεασμένο άμεσα στην πλοκή του από το αμερικανικό Αμαρτωλά Νιάτα του 1945.
- Σημαντική ταινία για ένα κινηματογραφικό ρεύμα της δεκαετίας του 1980 και του 1990 στη Γαλλία, το Cinema du look, που ανήκαν και οι Luc Besson, Jean-Jacques Beineix.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 9/6/2014
Στο κοντινό μέλλον, ένας θανατηφόρος ιός μεταδίδεται με σεξουαλική επαφή, προσβάλλοντας μόνο όσους κάνουν σεξ χωρίς συναίσθημα και πάθος. Δυο γέροι απατεώνες χρωστούν σε μια μυστηριώδη Αμερικανίδα και για να την ξεπληρώσουν στρατολογούν τον νεαρό μικροαπατεώνα Άλεξ, γιο ενός φίλου τους, για να κλέψει κάτι πολύτιμο. Πρόκειται για ένα εμβόλιο κατά του ιού, που ετοιμάζει μια μεγάλη εταιρία. Ο Άλεξ, εγκαταλείποντας την αγαπημένη του και τώρα ερωτευμένος με τη νεαρή ερωμένη του ενός γέρου, παλινδρομεί μέσα στις ερωτικές-υπαρξιακές του φαντασιώσεις.
Ο Λεός Καράξ είναι ίσως ένας τόσο πολύ γάλλος δημιουργός και μόνο γάλλος (πιο πολύ κι απ’ τον Φρανσουά Οζόν), που θα ήταν δύσκολο να τον φανταστείς να αναλαμβάνει δουλειά σε ξένο τερέν -ακόμη κι η συμμετοχή του στο «Tokyo!» είναι απόρροια του γαλλικού οριενταλισμού. Στο σινεμά του συμπυκνώνεται το εσάνς της γαλλικής κουλτούρας. Η υπαρξιστική επαναστατικότητα του Ρεμπό και του Μποντλέρ, τα πειράματα γραφής της Nouvelle Vague και το ερωτικό πάθος ως πυρήνας μιας ολόκληρης κοσμοθεώρησης. Ξεκίνησε με έναν ασπρόμαυρο φόρο τιμής στους Γκοντάρ-Τριφό («Boy Meets Girl»), έφτασε το 2012 με το Holy Motors σε μια πολυεπίπεδη σύνθεση πάνω στη σημειολογία του σινεμά και της ολικής φαντασιακής θέσμισης στην κοινωνία (άλλοι του έβγαλαν το καπέλο, άλλοι απλά του αναγνώρισαν, βαριεστημένα, τη μαεστρία) και ενδιαμέσως έδωσε πάντα ποιητικές εκρήξεις-ύμνους στον έρωτα, όπως στο πιο γνωστό του έργο «Οι Εραστές της Γέφυρας». Το παρόν φιλμ, πάντα με τους αγαπημένους του ηθοποιούς Ντενίς Λαβάν και Ζιλιέτ Μπινός, δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι ένα όργιο εικόνων όπου εφαρμόζει αισθητικές του Νέου Κύματος και των κόμικς, οδηγώντας πλάνα και μοντάζ σε έναν ακραίο, ρευστό, πολύχρωμο εξπρεσιονισμό.
Παρά το στόρι, δεν είναι ένα θρίλερ, αλλά ένα αλά Ρεμπό εσωτερικό οδοιπορικό του μικρού ήρωα-ποιητή στην ανάγκη του να νοιώσει τον κόσμο μέσα από τον έρωτα και το ήθος (όχι ηθική) που αυτό παράγει. Ο σινεφίλ ή το έχει δει ή οφείλει να το δει. Ο μέσος θεατής μπορεί να το απολαύσει και να θέλει μετά να ανακαλύψει όλο το «σινεμά τέχνης». Αλλά μπορεί κάποιος, είτε σινεφίλ είτε όχι, να το θεωρήσει ως ένα παρωχημένο πυροτέχνημα. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν γίνεται να περάσει ως «ένα ακόμη φιλμ».
Βαθμολογία: