Master and Commander: Στα Πέρατα του Κόσμου
- Master and Commander: The Far Side of the World
- 2003
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Γαλλικά, Πορτογαλικά
- Δραματική, Δράσης, Έπος, Εποχής, Περιπέτεια, Πολεμική
- 28 Νοεμβρίου 2003
Κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, ο καπετάνιος Τζακ Όμπρεϊ, φημισμένος πολεμιστής στο βρετανικό ναυτικό, και ο Δρ. Στίβεν Μάτερι, ο γιατρός του πλοίου, μοιράζονται μια στενή φιλία. Όταν το πλοίο τους ξαφνικά γίνεται στόχος επίθεσης από έναν απειλητικό εχθρό ανοιχτά του Ατλαντικού Ωκεανού, ο Όμπρεϊ παίρνει στα χέρια του μια δύσκολη αποστολή που μπορεί να ανυψώσει τη φήμη του, ή να καταστρέψει τελείως τον ίδιον και το πλήρωμά του.
Σκηνοθεσία:
Peter Weir
Κύριοι Ρόλοι:
Russell Crowe … καπετάνιος Jack Aubrey
Paul Bettany … Δρ Stephen Maturin
James D’Arcy … πλωτάρχης Tom Pullings
Edward Woodall … υποπλοίαρχος William Mowett
Chris Larkin … λοχαγός Howard
Lee Ingleby … δόκιμος Hollom
Robert Pugh … αρχικελευστής John Allen
Richard McCabe … Κος Higgins
Billy Boyd … πηδαλιούχος Barrett Bonden
Ian Mercer … Κος Hollar
Bryan Dick … Joseph Nagle
George Innes … Joe Plaice
Patrick Gallagher … Awkward Davies
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Peter Weir, John Collee
Παραγωγή: Samuel Goldwyn Jr., Duncan Henderson, Peter Weir
Μουσική: Iva Davies, Christopher Gordon, Richard Tognetti
Φωτογραφία: Russell Boyd
Μοντάζ: Lee Smith
Σκηνικά: William Sandell
Κοστούμια: Wendy Stites
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Master and Commander: The Far Side of the World
- Ελληνικός Τίτλος: Master and Commander: Στα Πέρατα του Κόσμου
Σεναριακή Πηγή
- Σειρά μυθιστορημάτων: Aubrey-Maturin του Patrick O’Brian.
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ φωτογραφίας και ηχητικών εφέ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, μοντάζ, σκηνικά, κοστούμια, ήχο, ειδικά εφέ και μακιγιάζ.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας και πρώτου αντρικού ρόλου (Russell Crowe) σε δράμα.
- Βραβείο Bafta σκηνοθεσίας, σκηνικών, κοστουμιών και ήχου. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Paul Bettany), φωτογραφία και ειδικά εφέ.
Παραλειπόμενα
- Η πλοκή και οι χαρακτήρες είναι δάνεια από τη σειρά βιβλίων Aubrey-Maturin του Patrick O’Brian, που αποτελείται συνολικά από 20 μυθιστορήματα. Η ταινία επικεντρώθηκε στα: Master and Commander, HMS Surprise, The Letter of Marque, The Fortune of War, και ειδικά στο The Far Side of the World. Ο συγγραφέας λέει ότι επηρεάστηκε από τους Ναπολεόντειους Πολέμους, και πολλοί ήταν που αναζήτησαν τους αληθινούς χαρακτήρες πίσω από αυτών των έργων του. Κανείς όμως αληθινά δεν βρέθηκε να ταιριάζει απόλυτα με την ταυτότητα του Όμπρεϊ, με τους πλοίαρχους Thomas Cochrane και William Woolsey να είναι ό,τι πιο κοντινό από την πραγματικότητα σε αυτόν.
- Το σενάριο προτίμησε να αναφέρεται στο 1805, και όχι στην καυτή περίοδο του 1812 (που προτιμούν τα βιβλία), μια και τότε στον πόλεμο μπήκαν ως αντίπαλες οι ΗΠΑ, και δεν ήθελαν να αισθανθεί προσβεβλημένο το αμερικανικό κοινό.
- Μόνο δέκα ημέρες γυρισμάτων πραγματοποιήθηκαν σε αληθινή θάλασσα.
- Ο Crowe έμαθε βιολί από τον συνθέτη Richard Tognetti, ενώ το όργανο αγοράστηκε από τον ηθοποιό, μια και το μπάτζετ δεν επέτρεπε τέτοιο έξοδο. Κι αυτό επειδή ήταν ένα βιολί του 1890, κατασκευασμένο από το εξπέρ Leandro Bisiach.
- Ο Heath Ledger βρίσκονταν σε συνομιλίες για να μπει στο καστ, αλλά δεν έγινε ποτέ γνωστό το για ποιον ρόλο.
- Ο Ralph Fiennes ήταν υποψήφιος να ερμηνεύσει τον γιατρό.
- Παρότι η ταινία δεν είχε υπέρογκα κέρδη (ήταν πολύ ακριβή -150 εκατομμύρια δολάρια μπάτζετ- για να χαρεί τα κέρδη των 211,6), πολλοί ανάμεναν να εκκινήσει franchise. Και παρότι ο σκηνοθέτης δήλωσε το 2005 πως αυτό δεν θα υπάρξει, συνεχίζουν οι εικασίες περί του σχεδιασμού του.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 20/12/2020
Να μια ταινία που ο Peter Weir απέβαλλε από μέσα του το Χόλιγουντ. Όχι ότι έκανε κακές δουλειές, αλίμονο κιόλας με τέτοια φιλμογραφία, αλλά θυμάται ξανά το πώς πρέπει να αναβιώνει μια ρεαλιστική κατάσταση, κάτι που στην αυστραλιανή του περίοδο το είχε ψωμοτύρι. Αλλά η διαφορά είναι ότι τότε δεν είχε μπάτζετ, άρα ήταν φυσιολογικό να επιλέγει τον ρεαλισμό ως φτηνό, αντί για κάτι πιο σύνθετο όπως εδώ που θα απαιτούσε τα λεφτά του.
Πρόκειται για ένα φιλμ κυριολεκτικά θαλασσοδαρμένο. Ο θεατής έχει εγκλωβιστεί στο κατάστρωμα και τα αμπάρια του Σαρπράιζ, βιώνοντας νοητά τη ζωή ενός ναυτικού, μια εποχή που αυτό ήθελε περισσότερες αρετές από απλά κότσια. Μιλάμε και για μια κινηματογραφική περίοδο που ακόμα ο ρεαλισμός σε τέτοιου είδους ταινίες βρίσκονταν σε δοκιμαστική φάση. Ο αυστραλός όμως δημιουργός δεν φοβάται να υποβαθμίσει τομείς όπως η αγωνία και η δράση, ακριβώς για να πετύχει το ιδανικό θαλασσινό δράμα.
Έλα όμως που το φιλμ δεν αποποιείται ποτέ τον χαρακτηρισμό της περιπέτειας, υπονοώντας ανοιχτά και πως ήθελε να είναι ένα θρίλερ με επιρροές από τον Μόμπι Ντικ και το κλασικό σινεμά. Σε αυτό το πεδίο, ο Weir φαντάζει ως ένας γέρος καπετάνιος που δεν έχει την ευλυγισία ενός νεότερου. Το Αχέρον θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο τρομακτικό από όσο εντέλει δείχνει, με το έξυπνο τρικ της υπαινικτικής του εμφάνισης (μια και δεν βλέπουμε το πλήρωμα του) να μην αρκεί. Η ένταση που υπάρχει ανά πάσα στιγμή στο κατάστρωμα του Σαρπτάιζ χρησιμοποιείται για να τονωθεί το δράμα και όχι ο φόβος προς το άγνωστο. Εδώ θα χρειάζονταν συμβουλές από έναν Carpenter, που δεν θα έχανε από το πεδίο τον αντίπαλο, αλλά θα τον είχε πανταχού παρών πίσω από την «ομίχλη».
Το καστ, από την άλλη, ζει για την ταινία. Ένας άρτιος, όπως συνήθως άλλωστε, Russell Crowe ηγείται ενός παθιασμένου για τον ρόλο επιτελείου ηθοποιών, όπου και ο πολύ μικρός ρόλος βρίσκει τη θέση του και την ουσία του επί των πεπραγμένων. Μάλιστα, δεν τραβιούνται από τα μαλλιά οι καταστάσεις ώστε να τονωθούν και οι ερμηνείες, με τα μικρά και μεγαλύτερα γεγονότα να φτάνουν σε όρια λογικά και να κρατούν τους χαρακτήρες σε μια φυσιολογική εγρήγορση. Έτσι, δεν λείπει ακόμα και το χιούμορ από τα λεγόμενα τους, πλάι στην έντονη μυρωδιά του θανάτου.
Με το παράπονο που δεν βρήκε τη χρυσή τομή ανάμεσα στο ναυτικό δράμα και το θρίλερ ο Peter Weir, αναγνωρίζουμε εδώ μία από τις καλύτερες ναυτικές περιπέτειες του σινεμά. Όχι αυτή που θα αφήσει στίγμα με την πλοκή της, παρότι θα μπορούσε, αλλά ως μία που λέει τα πράγματα όπως πρέπει, και με το ύφος που θα έπρεπε να λέγονταν πάντα.
Βαθμολογία: