
Μάρτιν Ίντεν
- Martin Eden
- 2019
- Ιταλία
- Ιταλικά, Ναπολιτανικά, Γαλλικά
- Αισθηματική, Δραματική, Εποχής, Πολιτική
- 27 Μαΐου 2021
Σε μια αδιευκρίνιστη περίοδο της πρόσφατης ιταλικής ιστορίας, ένας πάμφτωχος ναύτης επανεφευρίσκει τον εαυτό του ως πολιτικοποιημένο συγγραφέα, αποκτά φήμη και εισχωρεί παντρεμένος στα σαλόνια της αριστοκρατίας, για να βρεθεί σύντομα σε ιδεολογική σύγκρουση με έναν κόσμο στον οποίο δεν ανήκει.
Σκηνοθεσία:
Pietro Marcello
Κύριοι Ρόλοι:
Luca Marinelli … Martin Eden
Carlo Cecchi … Russ Brissenden
Jessica Cressy … Elena Orsini
Vincenzo Nemolato … Nino
Marco Leonardi … Bernardo Fiore
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Maurizio Braucci, Pietro Marcello
Παραγωγή: Beppe Caschetto, Viola Fugen, Pietro Marcello, Thomas Ordonneau, Michael Weber
Μουσική: Marco Messina, Sacha Ricci
Φωτογραφία: Alessandro Abate, Francesco Di Giacomo
Μοντάζ: Fabrizio Federico, Aline Herve
Σκηνικά: Roberto De Angelis, Luca Servino
Κοστούμια: Andrea Cavalletto
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Martin Eden
- Ελληνικός Τίτλος: Μάρτιν Ίντεν
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Martin Eden του Jack London.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, αντρική ερμηνεία (Luca Marinelli) και σενάριο στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
- Βραβείο σεναρίου στα David di Donatello. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Luca Marinelli), παραγωγή, φωτογραφία, μοντάζ, κοστούμια, ήχο και κομμώσεις.
- Πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ της Σεβίλλης.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο αντρικής ερμηνείας (Luca Marinelli).
Παραλειπόμενα
- Πρόκειται για την πέμπτη κινηματογραφική διασκευή του έργου του Jack London (σε έκδοση του 1909). Οι τρεις πρώτες ήταν την εποχή του βωβού, ενώ η τέταρτη του 1942 δεν είχε κάποια τύχη (Οι Περιπέτειες του Μάρτιν Έντεν / The Adventures of Martin Eden με τον Glenn Ford).
- Γυρισμένο με κάμερα Super 16mm.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 29/4/2021
Ιδιαίτερα φιλόδοξο το εγχείρημα του Pietro Marcello εδώ, επιλέγοντας να διασκευάσει ένα μυθιστόρημα του Jack London που έχει ξαναμεταφερθεί στον κινηματογράφο και την τηλεόραση με ιδιόμορφο τρόπο, όχι μόνο προσαρμόζοντάς το στα ιταλικά δεδομένα αλλά και «παίζοντας» με αυτό πειραματιζόμενος κυρίως με τον χρόνο, με ένα μοντάζ που το καθιστά εξαιρετικά ασαφή και ρευστό, και τοποθετώντας ταυτόχρονα τη δράση σε ένα «τουρλού», επίπλαστο ιστορικό πλαίσιο που αναμειγνύει τεχνολογίες, ρούχα, γεγονότα, ήθη κι έθιμα, με την πρόθεση να τονιστεί η διαχρονικότητα των συμπερασμάτων που εξάγονται. Εν ολίγοις, με έξυπνες δημιουργικές επιλογές, ο Marcello δεν αφήνει να τον «καταπιεί» το εκτόπισμα του συγγραφέα που μεταφράζει κινηματογραφικά, τον σέβεται μεν νοηματικά, αλλά αυτό που παράγει έχει παράλληλα ένα πολύ έντονο προσωπικό στίγμα.
Το τελικό αποτέλεσμα ίσως να ξενίσει όσους προτιμούν τη λογοτεχνία στο σινεμά να αποδίδεται με έναν πιο συμβατικό τρόπο, σίγουρα όμως εκπέμπει μια γοητεία που ανταμείβει αυτόν που μπαίνει στη λογική της, και ταυτόχρονα επιδεικνύει μια εξαιρετικά ολοκληρωμένη πολιτική σκέψη που δυστυχώς λείπει ακόμη και από την πλειοψηφία του σημερινού ευρωπαϊκού σινεμά. Ψυχολογία και ιδεολογία μπερδεύονται κι αναπτύσσονται παράλληλα, καταλήγοντας σε ένα πορτρέτο πληθωρικό, συναρπαστικό μέσα στον ηθικό εκμαυλισμό που τελικά εκπέμπει ο κεντρικός ήρωας. Ένα πορτρέτο που λειτουργεί συγχρόνως και ως κριτική απέναντι στον ιδεολογικό ατομισμό (ανεξάρτητα από το αν εκφράζεται από τα δεξιά ή τα αριστερά του πολιτικού φάσματος), ένα μονοπάτι που σύμφωνα με το φιλμ λειτουργεί ως δίκοπο μαχαίρι, καθώς από ένα όχημα αυτοβελτίωσης μπορεί να γίνει στα χέρια μερικών ένα όπλο που προκειμένου να προωθηθούν ιδιοτελή συμφέροντα, καταστρέφει οποιουσδήποτε εμποδίζουν την πραγμάτωσή τους.
Είναι ενδεικτικό του ιδιότυπου ύφους της ταινίας το ότι κάποιος που ενδέχεται να μην «πιάσει» όλες τις έμμεσες ή άμεσες τοποθετήσεις του σκηνοθέτη, συν-σεναριογράφου και συμπαραγωγού, μπορεί ακόμη και να συμπαθήσει τον πρωταγωνιστή ή να ταυτιστεί μαζί του, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεση. Σίγουρα όμως δεν πρόκειται για ένα πρόσωπο που αντιμετωπίζεται ως ένας σκοτεινός πρέσβης ενός ιδιόμορφου κοινωνικού δαρβινισμού: ο κατά Marcello “Martin Eden”, όσο κι αν απεχθώς φαντασιώνεται συνεχώς μια προσωπική ανέλιξη για να ικανοποιήσει τις ματαιόδοξες επιθυμίες του, είναι κατά βάση μια τραγική φιγούρα, που αδυνατώντας να συνειδητοποιήσει το ειδικό βάρος της κοινωνικής του θέσης (προέλευση από την εργατική τάξη), μεταλλάσσεται ηθικά και σε επίπεδο νοοτροπίας για να φτάσει σε ένα σημείο όσο το δυνατόν πιο μακριά από την ταπεινή του καταγωγή. Ίσως όμως η διαδρομή του αυτή να είναι κι αναπόφευκτη, μιας και η επιβίωση σε έναν κόσμο καπιταλιστικό, όπου το χάσμα μεταξύ εισοδημάτων επεκτείνεται εντέλει σε όλους τους τομείς της ζωής, από την εκπαίδευση μέχρι τους οικογενειακούς δεσμούς, απαιτεί σκέψη κυνική και υλιστική, που είναι και τα χαρακτηριστικά των πιστεύω που τελικά ασπάζεται, όσο κι αν ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως ιδεαλιστής, προφανώς για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Η σκληρότητα του περιβάλλοντός του φτάνει να καθρεφτίζεται αυτούσια σε αυτό στο οποίο έχει μετατραπεί προς το τέλος της διαδρομής του φιλμ, μια μεταμόρφωση που φαίνεται να αδυνατεί να σηκώσει στους ώμους του. Αν προσέξει κανείς πολύ τις επισημάνσεις του σεναρίου, θα καταλάβει και την πολιτική τοποθέτηση του ίδιου του Marcello, πολύ σωστά όμως, για χάρη της ιστορίας που επιθυμεί να αφηγηθεί, αντιστέκεται στον πειρασμό να προχωρήσει σε κήρυγμα και αφήνει τις καταστάσεις να μιλήσουν από μόνες τους ώστε ο θεατής να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με την οπτική του γωνία.
Το πρότυπο του εξ Ιταλίας ορμώμενου κινηματογραφιστή είναι σίγουρα ο Bertolucci, και ακόμη κι αν απέχει από το να φτάσει την κατασκευαστική του τελειότητα και τον ριζοσπαστισμό της φιλοσοφίας του (ενδεικτικά, δεν επιτυγχάνει να εμφυσήσει την απαιτούμενη αίσθηση του «επικού» σε ένα κείμενο που την έχει ανάγκη), σίγουρα μοιάζει να βρίσκεται σε έναν σωστό δρόμο, κι έχει αρκετές δικές του ιδέες ώστε να μην μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει ότι απλώς «σέρνεται» πίσω από επιρροές. Επιπλέον, έχει το προνόμιο να συνεργάζεται με έναν χαρισματικό πρωταγωνιστή στο πρόσωπο του Luca Marinelli, ο οποίος εδώ φαίνεται να προσεγγίζει επιτέλους ένα επίπεδο ερμηνευτικής ωριμότητας αντάξιο ενός ταλέντου που είχε υπονοηθεί από προηγούμενους ρόλους του. Η μεταστροφή του χαρακτήρα του ειδικά, από ένα άτομο αγνών αντιλήψεων και προθέσεων σε έναν οπορτουνιστή που κοιτάζει πρώτα να πληγώσει για να μην πληγωθεί, είναι εξαιρετικά πειστική χάρη στο ταλέντο του ίδιου. Πρόκειται για την καθοριστική πινελιά μιας δημιουργίας παράξενα ελκυστικής, με ατέλειες μεν, αλλά με ουκ ολίγα στοιχεία που είναι δύσκολο να μην εκτιμηθούν θετικά.
Βαθμολογία: