Αντιδιαστέλοντας το τώρα με σπάνιο αρχειακό υλικό του τότε, ο Μαρκ Κάζινς αφηγείται την ιστορία του φασισμού στην Ιταλία και την εξάπλωση του στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1930. 

Σκηνοθεσία:

Mark Cousins

Κύριοι Ρόλοι:

Alba Rohrwacher … Anna

Mark Cousins … αφηγητής (φωνή)

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Mark Cousins, Tommaso Renzoni, Tony Saccucci

Παραγωγή: Carlo Degli Esposti, Nicola Serra

Φωτογραφία: Timoty Aliprandi, Mark Cousins

Μοντάζ: Timo Langer

Κοστούμια: Alessia Condo

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Marcia su Roma
  • Ελληνικός Τίτλος: Πορεία προς τη Ρώμη
  • Διεθνής Τίτλος: The March on Rome

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για καλύτερο ντοκιμαντέρ στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 26/10/2023

Έχει περάσει κάτι παραπάνω από ένας αιώνας από το γεγονός που καταγράφηκε στην Ιστορία ως «Πορεία προς τη Ρώμη». Οι μελανοχίτωνες οπαδοί του Μουσολίνι ξεκίνησαν από τη Νάπολη για την ιταλική πρωτεύουσα, ενώ η πολιτική τρικυμία έφερε τον αρχηγό του φασιστικού κόμματος στην εξουσία, όπου έμελλε να βρεθεί για είκοσι και πλέον χρόνια. Πρόκειται για ένα από εκείνα τα γεγονότα του ταραχώδους εικοστού αιώνα που σχεδόν παγώνουν τον ιστορικό χρόνο. Οι συνέπειές του υπερέβησαν κατά πολύ τα ιταλικά σύνορα, μια και η συγκεκριμένη δράση βρήκε φασίστες και ακροδεξιούς εξτρεμιστές μιμητές σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης.

Ο Μαρκ Κάζινς αρνείται επισταμένα να εξετάσει την ιδεολογία του φασισμού, σαν να μην επιτρέπει στην αφήγησή του να της προσδώσει οποιοδήποτε ιδεολογικό κύρος. Αντ’ αυτού, ασχολείται επιμελώς με το αφήγημα που θεμελίωσε τον Ιταλό δικτάτορα και τις ευρύτερες απόρροιες της ηγεμονικής κυριαρχίας του. Η οπτική γωνία της αφήγησής του είναι πρωτότυπη και πολύτιμη και μερικές αισθητικές αστοχίες δεν αρκούν για να ματαιώσουν την οξύτητα της ματιάς του. Όπως ήταν αναμενόμενο για όποιον έχει τύχει να έρθει σε επαφή με το προηγούμενο έργο του ντοκιμαντερίστα, η τέχνη του κινηματογράφου βρίσκεται σε περίοπτη θέση.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Με τη ματιά του Κάζινς, η φασιστική πορεία υπήρξε περισσότερο μύθος παρά γεγονός. Κατασκευασμένος επιμελώς από τον κραταιό προπαγανδιστικό μηχανισμό των φασιστών, με στόχο να αναδείξει την υποτιθέμενη λεβεντιά του Μουσολίνι και της μαυροντυμένης λαοθάλασσάς του, τη σιδηρά τους πυγμή, την ακατάβλητη θέλησή τους. Στην πραγματικότητα, η πορεία δεν είχε ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά: ο Ντούτσε βρισκόταν στο Μιλάνο ώστε να περάσει τα ιταλοελβετικά σύνορα σε περίπτωση που το κίνημά του αποκρουστεί και τα πλήθη δεν συνέρευσαν ακριβώς, ούτε βάδισαν στιβαρά μέχρι τη Ρώμη κραυγάζοντας συνθήματα νίκης. Καταφθάνοντας στην πρωτεύουσα και παρελαύνοντας μέχρι το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, έπρεπε να περιμένουν την άφιξη του ηγέτη τους, οι παρασκηνιακές επαφές του οποίου είχαν ευοδωθεί.

Ο βορειοϊρλανδός δημιουργός μελετάει διεξοδικά το φασιστικό προπαγανδιστικό φιλμ A Noi του Ουμπέρτο Παραντίζι, που κάλυψε την πορεία και χρησιμοποίησε διάφορες πρώιμες τεχνικές της εικονοληψίας και του μοντάζ προκειμένου να δώσει στα πλήθη το εύρος και τη δύναμη που ήθελε το κόμμα να προβάλλει προς τα έξω. Εμμένει στις λεπτομέρειες, σχεδόν εν είδει διδάσκοντα κινηματογραφικής ιστορίας που επέλεξε ένα απροσδόκητο παράδειγμα για να εξηγήσει το ιδεολογικό και ηθικό φορτίο των δημιουργικών επιλογών. Και ενώ αποδομεί την αξία του ως έργου, το τοποθετεί εντός ενός ανοικτού διαλόγου με αντικείμενο τα απομεινάρια του σκοτεινού παρελθόντος, θέτοντας το ενώπιον του δημοκρατικού κόσμου για να το ερευνήσει και να το γελοιοποιήσει όπως του αρμόζει. Το ίδιο διερωτάται και ως προς τα κτίρια και τα σημάδια του φασισμού στις Ιταλικές πόλεις, λαμβάνοντας θέση υπέρ της ανακατάληψης των δημόσιων χώρων, της αποφόρτισης τους από το φασιστικό λεκέ. Διότι το παρελθόν δεν διαγράφεται, όσο και να θέλουμε˙ μόνο διδάσκει.

Με τα περίφημα αρχαία (και νεότερα) ρωμαϊκά τοπόσημα σαν άχρονους παρατηρητές της ανθρώπινης δράσης και την Άλμπα Ρορβάκερ ως φωνή μιας λαϊκής μάζας που στήριξε τον φασισμό και στη συνέχεια αηδίασε με τα πεπραγμένα του, ο Μαρκ Κάζινς ανατρέχει στα περασμένα με το βλέμμα στα τωρινά και τα μελλούμενα. Φωτίζει τις σκιές της μουσολινικής ανόδου, αποκαθηλώνει το αφήγημα περί γνήσιου λαϊκού κινήματος που γεννήθηκε από τα κάτω και κυριάρχησε στα πάνω και εμμένει στους κινδύνους της φασιστικής απειλής που συνεχώς ανακύπτουν, εκατό χρόνια μετά, από τη διεθνοποίηση του φασισμού. Αναδεικνύει τη συμβολή του κινηματογραφικού μέσου στην προπαγάνδα, επιχειρώντας να το αναδείξει ως ηθικά ουδέτερο μέσο που εξυπηρετεί πολύ αποτελεσματικά τον σκοπό αυτού που το ελέγχει. Η γοητευτική του αφήγηση συνθέτει ετερόκλητα στοιχεία σε έναν κοινό αντιφασιστικό άξονα με νηφαλιότητα, αλλά και επίγνωση του κινδύνου που δεν λέει να σιγήσει. Πρόκειται για ένα φιλμ διαρκώς επείγον και απαραίτητο.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *