Η Κέιτ Μπλάνσετ, όχι σε έναν αλλά σε 13 ρόλους, ερμηνεύει τα μεγάλα καλλιτεχνικά μανιφέστα: Φουτουρισμό, Ντανταϊσμό, Fluxus, Καταστασιασμό, Δόγμα 95 και άλλα αρχιτεκτονικά και καλλιτεχνικά μανιφέστα. Η βραβευμένη αυστραλή ηθοποιός ενσαρκώνει διαφορετικούς χαρακτήρες, μεταξύ των οποίων μια δασκάλα, μια παρουσιάστρια, μια εργάτρια, έναν άστεγο, μια ναρκομανή.

Σκηνοθεσία:

Julian Rosefeldt

Κύριοι Ρόλοι:

Cate Blanchett … 13 διαφορετικοί χαρακτήρες

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Julian Rosefeldt

Παραγωγή: Julian Rosefeldt

Μουσική: Ben Lukas Boysen, Nils Frahm

Φωτογραφία: Christoph Krauss

Μοντάζ: Bobby Good

Σκηνικά: Erwin Prib

Κοστούμια: Bina Daigeler

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Manifesto

Ελληνικός Τίτλος: Μανιφέστο

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο σκηνικών, κοστουμιών και μακιγιάζ στα εθνικά βραβεία της Γερμανίας. Υποψήφιο για φωτογραφία.

Παραλειπόμενα

  • Αρχικά κυκλοφόρησε ως επίδειξη video-installation με τις 13 διαφορετικές ενότητες να παίζουν ταυτόχρονα σε 13 διαφορετικές οθόνες. Αυτό έλαβε χώρα στο Αυστραλιανό Κέντρο Κινητής Εικόνας, στη Μελβούρνη, τη γενέτειρα της Cate Blanchett. Στο ίδιο κέντρο εκτίθεται και το Όσκαρ της διάσημης ηθοποιού, μετά από δωρεά της ίδιας.
  • Γυρίστηκε μέσα σε 12 ημέρες.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 28/11/2017

Πόσοι πλην ενός Godard έχουν τα κότσια σήμερα να γυρίσουν ένα φιλμικό δοκίμιο; Το πείραμα του Julian Rosefeldt δεν απευθύνεται σε όσους επιθυμούν από τον κινηματογράφο αποκλειστικά την αφήγηση μιας ιστορίας με αρχή, μέση και τέλος και η αποστολή του είναι δύσκολη: πώς να κάνει κάποιος συναρπαστική ουσιαστικά μια σειρά απαγγελιών, ακόμη και όταν πρόκειται για κείμενα μπροστά από την εποχή τους που διαμόρφωσαν καθοριστικά την αντίληψη περί τέχνης τον προηγούμενο αιώνα και όχι μόνο;

Ο σκηνοθέτης μοιράζει σε κεφάλαια ανά θεματολογίες τις παρουσιάσεις των μανιφέστων που έχει επιλέξει με καθένα από αυτά να είναι στημένα σε πρότυπα κοινωνικών καταστάσεων και ρόλων που να αποτελούν παράλληλα κι ένα έμμεσο σχόλιο επάνω στα κείμενα. Για παράδειγμα, η σκηνή στην οποία εκφωνούνται αποσπάσματα από μανιφέστα του ντανταϊσμού εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια μιας κηδείας, το οποίο κύμα είχε πράγματι ως πρόθεση να αποτελέσει μια ταφόπλακα για αυτό που το κατεστημένο της διανόησης είχε επιβάλλει ως αισθητικά όμορφο και αποδεκτό, ενώ η εξιστόρηση των γραπτών των σιτουασιονιστών, ενός κινήματος που στηρίχθηκε επάνω στις διδαχές του μαρξισμού επάνω στη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος και τις επικαιροποίησε σύμφωνα με τα δεδομένα που επικρατούσαν τη στιγμή που δημιουργήθηκε αυτό το ρεύμα, συνοδεύεται σε εικονογραφία από την περιπλάνηση ενός άστεγου σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο, ένας έξοχος συνδυασμός τόσο της κατεξοχήν περιθωριοποιημένης ομάδας της κεφαλαιοκρατίας όσο και του τέλματος στην παραγωγή και τη βιομηχανική ανάπτυξη στο οποίο έχει καταλήξει την τελευταία σχεδόν δεκαετία με την εκδήλωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Παρόλη την υψηλή αισθητική των εικόνων και την απόλαυση που προσφέρει η ακρόαση τόσο επαναστατικών ακόμη και για το σήμερα γραπτών (γεγονός που δείχνει και το πως το σύστημα στην ουσία του ελάχιστα έχει αλλάξει από τότε), το εγχείρημα αυτό δεν θα είχε την ίδια επιτυχία χωρίς την Cate Blanchett που ουσιαστικά υποδύεται σύμβολα (καρικατούρες θα ήταν σε μια ταινία με παραδοσιακή αφηγηματική δομή, όμως το ότι είναι στην ουσία περιγράμματα και όχι ολοκληρωμένοι χαρακτήρες είναι το αναγκαίο και το σωστό για αυτό που επιχειρεί να καταφέρει ο Rosefeldt) και παίρνει άριστα στην αποτύπωση δεκατριών διαφορετικών κοινωνικών ρόλων δείχνοντας ένα εύρος που δεν είναι βέβαιο ότι το έχουν άλλες συνάδελφοί της που ανήκουν στην ίδια γενιά με αυτή. Η πινελιά που κάνει όμως τη διαφορά είναι η χρήση voice over που επεκτείνει και το ερμηνευτικό εύρος της ηθοποιού βάζοντας στο προσκήνιο και τον τόνο και τη χροιά της φωνής πέραν του συνδυασμού αυτών και με μια επί της οθόνης παρουσία, εκφραστικότητα και κινησιολογία.

Όλα αυτά προσμετρώνται σε ένα θετικό αποτέλεσμα, όμως υπάρχει ένας σοβαρός λόγος πέραν κάποιων άλλων όχι τόσο σημαντικών λεπτομερειών (για παράδειγμα κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί μανιφέστο ένα άρθρο του Jim Jarmusch για τους χρυσούς κανόνες που πρέπει να ακολουθεί ένας κινηματογραφιστής όταν επιθυμεί να γυρίσει μια ταινία;) που το φιλμ, παρότι φορμαλιστικά ρηξικέλευθο κι επιμορφωτικό με έναν ουσιαστικό τρόπο, δεν απογειώνεται στη στρατόσφαιρα, κι αυτός είναι το ότι ο δημιουργός του στέκεται με υπερβολικό θαυμασμό απέναντι στα γραπτά που παραθέτει. Κι αν το γεγονός ότι κάποια από τα κείμενα έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους δε θεωρείται παράδοξο επειδή η αξία τους είναι αδιαμφισβήτητη και αλληλοσυμπληρωματική (χωρίς μια ιδέα να προϋπάρχει δε δημιουργείται ο αντίλογος αργότερα και άρα η διαλεκτική δεν υφίσταται) και κάποιος μπορεί κάλλιστα να εκτιμά δύο έργα που βρίσκονται σε αντίθετες πλευρές για την αρτιότητα των επιχειρημάτων τους και τη δύναμη του λόγου τους ανεξαρτήτως της θέσης που προβάλλουν, δεν γίνεται παρά να απογοητευθεί κάποιος από την έλλειψη κριτικής στάσης, η οποία μπορεί και να μην επιλέγεται από φόβους μήπως θεωρηθεί αλαζονική κίνηση.

Ακόμη και με αυτήν τη μεγάλη ένσταση, το “Manifesto” αναδίδει μια φρεσκάδα, είναι διασκεδαστικό με έναν εγκεφαλικό τρόπο, με μια σπουδαία πρωταγωνίστρια να αποδίδει τα μέγιστα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *