Η Κασάντρα Γουεμπ είναι μια διασώστρια με ικανότητες μέντιουμ. Όταν έρχεται αντιμέτωπη με αποκαλύψεις για το παρελθόν της, δημιουργεί μια ιδιαίτερη σχέση με τρεις νεαρές κοπέλες, που μαζί προορίζονται για ένα δυναμικό μέλλον… αν καταφέρουν να επιβιώσουν στο θανατηφόρο παρόν.

Σκηνοθεσία:

S.J. Clarkson

Κύριοι Ρόλοι:

Dakota Johnson … Cassandra ‘Cassie’ Webb/Madame Web

Sydney Sweeney … Julia Cornwall

Celeste O’Connor … Mattie Franklin

Isabela Merced … Anya Corazon/Arana

Tahar Rahim … Ezekiel Sims

Emma Roberts … Mary Parker

Adam Scott … Ben Parker

Kerry Bishe … Constance

Mike Epps … O’Neil

Zosia Mamet … Amaria

Jose Maria Yazpik … Santiago

Kris Sidberry … Ann

Josh Drennen … Κος Cornwall

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Matt Sazama, Burk Sharpless, Claire Parker, S.J. Clarkson

Στόρι: Kerem Sanga, Matt Sazama, Burk Sharpless

Παραγωγή: Lorenzo di Bonaventura

Μουσική: Johan Soderqvist

Φωτογραφία: Mauro Fiore

Μοντάζ: Leigh Folsom Boyd

Σκηνικά: Ethan Tobman

Κοστούμια: Ngila Dickson

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Madame Web
  • Ελληνικός Τίτλος: Madame Web

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Χαρακτήρας κόμικς: Madame Web των Denny O’Neil, John Romita Jr.

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο χειρότερης ταινίας στα Χρυσά Βατόμουρα.

Παραλειπόμενα

  • Η Madame Web εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο τεύχος 210 της σειράς κόμικς The Amazing Spider-Man της Marvel, τον Νοέμβριο του 1980. Ένας δευτερεύων χαρακτήρας για τον Spider-Man, συνήθως απεικονίζονταν ως μια γηραιά γυναίκα με βαριά μυασθένεια. Κινηματογραφικά εδώ κάνει την πρώτη της εμφάνιση, αλλά στο Spider-Man: Ακροβατώντας στο Αραχνο-Σύμπαν ήταν η έμπνευση για τον χαρακτήρα C. Weber (με τη φωνή της Rachel Dratch).
  • Τέταρτη ταινία του Sony’s Spider-Man Universe.
  • Από το 2001 ενεργοποιημένη στη μικρή οθόνη, η S. J. Clarkson προβαίνει εδώ στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο.
  • Η Sony Pictures είχε στην κορυφή της λίστας για τον κεντρικό ρόλο τις Charlize Theron και Amy Adams. Εντέλει επιλέχτηκε η Dakota Johnson, που δεν είχε στο παρελθόν αναλάβει ξανά ρόλο υπερήρωα.
  • Λόγω της κλασικής απεικόνισης της Madame Web ως γηραιάς φιγούρας, μέχρι σχεδόν την τελευταία στιγμή πολλοί είκαζαν ότι η Sydney Sweeney ως Julia Carpenter θα ήταν η νεανική εκδοχή του χαρακτήρα.
  • Επαναληπτικά γυρίσματα εξαφάνισαν την παρουσία του Spider-Man, που θα πατούσε πάνω στην εκδοχή του με τον Andrew Garfield και την αντικατέστησαν με αυτήν του Tom Holland, τοποθετώντας έτσι την πλοκή μια δεκαετία αργότερα. Κανένας όμως από τους δύο αυτούς δεν έχει αυτούσια παρουσία επί του φιλμ.
  • Πρώτη ταινία με το επετειακό λόγκο των 100 ετών της Columbia Pictures.
  • Την απογοήτευση των κριτικών ακολούθησε μία ακόμα μεγαλύτερη στην κίνηση των ταμείων. Το φιλμ κόστισε 100 εκατομμύρια δολάρια, και εισέπραξε 100,5.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 14/2/2024

Δεν ξέρω τι άλλο χρειάζεται να ειπωθεί για να κατανοήσουν οι κατασκευαστές υπερηρωικών ταινιών ότι ένα τηλεοπτικής λογικής μοντάζ πάνω σε ετερόκλητα στοιχεία στο όνομα μιας ολοκληρωτικά μαζικής απεύθυνσης δεν καθιστά κινηματογραφική ταινία. Το εμφανέστερο στοιχείο που κατακλύζει κάθε καρέ της “Madame Web” είναι ο νοηματικός κατακερματισμός, ένα μείγμα υλικού διαφορετικών προθέσεων, που με βάση τις τρέχουσες αντιπάθειες του μέσου θαυμαστή, μπολιάζεται με τη μεγαλύτερη κατάρα που έφερε στον εαυτό της η Marvel, το εσωτερικής κατανάλωσης χιούμορ, όχι εγγενώς δημιουργούμενο πλέον αλλά σαν ζορισμένο στοιχείο αμηχανίας.

Το ότι η Madame Web είναι ένας χαρακτήρας που στα κόμικς αποτελεί κομμάτι του κόσμου του Spider-Man, ελάχιστο ρόλο παίζει σεναριακά, αλλά η ταινία το υπενθυμίζει με έναν καταιγισμό υποβοηθούμενων αναφορών που παίζουν στον χώρο του αναμνησιακού υποσυνείδητου. Κοινώς, η ίδια η ταινία έχει προδιαγράψει ότι φτιάχτηκε για να μην αποτελεί τίποτα παραπάνω από ένα θυγατρικό merchandising. Η βασική διαφορά με το “Venom” είναι πως πλέον ακόμα και η παραμικρή πρόφαση καλλιτεχνικής αιτιολογίας έχει δώσει τη θέση της στην απροκάλυπτη αδιαφορία για το τελικό αποτέλεσμα. Το ότι οι δύο ταινίες απέχουν μεταξύ τους μόλις πέντε χρόνια -ακόμα λιγότερα αν βάλουμε και το “Morbius” στην εξίσωση- είναι άλλη μια ένδειξη για τη βιωσιμότητα του μοντέλου αυτού.

Ο οπτικός πολτός της “Madame Web” δημιουργεί συνέχεια την απορία του πώς θα έμοιαζε η ταινία αν είχε εξελιχθεί αυτόνομα. Η επιτηδευμένη ένταξή της σε ένα κωμικά επιφορτισμένο franchise που μόνο ενισχύει τη σοβαροφάνεια, έρχεται να επιβεβαιωθεί από εξόφθαλμες επιλογές όπως ο τρόπος που συναρμολογείται η οπτική και ηχητική παρουσία του κακού και οι αφηρημένα γενικότροπες ερμηνείες. Ατάκτως ερριμμένα παρατηρούνται μια σειρά από στοιχεία όπως η επαναλαμβανόμενη πληροφορία, η πλήρης έλλειψη μιας άλλης, οι τρύπες της πλοκής, η στερεοτυπική δήλωση χαρακτηρισμών που δεν επιβεβαιώνονται ποτέ πρακτικά, προβλέψιμες μεμονωμένες σκηνές με κατευθυνόμενο συναίσθημα, τεχνητοί εντυπωσιασμοί στις σκηνές δράσης, πλαστικά και βολικά τοποθετημένα ψηφιακά εφέ, μια κινούμενη κάμερα που αποπροσανατολίζει το μάτι για να καλύψει ελλείψεις, αψυχολόγητες συμπεριφορές χαρακτήρων και διάλογοι για να καθοδηγηθεί η πλοκή, και ούτω καθεξής.

Τίποτα πιο συγκεκριμένο δεν μπορώ να πω για τη “Madame Web”. Έρχεται σαν μια τελευταία προσπάθεια να απομυζήσει από τον θεατή που δεν θα μπει τυχαία στην αίθουσα την τελευταία σταγόνα καλής θέλησης ή ανοχής που του έχει απομείνει, σε μια μαρκετίστικη λογική πλιάτσικου ενός trend που πλέον συντηρείται από την αντιπάθεια.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

21 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *