
Έρωτας και Τέρατα
- Love and Monsters
- 2020
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Μαύρη Κωμωδία, Νεανική, Περιπέτεια, Τέρατα
Έχουν περάσει 7 χρόνια από την Αποκάλυψη των Τεράτων, και ο νεαρός Τζόελ Ντόουσον ζει, όπως και ολόκληρη η ανθρωπότητα που έχει επιβιώσει, σε υπόγειο, μια και τεράστια τέρατα έχουν καταλάβει τα πάντα στην επιφάνεια του πλανήτη. Αφού καταφέρνει να επικοινωνήσει με τη σχολική του φιλενάδα, την Έιμι, η οποία όμως βρίσκεται κρυμμένη 80 μίλια μακρύτερα σε αποικία, αισθάνεται ξανά ερωτευμένος μαζί της. Συνειδητοποιώντας ότι δεν αξίζει να συνεχίζει να κρύβεται, ο Τζόελ αποφασίσει πέρα από κάθε λογική να αναζητήσει την Έιμι.
Σκηνοθεσία:
Michael Matthews
Κύριοι Ρόλοι:
Dylan O’Brien … Joel Dawson
Jessica Henwick … Aimee
Michael Rooker … Clyde Dutton
Ariana Greenblatt … Minnow
Ellen Hollman … Dana
Dan Ewing … Cap
Bruce Spence … Pete
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Brian Duffield, Matthew Robinson
Στόρι: Brian Duffield
Παραγωγή: Shawn Levy, Dan Cohen
Μουσική: Marco Beltrami, Marcus Trumpp
Φωτογραφία: Lachlan Milne
Μοντάζ: Debbie Berman, Nancy Richardson
Σκηνικά: Dan Hennah
Κοστούμια: Luis Sequeira
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Love and Monsters
- Ελληνικός Τίτλος: Έρωτας και Τέρατα
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ ειδικών εφέ.
Παραλειπόμενα
- Ο σχεδιασμός του ξεκίνησε το 2012, αλλά το πρώτο ουσιαστικό βήμα έγινε μόλις τον Οκτώβριο του 2018.
- Τα γυρίσματα έγιναν όλα στην Αυστραλία.
- Αρχικά ήταν να φέρει τον τίτλο Monster Problems.
- Η Paramount Pictures σκόπευε σε μια ευρεία διανομή του φιλμ, αλλά λόγω της πανδημίας αυτό κατέληξε άμεσα σε video-on-demand και σε λίγες επιλεγμένες αίθουσες. Στη συνέχεια, το Netflix το ενσωμάτωσε στην πλατφόρμα του.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 10/4/2021
Μία από τις ηχηρές εκπλήξεις των φετινών Όσκαρ, μια και τρύπωσε από το πουθενά στην πεντάδα των ειδικών εφέ, είναι μια ταινία που με το ξεκίνημα της σε κάνει να θέλεις να την αγαπήσεις. Σε έχει αυτόματα ταξιδέψει σε καλές ψυχαγωγικές στιγμές της δεκαετίας του 1980, και υπόσχεται τον χρυσό συνδυασμό δράσης και χαβαλέ που πάντα πιάνει. Ως εδώ καλά πάμε. Το μόνο πρόβλημα είναι πως μόλις τελείωσαν οι τίτλοι…
Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω ανήκουν σε ένα περιτύλιγμα που όταν το ανοίξεις, πέφτεις στο απόλυτο κενό. Χωρίς να υπάρχει κάποιο σημείο που θα σε εκνευρίσει για την αφέλεια του ή θα σε προσβάλει ως θεατή, δεν υπάρχει πουθενά μια αληθινά έξυπνη ιδέα. Μα, ούτε καν η παραμικρή. Αν του αφαιρούσες τα ψηφιακά εφέ, λογικά θα πίστευες ότι πρόκειται για σπουδαστική ταινία, και μάλιστα δίχως την αποκάλυψη κάποιου νέου ταλέντου. Η ειρωνεία είναι και ότι δεν θα εντοπίσεις «λογοκλοπή» από άλλες παραγωγές, όπως συνηθίζεται στο είδος, απλά το πράγμα δεν περπατάει ούτε σπρωγμένο.
Ο αρχικά υποσχόμενος χαβαλές έχει δώσει γρήγορα τη θέση του σε ένα κλίμα ουδέτερο, στο οποίο κανείς δεν έχει όρεξη για πλάκα, χωρίς όμως να σοβαρεύουμε κιόλας για να απολαύσουμε κάτι τυχόν διαφορετικό. Από την άλλη, έχουμε ένα απέραντο περπάτημα σαν αργό βίντεο-γκέιμ, που απλά αναμένεις καρτερικά να πεταχτεί κάνα τέρας, πιο πολύ για να θαυμάσεις την όψη του. Ο ήρωας προτιμά να κάνει ένα ταξίδι στην αυτογνωσία, παρά να μοιραστεί μαζί μας την έξαψη που λογικά θα ένιωθε κάποιος σε μια τέτοια οδύσσεια. Υποτίθεται ότι η θανάσιμη απειλή είναι σε κάθε βήμα, κυριολεκτικά κιόλας, κι αυτός συμπεριφέρεται σαν έφηβος που το μόνο του πρόβλημα είναι να αποδείξει κάτι. Για σχολικό θέατρο, θα ήταν μια χαρά! Από την άλλη, σου βγάζει μια αθώα συμπάθεια όλο το θέμα λόγω των καλοσυνάτων χαρακτήρων (αν και υπάρχουν σημεία που νομίζεις ότι βλέπεις προτεσταντική παραγωγή), κι είναι εντέλει ο λόγος που δεν μπορείς να κρατήσεις και κακία απέναντι σε όσα βλέπεις.
Όλα αυτά βαραίνουν φυσικά τον Michael Matthews, που δεν ξέρει αν θέλει να κάνει μια νεανική ψυχαγωγική ταινία, ή προτιμά να χαζεύει κι ο ίδιος τους κομπιουτεράδες που του φτιάχνουν τα ψηφιακά εφέ. Γενικά, κάπου εδώ μέσα κρύβονταν η ευκαιρία για κάτι που θα ψυχαγωγούσε τους νέους, αλλά μαζί θα γέμιζε νοσταλγία και τους παλιούς, με αυτό το κάτι όμως να κρύβεται τόσο καλά, που απορούμε πού ανακάλυψαν τον τίτλο αυτό τα μέλη της ακαδημίας των Όσκαρ. Ο μόνος λόγος που είναι λειτουργικά τα εφέ, γιατί ξεχωριστά κατά τα άλλα δεν τα λες, είναι επειδή η δράση είναι τόσο αργή, που αφομοιώνονται μέσα της. Ούτε εγώ έπαθα καμιά πλάκα με το Wonder Woman 1984 ως ταινία, αλλά όχι και να ισοπεδώσουμε την κατηγορία…
Βαθμολογία: