Ένας άντρας γράφει, ζει και αγαπάει μέσα στο σκοτάδι. Ήταν το θύμα ενός μοιραίου αυτοκινητικού δυστυχήματος δεκατέσσερα χρόνια νωρίτερα, στο οποίο δεν έχασε απλά την όρασή του, αλλά και τη γυναίκα της ζωής του. Ένα βράδυ ξεκινάει να αφηγείται την οδυνηρή αυτή ιστορία, μια ιστορία συγκινητική και τραγική. Μια ιστορία που μπορεί να αποτυπωθεί με τη φωτογραφία δύο ερωτευμένων ανθρώπων που αγκαλιάζονται και που κάποιος έχει σκίσει σε χίλια κομμάτια.

Σκηνοθεσία:

Pedro Almodovar

Κύριοι Ρόλοι:

Penelope Cruz … Magdalena ‘Lena’ Rivas

Lluis Homar … Mateo Blanco/Harry Caine

Blanca Portillo … Judit Garcia

Jose Luis Gomez … Ernesto Martel

Ruben Ochandiano … Ray X/Ernesto Martel, Jr.

Tamar Novas … Diego

Angela Molina … Κα Rivas

Kiti Manver … Κα Mylene

Chus Lampreave … η επιστάτρια

Lola Duenas … αναγνώστρια χειλιών

Mariola Fuentes … Edurne

Carmen Machi … Chon

Rossy de Palma … Julieta

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Pedro Almodovar

Παραγωγή: Agustin Almodovar, Esther Garcia

Μουσική: Alberto Iglesias

Φωτογραφία: Rodrigo Prieto

Μοντάζ: Jose Salcedo

Σκηνικά: Antxon Gomez

Κοστούμια: Sonia Grande

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Los Abrazos Rotos
  • Ελληνικός Τίτλος: Ραγισμένες Αγκαλιές
  • Διεθνής Τίτλος: Broken Embraces

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Υποψήφιο για Bafta ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.
  • Βραβείο μουσικής στα Ευρωπαϊκά Βραβεία. Υποψήφιο για σκηνοθεσία και γυναικεία ερμηνεία (Penelope Cruz).
  • Βραβείο μουσικής στα Goya. Υποψήφιο για πρώτο γυναικείο ρόλο (Penelope Cruz), σενάριο, κοστούμια και μακιγιάζ/κομμώσεις.

Παραλειπόμενα

  • Προπομπός της ταινίας είναι το μικρού μήκους La Concejala Antropofaga (2009), στο οποίο ο Almodovar υπέγραψε ως Mateo Blanco στη σκηνοθεσία και ως Harry ‘Huracan’ Caine στο σενάριο, και που γυρίστηκε ταυτόχρονα με την ταινία. Εκεί η Penelope Cruz είναι η Πίνα, και η Carmen Machi πάλι ο Σον.
  • Το ακριβές σημείο που γίνεται ένα ατύχημα σε σκηνή της ταινίας είναι αυτό που η ντόπια καλλιτέχνιδα Cesar Manrique είχε βρει τον θάνατο και πάλι με αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Αυτή ήταν που είχε βοηθήσει τον καστιγιάνο σκηνοθέτη στην περιήγηση του στο νησί Λανζαρότ, όπου έγιναν τα γυρίσματα. Ο σκηνοθέτης δήλωσε πως ήταν γνώστης του γεγονότος, αλλά δεν διευκρίνισε αν η επιλογή του σημείου ήταν τυχαία.
  • Η ταινία δεν έκανε έναρξη σε κάποιο μεγάλο φεστιβάλ, όπως συνηθίζει ο δημιουργός της, αλλά στην πόλη της Βαρκελώνης, στις 17 Μαρτίου του 2009. Μόλις την επόμενη μέρα έγινε η διανομή και στην υπόλοιπη Ισπανία. Όμως, η ταινία επιλέχτηκε έπειτα για το διαγωνιστικό των Κανών.

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 1/10/2009

Είναι πραγματικά περίεργο το γεγονός ότι αυτός ο δημιουργός καταφέρνει ακόμα και την πιο στρειτ ιστορία, να την βυθίσει στο πέλαγος ενός ανάλαφρου μελοδράματος, στην αβάστακτη γοητεία του αθάνατου κινηματογραφικού κιτς, στην οπτική πολυχρωμία, σε ένα σινεμά που μισούμε να λατρεύουμε. Ο Pedro Almodovar αποδεικνύει και σε αυτή την περίπτωση ότι παραμένει ένας αθεράπευτος λάτρης του πρωτόγονου μελοδραματισμού, της κινηματογραφικής τέχνης και του θεάματος, που πολλές φορές ρυθμίζουν τη ζωή των άμεσα εμπλεκόμενων και γίνονται ένα με αυτή. Το θέμα της δημιουργίας των φιλμ και των σχέσεων που αναπτύσσουν οι συντελεστές μεταξύ τους, πάντα ενδιέφερε τον Almodovar, περισσότερο δε οι ομοιότητες με την ίδια τη ζωή και η αλληλεπίδραση τέχνης και ανθρώπινης ύπαρξης. Η ζωή μιμείται τις ταινίες ή οι ταινίες την ίδια τη ζωή, αναρωτιέται και πάλι ο Ισπανός σκηνοθέτης.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ευρωπαίος δημιουργός αναλώνεται στις συνήθεις αφηγηματικές κορώνες για να εντυπωσιάσει, ενώ παράλληλα βασίζεται σε πολλαπλές απομιμήσεις, σε μία μορφή που έχουμε δει κατά κόρον στο παρελθόν. Μου θύμισε τον Almodovar των αρχών του `90, με την αφελή λεκτική αφήγηση, την αθυρόστομη αισθητική, τη γλαφυρή ή γραφική αναπαράσταση και την ανεκτή σεναριακή υπερβολή. Με τις Ραγισμένες Αγκαλιές επαναλαμβάνει αποτυχημένα ένα σινεμά που έχει στοιχειώσει τις κινηματογραφικές μας νύχτες. Μοιάζει με ραγισμένη ταινία, που όταν σπάσει, τα θραύσματά της θα μοιραστούν ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των ηρώων, μα και του ίδιου του δημιουργού.

Γκροτέσκο και ρηχό, είναι ένα κολάζ εικόνων χωρίς λογική σειρά που αθροιστικά καταλήγει σε μία ολοκληρωμένη αλλά αναίσθητη ημινουάρ ιστορία. Παραπέμπει στο γνωστό κινηματογραφικό σύμπαν του Ισπανού, το οποίο μοιάζει να βασανίζεται, περισσότερο από ποτέ, από το χάσμα των κινηματογραφικών δρόμων που χάραξε ο ίδιος, να υποφέρει μπροστά στην αδυναμία επιλογής μεταξύ της σύγχρονης αισθητικής και της αξεπέραστης γοητείας του παρελθόντος, να αναλώνεται σε ένα παιχνίδι σκηνοθετικών αυτοαναφορών, συγκινησιακών εκρήξεων και να ασφυκτιά κάτω από το βάρος μιας απέριττης σοβαροφάνειας. Καταδικάζεται από την επιτακτική ανάγκη αυτοπροσδιορισμού και τελικά την παρεξηγήσιμη παιχνιδιάρικη ελευθερία με την οποία πλάσθηκε. Όπως οι ήρωες είναι κυνηγημένοι από τις αναμνήσεις τους, έτσι κι εδώ ο Almodovar σου δίνει την εντύπωση ότι είναι στοιχειωμένος από τα φαντάσματα ενός κινηματογραφικού παρελθόντος που μοιάζει πολύ ξεπερασμένο σήμερα. Να το δείτε μόνο αν είστε αθεράπευτοι φανς του σινεμά του και να περιμένετε μια σκηνοθετική ωδή στο δημιουργικό του «εγώ». Σας αρέσουν οι γλυκόξινες αλμοδοβαρικές πατάτες; Το Los Abrazos Rotos είναι μία από αυτές.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 4/10/2009

Μεγάλωσα και θέριεψα κινηματογραφικά με τον τρομερό Ισπανό, και πάντα ήμουν έτοιμος να δεχτώ με καλή διάθεση την όποια ατυχία του. Τώρα που αυτή ήρθε, με βρίσκει μουδιασμένο. Θέλοντας να ενσωματώσει στο δικό του πολύχρωμο ύφος το σκοτεινό και μελοδραματικό νουάρ και τον Alfred Hitchcock, παράγει κάτι που διασώζεται από την τεχνική του κι από το γεγονός πως μπορεί να σκηνοθετεί και με κλειστά μάτια. Το σενάριο του όχι μονάχα δεν αντλεί γοητεία από τοα φιλμ-νουάρ, αλλά αν το ξεγυμνώσεις από εικόνα, είναι αληθινά αδιάφορο. Μια ανούσια ιστορία πάθους, στην οποία δεν καίγεται ποτέ ο θεατής για τη συνέχεια, και ποτέ δεν συμμερίζεται το καρδιοχτύπι των ηρώων.

Οι ήρωες είναι καλά τοποθετημένοι στη φιλμική σκακιέρα, αλλά υπάρχει έλλειψη έμπνευσης επί της σεναριακής ροής, κι ο Almodovar κάνει τσάμπα μια μεγάλη εισαγωγή χωρίς να πετύχει να τους εμφυσήσει ψυχή ως χαρακτήρες. Κινούμενο στο πριν και στο τώρα, είναι τρομερά άνισο, όταν το τώρα δεν ενδιαφέρει κανέναν και το πριν θα μπορούσε να δομηθεί μόνο του, και με κάποιες προσθήκες να γίνει αυτόνομα μια καλή ταινία. Άτυχη και η επιλογή του Lluis Homar, που προσθέτει στο άψυχο των καταστάσεων, ενώ η Penelope Cruz δίνει ακόμα ένα ισπανόφωνο ρεσιτάλ που θα μπορούσε να την πάει ξανά στα Όσκαρ. Κι όπως έλεγε και το Μερικοί το Προτιμούν Καυτό… κανείς δεν είναι τέλειος…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

23 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *