Οι Φόνοι της Οικογένειας Μπόρντεν
- Lizzie
- 2018
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αστυνομική, Βιογραφία, Δραματικό Θρίλερ, Εποχής, Ιστορική
Η Λίζι Μπόρντεν υπήρξε το κεντρικό πρόσωπο σε ένα από τα πιο μακροχρόνια μυστήρια της αμερικανικής ιστορίας. Ύστερα από μια ολόκληρη ζωή γεμάτη μοναξιά και μέσα σε μια οικογένεια που την πιέζει ψυχολογικά, η Λίζι βρίσκει την αδελφή ψυχή της στο πρόσωπο της υπηρέτριας Μπρίτζετ Σάλιβαν. Όμως, αυτή η μυστική οικειότητα μεταξύ τους θα προκαλέσει μια αδιανόητη πράξη.
Σκηνοθεσία:
Craig William Macneill
Κύριοι Ρόλοι:
Chloe Sevigny … Lizzie Borden
Kristen Stewart … Bridget Sullivan
Jamey Sheridan … Andrew Borden
Fiona Shaw … Abby Borden
Jay Huguley … William Henry Moody
Kim Dickens … Emma Borden
Denis O’Hare … John Morse
Jeff Perry … Andrew Jennings
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Bryce Kass
Παραγωγή: Naomi Despres, Liz Destro, Chloe Sevigny
Μουσική: Jeff Russo
Φωτογραφία: Noah Greenberg
Μοντάζ: Abbi Jutkowitz
Σκηνικά: Elizabeth J. Jones
Κοστούμια: Natalie O’Brien
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Lizzie
- Ελληνικός Τίτλος: Οι Φόνοι της Οικογένειας Μπόρντεν
Παραλειπόμενα
- Ο σχεδιασμός για μια ταινία πάνω στη Lizzie Borden κρατούσε χρόνια, ως ένα “σχέδιο πάθους” για την Chloe Sevigny. Κάποια στιγμή φαίνονταν ότι θα το έκανε το κανάλι HBO υπό τη μορφή μίνι-σειράς. Όταν απέτυχαν να το πράξουν, η Sevigny και ο σεναριογράφος πήραν πίσω τα δικαιώματα.
- Γυρίστηκε μέσα σε 23 ημέρες.
- Αρχικά είχε ανακοινωθεί ο Pieter Van Hees για την καρέκλα της σκηνοθεσίας.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 18/1/2019
Μιλώντας για έβδομη τέχνη, ποιος νοιάζεται για την πραγματικότητα; Η αλήθεια είναι ότι η συγκεκριμένη υπόθεση δεν είχε παραδόξως απασχολήσει στο παρελθόν τον κινηματογράφο (παρά ταύτα, υπάρχουν δύο τηλεταινίες), και ίσως υπήρχε μια κάποια «ευθύνη» να εξιστορηθούν τα πράγματα όσο το δυνατόν πιστότερα επί των γεγονότων. Και λέμε «όσο το δυνατόν», μια κι επί της ουσίας η περίφημη υπόθεση της Λίζι Μπόρντεν δεν εξιχνιάστηκε επίσημα ποτέ. Γνωρίζουμε πολλά επί αυτών που συνέβησαν, αλλά κανείς με σιγουριά δεν μπορεί να πει τι ακριβώς έλαβε χώρα εκείνο το μοιραίο πρωινό στο Φολ Ρίβερ.
Ο Craig William Macneill (τον γνωρίζουμε από το «The Boy») επιλέγει να πιάσει μία εκ των εικασιών, και συγκεκριμένα αυτή που αναπτύχτηκε εκτενώς το 1984 από τον συγγραφέα Ed McBain, αλλά κι αυτή υπό τη μορφή μυθιστορήματος (με ίδιο τίτλο με αυτόν της ταινίας). Παράδοξο, εδώ, που η ταινία δεν αναφέρει ως πηγή της εκείνο το βιβλίο: έτσι λογικά θα αποκτούσε μια στερεότερη βάση επί της κεντρικής επιλογής της. Αυτή, λοιπόν, η εκδοχή είναι η πλέον «ζουμερή», αλλά αρκετά μακριά από όσα τα καταγεγραμμένα γεγονότα μαρτυρούν. Ο σκηνοθέτης, επιλέγοντας αυτή την εκδοχή, μεταλλάσσει το θρίλερ σε ερωτικό θρίλερ. Και είναι αλήθεια πως μια και άκρη δεν θα έβγαζε με τόσες εικασίες, βρήκε έναν τρόπο να δέσει την ποιοτικών κατευθύνσεων σκηνοθεσία του με ένα υποείδος που μπορεί να τη στηρίξει.
Προς τιμή του Macneill, πράγματι δημιουργικά δεν είναι ίδιος με την προηγούμενη και μάλλον τετριμμένη θριλερο-δουλειά του. Πιάνει ήρεμους ρυθμούς, προσπαθεί να μελετήσει χαρακτήρες, να σκάψει υποσυνείδητα και να δικαιολογήσει τον θύτη. Παρουσιάζει γεγονότα που δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα, αλλά από την άλλη δίνουν μια κάποια λογική στον παραλογισμό (κάτι που πάντα υπάρχει, ούτως ή άλλως). Μακάρι όμως να μελετούσε καλύτερα κάποιες άλλες λεπτομέρειες. Κι αυτές είναι πάνω στην ψυχολογία της τότε εποχής.
Δυστυχώς, οι χάρες προς τον σύγχρονο θεατή (ή η ελλιπής έρευνα των δημιουργών) απομακρύνουν μια αληθινότερη μελέτη πάνω στα γεγονότα. Οι χαρακτήρες αγγίζονται βαθιά, αλλά πάντα υπό την ψυχοσύνθεση ενός σύγχρονου ανθρώπου. Ειδικά η προσωπικότητα της υπηρέτριας είναι παντελώς απόμακρη από την ψυχολογία που είχαν τότε οι άκληρες κοπέλες. Μάλιστα, αυτό φαντάζει να έγινε εξεπιτούτου, για να μη χάσει την ερωτική του υπόσταση ο ρόλος. Από την άλλη, η Λίζι περνάει με ιδιαίτερη ευκολία από την αθωότητα στον ειδεχθή φόνο, με μια λογιστική που δικαίως απορρίπτει μία από τις τελικές φράσεις στη φυλακή (που της λέγεται ότι δεν πατάει σε αυτό τον κόσμο), αλλά με τη λογική εκείνων των χρόνων, απλά δεν θα μπορούσε να έχει διόλου κατά νου. Όσο για τους περιφερειακούς χαρακτήρες, κάποιοι είναι πιο σχηματικοί (όπως ο πατέρας), ενώ ο κρίσιμος για την υπόθεση ρόλος της αδελφής της Λίζι μάλλον προσπερνιέται δίχως σκιαγράφηση.
Ο σκηνοθέτης θα μπορούσε να ελεγχθεί και για τον τρόπο αφήγησης του, αλλά αυτό μάλλον αφορά όσους βρήκαν την ταινία κάπως ανιαρή. Προσωπικά, δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία, μια και θεωρώ πως καλώς επέλεξε την κατασκευή του ύφους του ο Macneill. Είναι σίγουρο πως δεν θα αγγίξει τους φίλους του θρίλερ, αλλά δύσκολα κι αυτούς του καθαρά ψυχολογικού τρόμου. Με τα κρίσιμα γεγονότα να έρχονται απότομα και ξεκομμένα από την ψυχολογία των δρώμενων, απλά γίνονται μέρος της αφήγησης, κι όχι ουσία αυτής. Μιλάμε πεντακάθαρα για ένα δραματικό θρίλερ εποχής, με ερωτικές αποχρώσεις και τίποτα περισσότερο. Καλύτερη επιλογή θα ήταν να το παίξει προς το μυστήριο, αλλά τότε μάλλον θα μιλούσαμε για μια ολότελα διαφορετική ταινία. Λογιζόμενος και τη δουλειά του δημιουργού στο «The Boy», πάλι καλά πάντως που επέλεξε αυτό παρά το καθαρό θρίλερ…
Γενικά, η ταινία έχει το ενδιαφέρον της, αλλά δεν συνδέεται άμεσα ούτε με κάποια ιστορική βάση, ούτε με την ψυχολογία του 19ου αιώνα. Επί της ουσίας, ως προς αυτό που εντέλει είναι, παρέχει μια είδους ποιοτική αφήγηση, ωθούμενη από δύο προσηλωμένες γυναικείες ερμηνείες (Chloe Sevigny ως Λίζι και Kristen Stewart ως υπηρέτρια) που προσμετρώνται στα συν. Μονάχα, επιμένουμε, μην πιστέψετε ότι θα δείτε ατόφιο θρίλερ, αφού και τα ντοκιμαντέρ που αφορούν τη Λίζι Μπόρντεν πιο θριλερικά είναι από το φιλμ αυτό…
Βαθμολογία: