Μετά από 15 χρόνια μαζί, η Μαρί και ο Μπορίς χωρίζουν. Αλλά ήταν εκείνη που αγόρασε το σπίτι στο οποίο ζουν με τα δύο παιδιά τους, ενώ από την άλλη είναι αυτός που το έχει ανακαινίσει. Τώρα είναι αναγκασμένοι να ζουν μαζί εκεί, αφού ο Μπορίς δεν έχει τα μέσα να πάει κάπου αλλού. Και όπως φαίνεται, κανείς τους δεν θα υποχωρήσει.
Σκηνοθεσία:
Joachim Lafosse
Κύριοι Ρόλοι:
Berenice Bejo … Marie Barrault
Cedric Kahn … Boris Marker
Marthe Keller … Christine
Jade Soentjens … Jade Marker
Margaux Soentjens … Margaux Marker
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mazarine Pingeot, Fanny Burdino, Joachim Lafosse
Παραγωγή: Jacques-Henri Bronckart, Olivier Bronckart, Sylvie Pialat, Benoit Quainon
Φωτογραφία: Jean-Francois Hensgens
Μοντάζ: Yann Dedet
Σκηνικά: Olivier Radot
Κοστούμια: Pascaline Chavanne
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: L’Economie du Couple
Ελληνικός Τίτλος: Όταν Τελειώσει ο Έρωτας
Διεθνής Τίτλος: After Love
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία και 3 ακόμα βραβεία στα βραβεία Magritte, τα εθνικά βραβεία του Βελγίου.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 4/5/2017
Ο Μπορίς (Σεντρίκ Καν) και η Μαρί (Μπερενίς Μπεζό) είναι μαζί 15 χρόνια και έχουν δύο μικρές κόρες. Τώρα αποφασίζουν να χωρίσουν, όμως παραμένουν αναγκασμένοι να συμβιώνουν προς το παρόν, εξαιτίας των άλυτων οικονομικών ζητημάτων που πρέπει να διευθετηθούν, συμπεριλαμβανομένου του σπιτιού. Η συμβίωση πλέον είναι γεμάτη από συγκρούσεις.
Ο Γιοακίμ Λαφός ενδεχομένως σε προηγούμενα έργα του να έχει επιδείξει μια κοινωνικά οξυδερκή ματιά και εδώ επιχειρεί κάτι ανάλογο. Καταγράφει με ρεαλισμό την πραγματικότητα ενός ζευγαριού που χωρίζει. Αφήνει την κάμερα μέσα στο σπίτι, σημειώνοντας καταστάσεις μετωπικής σύγκρουσης, αφότου η αγάπη έχει τελειώσει. Παρότι ως εγχείρημα θα μπορούσε να υλοποιηθεί με μεγάλο ενδιαφέρον, ο Λαφός παρουσιάζει με σκηνοθετική λιτότητα μια κατάσταση αρκετά κοινότυπη και εμπειρικά γνώριμη, χωρίς να έχει προσδώσει στους χαρακτήρες του ή στην πλοκή του κάποιο ευρύτερο σεναριακό βάθος. Έτσι, ο θεατής μένει να παρακολουθεί καταστάσεις που πιθανότατα σε κάποιο βαθμό έχει βιώσει, λίγο-πολύ όπως τις έχει ήδη βιώσει.
Παρόλα αυτά, ως κινηματογραφική καταγραφή, έχει μια φυσικότητα που την καθιστά αξιόλογη ως ένα βαθμό. Η αδιαφορία των γονέων προς τα παιδιά, που μάλλον σκόπιμα μένουν παράταιρα, αν και θα άξιζε τον κόπο μια εμβάθυνση στην οπτική τους γωνία, η σκληρότητα των οικονομικών όρων και συζητήσεων που έχουν αντικαταστήσει πλέον τον έρωτα, αλλά και οι ξαφνικές εξάρσεις απωθημένου ερωτισμού, όλα αυτά καταγράφονται. Η εκ διαμέτρου αντίθεση των χαρακτήρων οξύνει τις αντιπαραθέσεις, ενώ διαφαίνεται πως η αιτία που βρέθηκαν μαζί οι δύο πρωταγωνιστές ήταν τα στοιχεία που αναζητούσαν ο ένας από τον άλλο, τα οποία με τον καιρό, όπως είναι φυσικό, έσβησαν. Τα πάντα, όμως, παραμένουν σε επίπεδο αντικειμενικής παρατήρησης. Ο ψυχισμός των χαρακτήρων δεν διερευνάται, ενώ τα συμπεριφορικά τους κίνητρα, παρότι μοιάζουν φυσικά, επί της ουσίας μένουν ατεκμηρίωτα.
Πρόκειται για ένα έργο που ακροβατεί ελαφρώς μεταξύ του απλού και του απλοϊκού. Ως ωμή καταγραφή τα καταφέρνει, όμως η ταύτιση με μια γνώριμη κατάσταση δεν αρκεί για έχουμε δυνατό σινεμά.
Βαθμολογία: