Σε μια βιβλιοθήκη στην καρδιά της Βρετάνης, μια νεαρή εκδότρια ανακαλύπτει ένα εξαιρετικής αξίας χειρόγραφο, το οποίο και δημοσιεύει αμέσως. Το μυθιστόρημα γίνεται μπεστ-σέλερ. Όμως, ο συγγραφέας του, Ανρί Πικ, ένας πιτσαδόρος από τη Βρετάνη που έχει πεθάνει πριν δύο χρόνια, φαντάζει αδύνατο να είχε γράψει κάτι άλλο πέρα από λίστες για ψώνια, σύμφωνα με τη χήρα του. Πεπεισμένος ότι πρόκειται για απάτη, ένας διάσημος κριτικός λογοτεχνίας αποφασίζει να κάνει μια έρευνα.
Σκηνοθεσία:
Remi Bezancon
Κύριοι Ρόλοι:
Fabrice Luchini … Jean-Michel Rouche
Camille Cottin … Josephine Pick
Alice Isaaz … Daphne Despero
Bastien Bouillon … Fred Koskas
Astrid Whettnall … Ines de Crecy
Hanna Schygulla … Ludmila Blavitsky
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Remi Bezancon, Vanessa Portal
Παραγωγή: Eric Altmayer, Nicolas Altmayer, Isabelle Grellat
Μουσική: Laurent Perez Del Mar
Φωτογραφία: Antoine Monod
Μοντάζ: Valerie Deseine
Σκηνικά: Maamar Ech-Cheikh
Κοστούμια: Marie-Laure Lasson
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Le Mystere Henri Pick
- Ελληνικός Τίτλος: Το Μυστήριο του Κύριου Πικ
- Διεθνής Τίτλος: The Mystery of Henri Pick
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Le Mystere Henri Pick του David Foenkinos.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 10/5/2019
Το φιλμ του Remi Bezancon δεν ανακαλύπτει δα τον τροχό κι ανά στιγμές φαίνεται να «σκαλώνει» ο ρυθμός του, όμως η χαριτωμένη επαρχιακού τύπου αθωότητα που βγάζει προς τα έξω σε συνδυασμό με το χιούμορ που πάντα κρατάει ένα καλό επίπεδο, εμπεριέχοντας και κάποιες έξυπνες λογοτεχνικές αναφορές, το καθιστά μια ανάλαφρη και ξεκούραστη θέαση που αν μη τι άλλο δεν εκπέμπει την αίσθηση ότι προσβάλλει αυτόν που το παρακολουθεί. Η αλήθεια είναι ότι βοηθάει και ο Fabrice Luchini που έχει διαχρονικά αποδείξει την ερμηνευτική του αξιοπιστία και φινέτσα, ειδικά στο είδος της κομεντί, αν και είναι κρίμα που δεν βρίσκει εξίσου δυνατή υποστήριξη από τους δεύτερους ρόλους μιας και σπαταλιέται έτσι η ευκαιρία για τη δημιουργία μιας πολύχρωμης πινακοθήκης χαρακτήρων που θα ταίριαζε με το γραφικό σκηνικό. Βέβαια αυτό το υπερβολικά χαλαρό ύφος που επικρατεί πυροβολεί ελαφρώς και τα πόδια της ταινίας, καθώς αποδυναμώνει το σασπένς που θα μπορούσε να προκύψει από το μυστήριο που βρίσκεται στο επίκεντρο της πλοκής. Το ότι το «Μυστήριο του Κύριου Πικ» εκπροσωπεί το κινηματογραφικό είδος στο οποίο ανήκει δεν αποτελεί ελαφρυντικό για τη συγκεκριμένη αδυναμία, μιας και η κομεντί μπορεί κάλλιστα να είναι αιχμηρή και τρικυμιώδης όταν το επιθυμεί. Είναι επίσης αλήθεια πως ένας πιο έμπειρος θεατής μπορεί να ξετυλίξει το κουβάρι της έκβασης του γρίφου της ιστορίας σχετικά εύκολα αν βάλει σε μια σειρά τα στοιχεία έτσι όπως σερβίρονται από το σενάριο.
Η ομοιογένεια ύφους που υπάρχει εδώ συνεισφέρει έτσι ώστε το τρένο να μη φύγει ποτέ από τις ράγες, όμως ενώ αυτή η αυτοσυγκράτηση επιβάλλει μια πειθαρχία επάνω στο σενάριο που σίγουρα μπορεί να συγκαταλεχθεί στα θετικά του συνόλου, ταυτόχρονα χαμηλώνει τις εντάσεις, κάνει τη θερμοκρασία των δρώμενων πιο χλιαρή. Όσο το δραματικό στοιχείο «σήκωνε» πιο γερές βάσεις, άλλο τόσο το κωμικό θα ήθελε περισσότερες εξάρσεις για να καταστήσει το τελικό αποτέλεσμα πιο αξιομνημόνευτο και με πιο ισχυρή προσωπικότητα. Το ότι η πλεύση γίνεται σε ήρεμα νερά βέβαια δεν σημαίνει πως το φιλμ αυτό δεν θα βρει τους φαν του. Έχει κάποιες αρετές που μπορούν κάλλιστα να εκτιμηθούν από έναν κατάλληλο τύπου κοινού, μεταξύ των οποίων και η καλοσύνη με την οποία οι σεναριογράφοι περιβάλλουν τους ήρωες της νουβέλας του David Foenkinos: ακόμη και όσοι δρουν με λιγότερο αγαθά κίνητρα έχουν κι εκείνοι προσωπικούς λόγους που τους δικαιολογούν σε μεγάλο βαθμό. Αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκπέμπει κάτι το γοητευτικά παλιομοδίτικο, κατέχει έναν μυθιστορηματικού τύπου αέρα, που εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως πηγάζει από το πρωτογενές υλικό. Αυτά τα στοιχεία παρέχουν μια ζώνη άνεσης για όποιον μπορεί να τα απορροφήσει χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, κάνοντας πιο εύκολη και τη συγχώρεση των όποιων αδυναμιών.
Κακά τα ψέματα, με μεγάλη δυσκολία θα διακρίνει κανείς εδώ συστατικά τα οποία να συνιστούν πραγματικά σπουδαίο σινεμά. Όμως αυτό δεν συνεπάγεται πως τα γλυκύτατα ευτράπελα των χαρακτήρων δεν έχουν μια νοστιμιά που μπορεί να κρατήσει μια ευπρεπέστατη παρέα σε οποιονδήποτε τιμήσει με την παρουσία του την κομεντί αυτή με το αντίτιμο ενός εισιτηρίου. Η απόλαυση ενδέχεται να είναι αισθητά μεγαλύτερη αν κάποιος βγει εκτός του πλαισίου ακόμη και του μυστηρίου που υποτίθεται πως αποτελεί οργανικό μέρος της πλοκής και μπει περισσότερο στη νοοτροπία της παρακολούθησης ενός ανώδυνου βουλεβάρτου με πολλά χαμογελαστά στιγμιότυπα. Όσοι έχουν συνηθίσει τις πιο αμερικάνικες ταχύτητες σε επίπεδο ρυθμού ίσως και να κουραστούν ελαφρώς εδώ, αν κι εμπεριέχονται αρκετές «θρεπτικές ουσίες» που πιθανότατα δεν θα υπήρχαν σε ένα «πακέτο» από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Εν κατακλείδι, μέσα στον αναμενόμενο κατακλυσμό που μάλλον θα έρθει από γαλλικές παραγωγές το επόμενο διάστημα λόγω θέρους, αυτή εδώ ίσως και να είναι από τις πιο αξιοπρεπείς κι ενδιαφέρουσες επιλογές, μια δουλειά αξιοπρεπής που λειτουργεί σε έναν ικανοποιητικό βαθμό όσον αφορά τους βασικούς της στόχους.
Βαθμολογία: