Η Κάθριν Νιούμπερι είναι μαι πρωτοπόρος και θρυλική οικοδέσποινα νυχτερινών talk-show. Όταν όμως έρχεται η στιγμή που την κατηγορούν ως “μια γυναίκα που μισεί τις γυναίκες”, είναι ώρα να αναλάβει δράση. Έτσι, στην ανδροκρατούμενη ομάδα των κειμενογράφων της, προσλαμβάνει τη Μόλι. Και πάλι βέβαια είναι ίσως λίγο αργά, μια και τα νούμερα έχουν πέσει, ενώ το κανάλι σκέφτεται να την αντικαταστήσει. Θέλοντας η Μίντι να αποδείξει ότι δεν ήρθε μονάχα για τυπικούς λόγους πολυμορφίας, βάζει μπρος να αποκαταστήσει την καριέρα της Κάθριν, αλλά και να κάνει μια ακόμα μεγαλύτερη διαφορά.
Σκηνοθεσία:
Nisha Ganatra
Κύριοι Ρόλοι:
Emma Thompson … Katherine Newbury
Mindy Kaling … Molly Patel
Hugh Dancy … Charlie Fain
Reid Scott … Tom Campbell
John Lithgow … Walter Lovell
Denis O’Hare … Brad
Max Casella … Burditt
Paul Walter Hauser … Mancuso
John Early … Reynolds
Ike Barinholtz … Daniel Tennant
Amy Ryan … Caroline Morton
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mindy Kaling
Παραγωγή: Jillian Apfelbaum, Ben Browning, Mindy Kaling, Howard Klein
Μουσική: Lesley Barber
Φωτογραφία: Matthew Clark
Μοντάζ: Eleanor Infante, David Rogers
Σκηνικά: Elizabeth J. Jones
Κοστούμια: Mitchell Travers
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Late Night
- Ελληνικός Τίτλος: Late Night
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Emma Thompson) σε κωμωδία/μιούζικαλ.
Παραλειπόμενα
- Η παραγωγή είχε αρχικά ανακοινωθεί το 2016 από τη Fox 2000 Pictures, με σκηνοθέτη τον Paul Feig. Τον επόμενο χρόνο, το φιλμ πήγε στη FilmNation Entertainment, κι ο Feig αποχώρησε επειδή δεν του έβγαινε το πρόγραμμα.
- Η Mindy Kaling έγραψε τον ρόλο της Κάθριν ειδικά για την Emma Thompson.
- Μετά την πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Sundance, τα Amazon Studios αγόρασαν τα δικαιώματα διανομής στις ΗΠΑ. Αυτά κόστισαν 13 εκατομμύρια δολάρια, ποσό ρεκόρ για το φεστιβάλ. Επιπλέον, η Amazon ξόδεψε 35 εκατομμύρια δολάρια για την προώθηση.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 31/12/2019
Είναι ηλίου φαεινό ότι η Mindy Kaling δανείστηκε την έμπνευση της για το σενάριο από το Ο Διάβολος Φοράει Prada. Οι διαφορές όμως δεν είναι ανεπαίσθητες, και μάλιστα τιμούν την ανερχόμενη ινδο-αμερικανή ηθοποιό. Η κυριότερη είναι πως εξαλείφει την εμπορικού τύπου επιτήδευση της επιρροής της, θέλοντας στη θέση της να τοποθετήσει έναν κοινωνικού ενδιαφέροντος ρεαλισμό.
Μπορεί εδώ να περιγράφεται μια γκλάμουρ τηλεοπτική επιτυχία, αλλά τίποτα στο παρασκήνιο δεν θυμίζει κάτι τέτοιο. Όλη η λάμψη βρίσκεται μονάχα στην αίθουσα που γίνεται το γύρισμα, μια αίθουσα στην οποία απαγορεύεται η είσοδος ακόμα και σε συντελεστές της. Χάνεται έτσι εξαρχής αυτή η φαντασίωση για εξιδανικευμένους εργασιακούς χώρους, που επιμελώς χτίζεται στο Χόλιγουντ, κι αν κάτι κυριαρχεί σε αυτούς είναι μόνο οι συνθήκες εργασίας, που σπάνια είναι οι καλύτερες. Παράλληλα με αυτό, οι χαρακτήρες είναι όλοι προσγειωμένοι, με τα μεγάλα κεφάλια να επιβάλλουν ως πάνσοφο ό,τι εμπνέεται η κούτρα τους, και τα κατώτερα να είναι αναλώσιμα, αλλά και να μη γεύονται καμία χαρά από την επιτυχία της δουλειάς τους.
Αλλά όλα όσα βλέπουμε δεν είναι ευθύνη μόνο ενός πράγματι γειωμένου και προσηλωμένου στην πραγματικότητα σεναρίου, μα και μιας σκηνοθέτιδας που δεν έχει τον τρόπο να τα εμπλουτίσει οπτικά. Η Nisha Ganatra κρίνεται μάλλον αδύναμη να δώσει μια πιο ενεργή ταυτότητα στην ταινία της, αφηγούμενη την ιστορία με έναν μάλλον άνευρο τρόπο, που εύκολα θα συναντούσες και σε καθημερινό sitcom. Σαν να φοβάται και την ουσία του αντικειμένου της, τονίζοντας τις μικρές αισθηματικού τύπου λεπτομέρειες, που όμως εδώ απλά υπάρχουν για τους μη συμμετέχοντες επί του κοινωνικού προβληματισμού. Γενικά, όσο κι αν είναι άρτιο το περίγραμμα, επιμέρους δεν λείπουν περιττές παρεμβάσεις, που θα εξαιρούσαν από την ιστορία τα τετριμμένα ενός ακόμα παραμυθικού success-story. Έτσι, οι δύο αυτές ιδιότητες έρχονται σε σύγκρουση, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται επί του συνόλου η ποιοτική εντύπωση που θα μπορούσε να κάνει το φιλμ.
Κι ύστερα… ήρθε η Emma Thompson! Έχει περάσει κάποιος καιρός που είχαμε να χαρούμε τόσο δυνατή τη βρετανίδα dame, και είναι εντυπωσιακό το πόσο ισχύ βγάζει σε έναν ρόλο που τη θέλει μέγαιρα και καταθλιπτική ταυτόχρονα. Στο πλάι της ένα καστ αρκετά χαμηλότερης της δυναμικής, με εξαίρεση φυσικά τον John Lithgow που δεν παίρνει πολλά λεπτά συμμετοχής, που όμως είναι κατάλληλα τοποθετημένο γύρω της, ώστε να έχουμε τη συλλογική εικόνα που θα θέλαμε.
Θα μπορούσε να είναι κάτι το αληθινά σπουδαίο, αν οι παραγωγοί έδειχναν μεγαλύτερη προσοχή στο καλό κείμενο της Kaling, δίνοντας το σε έναν δημιουργό που θα είχε κέφι για τη μεγάλη ταινία. Κι έτσι, όμως, έχει τα στοιχεία που το κάνουν εύκολα αγαπητό, έχει ξεκάθαρη τη δραμεντί του διάσταση ώστε να μην ξεφεύγει και του σκοπού του, αλλά αφήνει και χώρο στην Thompson να μας χαρίσει κάτι από αυτό που της έχουν στερήσει άλλες παρουσίες της. Αξέχαστο δεν είναι, μα είναι ανθρώπινο και με αρετές που δεν περνάνε αδιόρατες.
Βαθμολογία: