Η Φαμπιέν είναι μια πληθωρική ηθοποιός του γαλλικού σινεμά, που ζει με τον γηραιό μπάτλερ της και τον τωρινό σύντροφό της σε μια ειδυλλιακή βίλα στα περίχωρα του Παρισιού. Όταν την επισκέπτεται η σεναριογράφος κόρη της, Λουμίρ, από τη Νέα Υόρκη, με τον σύζυγό της, Χανκ, και τη μικρή τους κόρη για να τη συγχαρεί για την έκδοση των απομνημονευμάτων της, και με την οποία πάντα είχαν προβληματικές σχέσεις, η ούτως ή άλλως εύθραυστη ισορροπία θα διαταραχθεί.
Σκηνοθεσία:
Hirokazu Koreeda
Κύριοι Ρόλοι:
Catherine Deneuve … Fabienne Dangeville
Juliette Binoche … Lumir
Ethan Hawke … Hank
Clementine Grenier … Charlotte
Manon Clavel … Manon
Roger Van Hool … Pierre
Ludivine Sagnier … Amy
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Hirokazu Koreeda
Παραγωγή: Muriel Merlin
Μουσική: Alexei Aigui
Φωτογραφία: Eric Gautier
Μοντάζ: Hirokazu Koreeda
Σκηνικά: Riton Dupire-Clement
Κοστούμια: Pascaline Chavanne
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: La Verite
- Ελληνικός Τίτλος: Η Αλήθεια
- Διεθνής Τίτλος: The Truth
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη ταινία για τον Hirokazu Koreeda έξω από τη χώρα του, αλλά και δίχως την ιαπωνική γλώσσα.
- Ντεμπούτο για την Clementine Grenier.
Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη
Έκδοση Κειμένου: 16/1/2020
Αν το Παρίσι έχει τη δύναμη να μαγεύει όποιον βρεθεί στο διάβα και στο εσωτερικό του, τότε μάλλον και ο Χιροκάζου Κόρε-Έντα έπεσε εδώ θύμα της μαγείας του αφήνοντας στην άκρη την ψυχή των προηγούμενων ταινιών, ποντάροντας όμως στην ουσιαστική ομορφιά, που ναι είναι βασικό συστατικό της τέχνης.
Με ηρωίδα του μια γηραιά γαλλίδα διάσημη ηθοποιό και την κόρη της, εν ενεργεία σεναριογράφο στις ΗΠΑ, επιχειρεί να ανοίξει ουσιαστικό διάλογο με την (αναγκαία) καλλιτεχνική ματαιοδοξία, τις διαψεύσεις και το αμείλικτο αύριο. Στον ρόλο της δύστροπης διασημότητας βρίσκει άριστο σύμμαχο στο πρόσωπο της Κατρίν Ντενέβ, από την οποία και αποσπά μία από τις καλύτερες -ίσως- ερμηνείες της καριέρας της. Μια ντίβα ολκής που διαπραγματεύεται το ενδεχόμενο συναισθηματικής έκρηξης μόνο στον βωμό της υποκριτικής. Ενώ η ιδανική παρτενέρ θα βρεθεί στο πρόσωπο της Ζιλιέτ Μπινός και στην απόλυτη ενσάρκωση πέπλων απωθημένης παραμέλησης στην απέλπιδα προσπάθεια για αποδόμηση του γονικού προτύπου.
Ο Κόρε-Έντα σκηνοθετεί άφωνος μπροστά στην εικόνα τού πάντα ιδανικού και ειδυλλιακού Παρισιού, χαρίζοντας μας τις πιο όμορφες εικόνες της φιλμογραφίας του και βρίσκοντας πιστούς οπαδούς στους εραστές της Πόλης του Φωτός. Αποσβολωμένος όμως μπροστά στα στενοσόκακα της πόλης και -ενδεχομένως- στην ομορφιά των πρωταγωνιστριών του, ο Κορέ Έντα διαθέτει εδώ ένα σενάριο που στερείται εμφανώς του βάθους προηγούμενων ταινιών, με τους χαρακτήρες να αναμασούν πρότυπα και στιγμές κινηματογραφικών παρελθόντων.
Κι αν, όμως, δεν μπόρεσε ο Κορέ-Έντα να αντισταθεί στην ομορφιά του Παρισιού, ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει;
Βαθμολογία:
Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου
Έκδοση Κειμένου: 16/1/2020
Η πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του βραβευμένου ιάπωνα σκηνοθέτη Χιροκάζου Κορεέντα εξελίσσεται σε μια γλυκόπικρη αστική κωμωδία με κεντρικό άξονα τον σχεδόν αδύνατο συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα σε μια αλαζόνα και μεγαλομανή μητέρα-διάσημη ηθοποιού και την μόνιμα ανασφαλή αλλά και υπερπροστατευτική κόρη της, η οποία καταφθάνει στο Παρίσι μαζί με τον ημι-επιτυχημένο επίσης ηθοποιό Αμερικανό άνδρα της και την αξιαγάπητη και αφοπλιστικά ειλικρινή κόρη της για να βοηθήσει την μητέρα της να ανταποκριθεί ίσως στον τελευταίο της ρόλο, ενός φιλμ επιστημονικής φαντασίας με έντονα συμβολικό για τους δυο τους περιεχόμενο. Φρέσκος από το περσινό βραβείο στις Κάνες για τους “Kλέφτες Καταστημάτων” ο Κορεέντα προσπαθεί να μεταβιβάσει μια (ας επιτραπεί η αδόκιμη έκφραση) “ασιατική” νοοτροπία στην διαχείριση των ανθρώπινων σχέσεων και ταυτόχρονα να στοχαστεί υπόκωφα και διακριτικά γύρω από την έννοια του χρόνου που περνά, την αναπόληση των χαμένων ευκαιριών, αλλά και των τύψεων και της συνειδητής μετάνοιας απέναντι στις εγωιστικές αποφάσεις που καθόρισαν τελικά το παρόν, το μέλλον, ίσως και την ίδια την επιβίωση του καθενός.
Χωρίς δεύτερη σκέψη, η βασική πλοκή της ιστορίας, όπως τελικά και η ενδεχόμενη επιτυχία της, καθορίζονται από την εξαιρετική χημεία δύο μεγάλων κυριών του γαλλικού σινεμά, με την Ζιλιέτ Μπινός να αφήνει εύστροφα το πάλκο στην Κατρίν Ντενέβ η οποία μάλλον δίνει την καλύτερη ερμηνεία των τελευταίων χρόνων της καριέρας της, παίζονται θαρρείς απλά τον εαυτό της στον ρόλο μιας ξεπεσμένης ντίβας που ακόμη έχει τη δύναμη να εξουσιάζει τη μικρή αυλή της, μεταμορφώνοντας σαν κακιά μάγισσα (μέσα από τα παιδικά μάτια της εγγονής της) τους ανθρώπους που την περιβάλλουν σε πειθήνια άλαλα όντα. Η κάμερα μοιάζει να ψάχνει όλες τις πιθανές οπτικές γωνίες στην προσπάθειά της να εξετάσει με κάθε λεπτομέρεια την πολύπαθη αυτή σχέση, η οποία στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να οδηγήσει στην ανακωχή αλλά όχι στην οριστική λύση.
Παρότι λοιπόν σε στιγμές το φιλμ μοιάζει να μεταδίδει μια αίσθηση ότι περισσότερο παρατηρεί κάτι από μια σχετική απόσταση – ίσως γιατί του φαίνεται διαφορετικό ή ανοίκειο – παρά διερευνά σε βάθος τα ταραγμένα και ευμετάβλητα συναισθήματα του πρωταγωνιστικού ζευγαριού, σε γενικές γραμμές καταφέρνει να αποδίδει εξ αιτίας κυρίως του σημαντικότατου καστ που εκμεταλλεύεται σχεδόν κάθε σεκάνς για να δείξει το ταλέντο και την ερμηνευτική του δεινότητα, όποτε βέβαια η πληθωρική περσόνα της Ντενέβ δεν εξουσιάζει την οθόνη. Απευθυνόμενο κυρίως σε ένα κοινό που γνωρίζει καλά τι πάει να δει, και παρόλα τα κλισέ και τις αδυναμίες του, το φιλμ αποκτά ουσία και ένταση καθώς προσεγγίζει το φινάλε, χωρίς βεβαίως να περιμένει κανείς μεγάλες ανατροπές ή κορυφώσεις. Η δε σκηνή του ανέμελου χορού στους δρόμους του Παρισιού, αν και λιγάκι παρατραβηγμένη, δένει τελικά πολύ όμορφα με αυτήν της διακριτικής συμφιλίωσης ανάμεσα στη γερασμένη σταρ και τη γεμάτη ανασφάλειες κόρη της.
Βαθμολογία: