
Το Μίσος
- La Haine
- Hate
- 1995
- Γαλλία
- Γαλλικά
- Αστυνομική, Δραματικό Θρίλερ, Νεανική, Σινεφίλ
- 17 Νοεμβρίου 1995
Σε μια φτωχογειτονιά της Γαλλίας ξεσπάει ακόμα μία ταραχή στους δρόμους. Ο νεαρός Αμπντέλ κακοποιείται από αστυνομικούς και βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση στο νοσοκομείο. Ένας φίλος του βρίσκει το όπλο που χάνει ένας από τους αστυνομικούς, κι ορκίζεται πως αν ο Αμπντέλ πάθει το χειρότερο, θα δολοφονήσει έναν αστυνομικό. Αυτή είναι μόνο η αρχή της πτώσης…
Σκηνοθεσία:
Mathieu Kassovitz
Κύριοι Ρόλοι:
Vincent Cassel … Vinz
Hubert Kounde … Hubert
Said Taghmaoui … Said
Francois Levantal … Asterix
Edouard Montoute … Darty
Benoit Magimel … Benoit
Vincent Lindon … ο μεθυσμένος άντρας
Philippe Nahon … αρχηγός αστυνομίας
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mathieu Kassovitz
Παραγωγή: Christophe Rossignon
Μουσική: Assassin
Φωτογραφία: Pierre Aim
Μοντάζ: Mathieu Kassovitz, Scott Stevenson
Σκηνικά: Giuseppe Ponturo
Κοστούμια: Virginie Montel
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: La Haine
- Ελληνικός Τίτλος: Το Μίσος
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Hate
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Βραβείο σκηνοθεσίας.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας, παραγωγής και μοντάζ στα Cesar. Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Vincent Cassel), υποσχόμενο ηθοποιό (Vincent Cassel, Said Taghmaoui και Hubert Kounde), σενάριο, φωτογραφία και ήχο.
- Βραβείο νεανικής ταινίας στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
Παραλειπόμενα
- Ο τίτλος παραπέμπει σε μια φράση που ακούγεται εντός ταινίας: “το μίσος γεννάει μίσος”.
- Δεν είναι η πρωτόλεια ταινία του, αλλά με αυτή ο Mathieu Kassovitz έγινε διεθνώς διάσημος.
- Ο Kassovitz εμπνεύστηκε κυρίως την ιδέα για το σενάριο από τη δολοφονία το 1993 ενός νεαρού Ζαϊρινού, του Makome M’Bowole, μετά από βασανιστήρια υπό την επίβλεψη της αστυνομίας. Ο αστυνομικός που τον πυροβόλησε είχε απολογηθεί ότι είχε θυμώσει με τον νεαρό, αλλά το όπλο εκπυρσοκρότησε από λάθος. Στις 6 Απριλίου του 1993 που έγινε το γεγονός, ο Kassovitz ξεκίνησε και το σενάριο.
- Χρήση έγινε από αρχειακό υλικό διαδηλώσεων της περιόδου 1986-96.
- Την εποχή που γίνονταν τα γυρίσματα στο Chanteloup-les-Vignes του Παρισιού, γίνονταν και πάλι επεισόδια.
- Λόγω του θέματος του φιλμ, επτά ή οκτώ σύμβουλοι των τοπικών αρχών αρνήθηκαν στο συνεργείο της ταινίας να μπει στην περιοχή τους. Για αυτό κι ο Kassovitz αναγκάστηκε και παρουσίαζε το έργο του με τον ψεύτικο τίτλο Droit de Cite (στα δεξιά της πόλης).
- Πολλοί από τους ηθοποιούς ήταν ερασιτέχνες, και αναπαρέστησαν γεγονότα που είχαν συμβεί και στην πραγματικότητα.
- Από εδώ έχει μείνει η εξής αφήγηση: “Έμαθες για τον τύπο που έπεσε από ουρανοξύστη; Καθώς πέφτοντας περνούσε από κάθε όροφο, καθησύχαζε τον εαυτό του… μέχρι εδώ καλά… μέχρι εδώ καλά. Το πώς θα πέσεις δεν έχει σημασία. Η προσγείωση μετράει.”
- Το φιλμ αφιερώθηκε σε όσους σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της παραγωγής του.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Τη μουσική ανέλαβε το χαρντκόρ ραπ γκρουπ των Assassin, ενώ το τραγούδι τους, Nique La Police, ακούγεται σε μια σκηνή.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 11/8/2020
Η ταινία που έβαλε τον Kassovitz στον χάρτη των πλέον ταλαντούχων δημιουργών, λατρεύτηκε για τους λάθους λόγους. Το Μίσος είναι φυσιολογικό να τράβηξε άμεσα την προσοχή ενός κοινού που εκστασιάστηκε βλέποντας την underground πραγματικότητα, που σπάνια επισκέπτεται με τόση αμεσότητα το σινεμά, χωρίς να αντιληφθεί ότι στην πραγματικότητα ο δημιουργός τραβούσε από το εν λόγω κοινό όχι τόσο την προσοχή, όσο το αυτί…
Παρότι είναι ξεκάθαρο, το φιλμ δεν οραματίζεται έναν κόσμο μίσους ή χάους, αλλά αντιπροτείνει το πέρας του μίσους και την ώριμη σκέψη. Κρίνει αυστηρά την αστυνομία, αλλά δεν χαρίζεται στην αμυαλοσύνη του Βιντζ και του Σαΐντ, που άθελα τους έχουν προδιαγράψει τόσο το δικό τους φινάλε, όσο κι αυτό του πιο ανοιχτόμυαλου της τριάδας, Ιμπέρ. Το σημείο μηδέν είναι φυσικά το όπλο που πέφτει στα λάθος χέρια. Όχι πως σε αυτά ενός αστυνομικού είναι εξασφαλισμένη η ορθή του χρήση ή μη, αλλά ήδη οι ήρωες έχουν πέσει στο κενό, και απολαμβάνουν τον ερχομό μιας μοιραίας και μακάβριας πρόσκρουσης, που ακόμα κι αν δεν είναι δύσκολο να τη μαντέψουν, διασκεδάζουν την προσμονή της. Αυτά είναι τα νιάτα που ζουν κατάφατσα με την αδικία, και ο συνδυασμός αυτής με τη φτώχια δεν προσφέρει και τις καλύτερες επιλογές. Το τώρα και το σήμερα είναι τα μόνα που βρίσκονται στο μυαλό, ακόμα κι αν ρισκάρονται τόσα και τόσα χρόνια ζωής, μια και το αύριο είναι πιο σκοτεινό κι από την κόλαση.
Ο Kassovitz αγαπάει τους ήρωες του, ακόμα κι αν είναι αυστηρός μαζί τους. Βρίσκει κι αυτός γοητευτικό τον περίγυρο τους, μια ασπρόμαυρη ζωή καλού-κακού που μυρίζει ελευθερία και διασκέδαση. Μέσω του Ιμπέρ αναζητεί τρόπους να σώσει τη ζωή των φίλων του που ζουν δίχως αύριο, εν μέσω της τέχνης, αλλά δεν έχει κι αυτός κάποια αντιπρόταση ικανή να αντιστρέψει καταστάσεις, ίσως δε να μην υπάρχει καν αυτή η πρόταση πουθενά. Η μάχη ανάμεσα στους σύγχρονους αθλίους και την αστυνομία είναι κι αυτή ακόμα μια κωμωδία της ιστορίας που κρατάει παρόμοια επί αιώνες, μια και οι αληθινοί υπαίτιοι δεν θα κατέβουν ποτέ σε οδόφραγμα. Ούτε όμως και η μεγάλη μάζα που θα ανέτρεπε καταστάσεις, μια και προτιμά να ζει υπόδουλα αλλά στην ησυχία της.
25 χρόνια έχουν περάσει από την πρεμιέρα του φιλμ στις Κάνες, και είναι μάλλον άσκοπο όσο και πασιφανές να πούμε ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα. Η αληθινή μάχη συνεχίζεται να μαίνεται με τον ίδιο μας τον εαυτό, κι αυτές των δρόμων δίδονται από τους λάθος πολεμιστές…
Βαθμολογία: