
Η ταινία είναι μια ματιά στην παιδική ηλικία του Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι στη Χιλή. Μεγάλωσε σε μια φτωχική συνοικία, αλλά η εργασία του πατέρα του, ως πωλητής γυναικείων εσωρούχων, προεξόφλησε μια πιο άνετη από τους συμπολίτες του ζωή. Μάλιστα, επειδή ο μικρός Αλεχάντρο θεωρείται ότι είναι πιο προνομιούχος από τους συμμαθητές του, αρνείται το κολατσιό που του δίνουν στο σχολείο.
Σκηνοθεσία:
Alejandro Jodorowsky
Κύριοι Ρόλοι:
Brontis Jodorowsky … Jaime Jodorowsky
Pamela Flores … Sara Jodorowsky
Jeremias Herskovits … Alejandro Jodorowsky (νεαρός)
Alejandro Jodorowsky … Alejandro Jodorowsky
Bastian Bodenhofer … στρατηγός Carlos Ibanez del Campo
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Alejandro Jodorowsky
Παραγωγή: Moises Cosio, Alejandro Jodorowsky, Michel Seydoux
Μουσική: Adan Jodorowsky
Φωτογραφία: Jean-Marie Dreujou
Μοντάζ: Maryline Monthieux
Σκηνικά: Alisarine Ducolomb
Κοστούμια: Pascale Montandon-Jodorowsky
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: La Danza de la Realidad
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Χορός της Πραγματικότητας
- Διεθνής Τίτλος: The Dance of Reality
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Ποίηση Χωρίς Τέλος (2016)
Σεναριακή Πηγή
- Βιβλίο: La Danza de la Realidad: Psicomagia y Psicochamanism του Alejandro Jodorowsky.
Παραλειπόμενα
- Ο σκηνοθέτης δήλωσε πως ήθελε να βγάλει την ταινία επειδή «ήθελε να χάσει λεφτά».
- Τα γυρίσματα έγιναν στο χωριό Τοκοπίγια της νότιας Χιλής, όπου πράγματι ο δημιουργός γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Κατά τη διάρκεια του φιλμαρίσματος, άνοιξε διάλογο με τους ντόπιους πάνω στο όραμα του με την ταινία.
- Η ιστορία συνεχίζεται στο Ποίηση Χωρίς Τέλος του 2016. Ο δημιουργός στόχευε αυτή του η αυτοβιογραφία να κλείσει σε 5 κεφάλαια.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 22/4/2015
«Αυτό που έχει σημασία στη ζωή δεν είναι τι σου συμβαίνει, αλλά τι θυμάσαι και πώς το θυμάσαι». Προσπαθώντας κανείς να περιγράψει, έστω ακροθιγώς, το σινεμά του Alejandro Jodorowski, συνειδητοποιεί πόσο κυρίαρχος είναι ο μαγικός ρεαλισμός. Τα παραπάνω λόγια του Gabriel Garcia Marquez θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι το μανιφέστο της τελευταίας κινηματογραφικής πανδαισίας που επεφύλαξε για τους θεατές του ο σπουδαίος Χιλιανός. Μόνο που ο «Χορός της Πραγματικότητας» είναι κάτι παραπάνω από την φαντασιώδη εξιστόρηση της ζωής του.
Επιλέγοντας να μην αλλάξει καν τα ονόματα και με το γιο του στο ρόλο του πατέρα του, ο Jodorowsky μας τοποθετεί στην ταραγμένη Χιλή του 1930, τηρώντας αρχικά πρωτοφανή γραμμικότητα. Παρακολουθούμε τα ονειρικά ταξίδια του νεαρού Alejandro, που προσπαθεί απελπισμένα να ξεφύγει από τη μίζερη πραγματικότητά και βρίσκει καταφύγιο στο νοερό σύμπαν της φαντασίας του. Ενοποιώντας σταδιακά τους δύο κόσμους, ο μικρός καταργεί διακρίσεις όπως το πραγματικό και το φανταστικό, δημιουργώντας έναν δικό του μικρόκοσμο, επ`ουδενί απαλλαγμένο από τη φρίκη της αλήθειας, αλλά επαρκώς νοτισμένο από τις σταγόνες του ονείρου, τόσο ώστε να μπορεί να τον αντέξει.
Οι κυρίαρχες φιγούρες της νεότητας του Jodorowsky, που καθορίζουν τη μετέπειτα προσωπική και καλλιτεχνική του σταδιοδρομία, είναι οι γονείς. Ο πατέρας του, Jaime Jodorowski (Brontis Jodorowsky), που σε κάποιο σημείο παίρνει και τα σκήπτρα του πρωταγωνιστή, είναι μία ακραία καταπιεστική και εμμονική, ιαβερικού τύπου, φιγούρα. Εξοργίζεται όταν ο γιος του παρουσιάζεται θηλυπρεπής σε εμφάνιση και μαλθακός σε συμπεριφορά και τον αναγκάζει να υποστεί μια μαρτυρική τελετή επαναπροσδιορισμού κατά τα πρότυπα του αγαθού ανδρός. Φανατικός άθεος και κομμουνιστής ο ίδιος, σχεδιάζει τη δολοφονία του δικτάτορα Ibanez, κατά την υλοποίησή της όμως αντιμετωπίζει οξύτατα ηθικά διλήμματα και συλλαμβάνει εαυτόν ανέτοιμο να υπηρετήσει από νευραλγικό πόστο το σκοπό για τον οποίον διερρήγνυε τα ιμάτιά του κατά τον εκτός τερέν πολιτικό αγώνα.
Η μητέρα του Alejandro, ονόματι Sara (Pamela Flores), στέκει τον αντίποδα του τυραννικού Jaime. Υπομένει την αφροσύνη του συζύγου της και παλεύει να προστατεύσει το τέκνο της, δίχως να εκφεύγει ποτέ του ρόλου της, εκείνου δηλαδή της υπάκουης γυναικός που τελεί διαρκώς υπό το κράτος της υποταγής στο σύζυγο και τις αυταρχικές προσταγές του. Η μοιρολατρική της στάση όμως, που υπαγορεύεται από την θρησκοληψία, επιδρά καταλυτικά στην ηθική διαπαιδαγώγηση του Alejandro. Καταφέρνει να τον χειραγωγήσει υποδορίως, καθιστώντας τον βαθύτατα ανασφαλή και ευεπίφορο στη θυματοποίηση και την κοινωνική περιθωριοποίηση.
Παράλληλα με την προσωπική του ιστορία, ο ιδιοφυής σκηνοθέτης παρουσιάζει και τη σύγχρονη ιστορία της πατρίδας του. Ο χαρακτήρας του πατέρα αποτελεί εκτός των άλλων ένα ιδανικό σύμβολο του χιλιανικού λαού, ο οποίος κατά τον 20ό αιώνα κατέστη θλιβερό άθυρμα ολιγαρχικών συμφερόντων, ταλαιπωρήθηκε από πραξικοπήματα και συνεχόμενη πολιτική αστάθεια και, ενώ αγωνιζόταν να βρει την ταυτότητά του, στρεφόμενος σε σοσιαλιστικές ιδέες, ηττήθηκε ηθικά. Η αδιάκοπη καταπίεση τον κατέβαλε, τον έκανε να απωλέσει το φρόνημα του ή, ακόμη χειρότερα, να λησμονήσει το σκοπό του αγώνα. Επικράτησε το άκρατο μίσος, ο φανατισμός και η διχόνοια, τοποθετώντας τους Χιλιανούς στο πάνθεον των ηττημένων από την καπιταλιστική ολιγαρχία λαών του κόσμου.
Το προαναφερθέν προσωπικό και κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον διαμόρφωσε την ιδιοσυγκρασία του Jodorowski, που κράτησε ως σανίδα σωτηρίας τις νότες της πλούσιας φαντασίας του. Με αυτήν την ταινία ανοίγει τα χαρτιά του, στέκει ευάλωτος απέναντι στο θεατή και τον προσκαλεί στην άβυσσο του νου του. Πλέοντας σε καταφανώς φελινικά ύδατα, εξηγεί γιατί έχει ανάγκη τη διαρκή επέμβαση του φαντασιακού στοιχείου στην καθημερινότητά του και στις αναμνήσεις του. Οι πάγιες εμμονές του δεν λείπουν, και πώς θα μπορούσαν άλλωστε, σε μια ταινία με αυτοβιογραφικό πυρήνα. Θρησκευτικές αναφορές διέπουν όλο το έργο, ενώ τα τραύματα της παιδικής ηλικίας είναι το επίκεντρο όλης της δράσης του, με τη βία αυτή τη φορά να μην είναι τόσο αποτρόπαια.
Εικαστικά, η ταινία είναι ένα κομψοτέχνημα. Τα κάδρα του είναι προσεγμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, ενώ πρωτεύουσα θέση κατέχουν και πάλι οι χρωματικές αλλαγές, αποκυήματα της ανεξάντλητης έμπνευσης του Χιλιανού. Η σκηνοθετική αντίληψή του μοιάζει να έχει τη σπιρτάδα νέου δημιουργού που κάνει τα πρώτα του βήματα, ενώ η εξαιρετική μουσική επένδυση χαρίζει λυρισμό στην ταινία, ο οποίος εντείνεται από τις ποιητικές παρεμβατικές εμφανίσεις του ίδιου του σκηνοθέτη. Παράλληλα, όπως σε κάθε έργο του, υπάρχουν εκατοντάδες επί μέρους συμβολικά ευρήματα, που προκαλούν το θεατή να προβληματιστεί και προσδίδουν ακαδημαϊκό τόνο.
Ακόμα και αν αυτό δεν είναι το κύκνειο άσμα του, είναι αναμφιβόλως η φιλμική κατάθεση ψυχής του 86χρονου Alejandro Jodorowski. Στον «Χορό της Πραγματικότητας» υπάρχουν εν αφθονία η γλυκόπικρη μελαγχολία της καθημερινότητας, οι φιλοσοφικές αναζητήσεις που λειτουργούν σαν φάρμακο αστείρευτων αδιεξόδων της ύπαρξης και η όρεξη για δημιουργία. Ο σκηνοθέτης πλάθει μια πραγματικότητα που συνέχεται από τη φαντασία και μας τείνει το χέρι, προσκαλώντας μας στον απελευθερωτικό χορό της. Όσον αφορά τη συνήθη αιτίαση ότι ο κινηματογράφος του Jodorowski είναι ακατάληπτος, αξίζει ο θεατής να θυμάται ότι ο σαμάνος του υπερρεαλισμού δεν ζητά να γίνει αντιληπτός λογικώς, αλλά εκστατικώς.
Βαθμολογία: