Ο Ζακ Μεσρίν ήταν ο τελευταίος μεγάλος γάλλος γκάνγκστερ. Οι αρχές τον είχαν χαρακτηρίσει «Δημόσιο Κίνδυνο Νο 1», ενώ χάρη στην ικανότητά του να μεταμφιέζεται και να διαφεύγει της αστυνομίας, ο κόσμος τον αποκαλούσε ως τον «άνθρωπο με τα χίλια πρόσωπα». Η πρώτη ταινία παρακολουθεί τη ζωή του Ζακ Μεσρίν από τα παιδικά του χρόνια, τη συμμετοχή του στον πόλεμο της Αλγερίας και τα πρώτα του βήματα στο έγκλημα μέχρι τη δράση του στον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την επιστροφή του στη Γαλλία. Οι σχέσεις του με τη Ζαν Σνάιντερ, τον Γκουίντο, τον Ζαν-Πολ Μερσιέ και τον Πολ θα καθορίσουν αμετάκλητα τη μετέπειτα πορεία του στο έγκλημα.

Σκηνοθεσία:

Jean-Francois Richet

Κύριοι Ρόλοι:

Vincent Cassel … Jacques Mesrine

Cecile de France … Jeanne Schneider

Gerard Depardieu … Guido

Gilles Lellouche … Paul

Roy Dupuis … Jean-Paul Mercier

Elena Anaya … Sofia

Michel Duchaussoy … Pierre Andre Mesrine

Florence Thomassin … Sarah

Myriam Boyer … Fernande Mesrine

Abdelhafid Metalsi … Ahmed

Ludivine Sagnier … Sylvie Jeanjacquot

Leila Bekhti … κόρη φελαγά

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Abdel Raouf Dafri, Jean-Francois Richet

Παραγωγή: Thomas Langmann

Μουσική: Marco Beltrami, Marcus Trumpp

Φωτογραφία: Robert Gantz

Μοντάζ: Herve Schneid

Σκηνικά: Emile Ghigo

Κοστούμια: Virginie Montel

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: L’Instinct de Mort
  • Ελληνικός Τίτλος: Υπ’ Αριθμόν 1 Δημόσιος Κίνδυνος: Μέρος 1o
  • Διεθνής Τίτλος: Mesrine Part 1: Killer Instinct
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Mesrine: L’Instinct de Mort
  • Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Mesrine: Killer Instinct

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Αυτοβιογραφία: L’Instinct de Mort του Jacques Mesrine.

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο σκηνοθεσίας, πρώτου αντρικού ρόλου (Vincent Cassel) και ήχου στα Cesar (από κοινού με τη δεύτερη ταινία). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, σκηνικά και κοστούμια.

Παραλειπόμενα

  • Μόνο αυτό το πρώτο κεφάλαιο βασίζεται σε αυτοβιογραφία του Mesrine, με το δεύτερο -που γυρίστηκε ταυτόχρονα- να παίρνει μεγαλύτερες ελευθερίες από διάφορες πηγές.
  • Ο Barbet Schroeder είχε αρχικά αναλάβει τη σκηνοθεσία, αλλά εντέλει προτίμησε το Inju: Το Κτήνος στη Σκιά.
  • Τα γυρίσματα, που διήρκεσαν 9 μήνες, έγιναν με αντίθετη χρονολογική σειρά, ώστε ο Vincent Cassel να μπορεί να χάνει σταδιακά τα 20 κιλά που είχε πάρει για τον ρόλο. Ο ίδιος είχε πει ότι ήταν αδύνατον να γίνει το αντίστροφο.
  • Ο Vincent Cassel ήταν θετικός αρχικά να πάρει τον ρόλο, αλλά διαβάζοντας το σενάριο το βρήκε πολύ της λογικής του “άσπρου-μαύρου” και προτίμησε να κάνει πίσω. Επαφές τότε έγιναν με τους Benoit Magimel και Vincent Elbaz, ώσπου κάποιες σεναριακές αλλαγές έφεραν πίσω τον Cassel.
  • Eva Green και Marion Cotillard ήταν οι πρώτες επιλογές για τη Σιλβί και τη Ζαν.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Πρώτος για τη σύνθεση είχε προσληφθεί ο Howard Shore, αλλά αποχώρησε.

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 14/4/2009

Αφού μας δόθηκε σε δύο κομμάτια, έτσι θα κρίνουμε και εμείς τη νέα ταινία του σκηνοθέτη Jean-Francois Richet, ταινία για τη ζωή του γάλλου γκάγκστερ Jacques Mesrine. Στο πρώτο, λοιπόν, μέρος παρακολουθούμε την περίοδο της συνταρακτικής ζωής του, που ξεκινάει το 1959 και περιλαμβάνει γεγονότα που εξελίσσονται τα χρόνια που ακολουθούν, φτάνοντας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Ο Richet εμμένει στα θεωρούμενα, κατά τον ίδιο, σημαντικά χρονικά κομμάτια και προσπερνάει με χαρακτηριστική αυθάδεια πολλά από τα καθοριστικά γεγονότα της ζωής του υπαρκτού προσώπου. Εκείνα δηλαδή που είναι ικανά να ενισχύσουν μία ουσιαστική σκιαγράφηση του κεντρικού χαρακτήρα. Όμως, είναι τόσο πολύπλοκη και φορτισμένη η πραγματική ζωή του Mesrine, που τελικά δε μένει κενός περιεχομένου ο χαρακτήρας ή ατελής η μεταφορά του επί της μεγάλης οθόνης. Το μεμπτό σε αυτή την περίπτωση έχει να κάνει με τη διαπίστωση μερικών άτσαλων και φευγαλέων επισημάνσεων, οι οποίες δε θα έβλαπτε να αναπτύσσονταν μακροσκελώς και εμπεριστατωμένα.

Η μυθοπλασία συγχέεται με τα πραγματικά περιστατικά και ο σκηνοθέτης συρρικνώνει τη βία στο απολύτως απαραίτητο, μετατρέποντας τη γκανγκστερική ζωή του Jacques Mesrine, σε ένα ενδιαφέρον δράμα με οπτικές, και ακολούθως, ψυχολογικές διακυμάνσεις. Το πρώτο μέρος επιβαρύνεται από μια σειρά ληστειών, δολοφονιών και εγκληματικών πράξεων και ο γάλλος δημιουργός μοιάζει να περιορίζει τις ανάγκες του σε μία καθαρή χρονολογική τοποθέτηση γεγονότων και ιστορικών στοιχείων, μια τυπική ιστορική αποτύπωση που έγινε με γνώμονα την καλαισθησία, την ακρίβεια και την εξάντληση της αληθοφάνειας στα μυθοπλαστικά κομμάτια. Ανεξαρτήτως σκοπού και του τελικά μετρίου αποτελέσματος, το πρώτο μέρος δεν προσβάλει το θεατή και ως βιογραφία στέκεται δυνατά, χάρις το στήσιμο, τη σκηνοθετική προσέγγιση (σε ορισμένα πραγματικά περιστατικά) και κυρίως τις ερμηνείες, οι οποίες τραβούν αμέσως την προσοχή, με ιδιαίτερα αξιοπρόσεχτη εκείνη του Vincent Cassel στο ρόλο του γνωστού κακοποιού.

Ο σκηνοθέτης ψάχνει τον τρόπο να αποδράσει από την απλή αφήγηση της γκανγκστερικής ταινίας, γνωρίζοντας ότι δεν πρέπει να εισχωρήσει στο αντίστοιχο βαρύ, κλασικό γαλλικό είδος. Αποτέλεσμα αυτού, μία σειρά σκηνοθετικών πειραματισμών που άλλοτε εκτοξεύουν την ταινία στο αισθητικό της κομμάτι και άλλοτε την καθιστούν απολύτως κοινότοπη. Κι αν σε αυτό συμπεριλάβετε και τη χρήση της οπτικής αναφοράς – μνείας σε επιμέρους χρονικά σημεία, μείζονος σημασίας τις περισσότερες φορές, τότε θα καταλήξετε σε μία ταινία με γνώση των προβλημάτων της, που εξαιτίας των ανωτέρω δε μπορεί να ξεφύγει από την απλή κινηματογραφική γραφή και να υπερβεί τα όρια του σύνηθες, για να υπεισέρθει σε αυτά του καινοτόμου ή επικού και μεγαλειώδους. Όμως, σίγουρα το πρώτο μέρος (Υπ’Αριθμόν 1 Δημόσιος Κίνδυνος: Μέρος 1o) αποτελεί μια συναρπαστική περιπέτεια χωρίς υπερβολές, εξάρσεις και ιδιαίτερες πρωτοτυπίες.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 16/4/2009

Ο Vincent Cassel είναι, πράγματι, ο Ζακ Μεσρίν, αφού ο γάλλος ζεν-πρεμιέ κάνει total-recall από τις απαρχές της καριέρας του. Όμως, ποιος ήταν αυτός ο διαβόητος Μεσρίν, που έκανε μια ολόκληρη Γαλλία να υποταχτεί στην εγκληματικότητα του; Δεν σας θέτω αυτό το ερώτημα έτσι απλά ρητορικά, αλλά ελπίζω να μου το απαντήσετε! Γιατί ο Jean-Francois Richet δεν κάνει ποτέ τον «κόπο» να μας λύσει ούτε μισή απορία περί του ποιού του ήρωα του που εδώ βιογραφείται. Μονάχα αν το δεύτερο μέρος αποδειχτεί ένα σκληρό ψυχολογικό δράμα, θα αποζημιωθούμε εμείς οι λάτρεις του αθάνατου γαλλικού αστυνομικού θρίλερ.

Η ταινία δεν είναι επί της ουσίας μια ταινία μυθοπλασίας, αλλά ένα δραματοποιημένο χρονικό των γεγονότων της ζωής ενός ανθρώπου. Αφόρητα αφαιρετικό κι αποσπασματικό ως αφήγηση, το έργο του Richet αποτυγχάνει (ή δεν θέλει καν) να ακουμπήσει τον ήρωα του, ώστε να μάθουμε στο ελάχιστο τα αίτια που τον οδήγησαν να γίνει αυτό που έγινε. Η ψυχανάλυση του Μεσρίν δεν αφήνει περιθώρια, ούτε καν στην φαντασία μας, να τον προσεγγίσουμε, αφού απλά η λέξη «ψυχανάλυση» δεν υποβόσκει ούτε ιδεατά. Όμως, η ταινία βγάζει μάτι από θέμα δράσης. Η παραδοσιακή εικόνα του Richet αναπαράγει όλα αυτά τα σκληρά πρότυπα γάλλων κακοποιών του παρελθόντος. Ψυχρά, είναι ένα έργο σκληροτράχηλο, όπου όση ψυχή δεν έχει μέσα του, τόση έχει στην επιφάνεια. Είπαμε και για τον άψογο Cassel, που παραπέμπει σε Jean-Paul Belmondo του Melville, προσθέτουμε και κάποιους ωραίους δεύτερους ρόλους (όχι τον Depardieu, που είναι λιγάκι εκτός), ειδικά από τις δύο γυναίκες, αλλά προσωπικά δεν μπορώ να πω ότι αδημονώ για το δεύτερο μέρος. Ελπίζω να διαψευστώ, αλλά μάλλον θα δούμε μία από τα πολύ ίδια…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

16 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *