Στη Μαδαγασκάρη των ’70s, ένα δεκάχρονο αγόρι που λατρεύει τα κόμικς προσπαθεί να αφομοιώσει τον τροπικό παράδεισο γύρω του. Η ζωηρή φαντασία του φουντώνει από τα ερεθίσματα που δέχεται. Σύντομα όμως θα έρθει αντιμέτωπο με τον κόσμο των μεγάλων και τις πρώτες ρωγμές στην ιδανική εικόνα που έχει πλάσει γι’ αυτόν ο περίγυρος.
Σκηνοθεσία:
Robin Campillo
Κύριοι Ρόλοι:
Charlie Vauselle … Thomas Lopez
Nadia Tereszkiewicz … Colette Lopez
Quim Gutierrez … Robert Lopez
Sophie Guillemin … Κα Guedj
David Serero … Κος Guedj
Hugues Delamarliere … Bernard Huissens
Amely Rakotoarimalala … Miangaly
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Robin Campillo, Gilles Marchand
Παραγωγή: Marie-Ange Luciani
Μουσική: Arnaud Rebotini
Φωτογραφία: Jeanne Lapoirie
Μοντάζ: Robin Campillo, Stephanie Leger, Anita Roth
Σκηνικά: Emmanuelle Duplay
Κοστούμια: Isabelle Pannetier
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: L’Ile Rouge
- Ελληνικός Τίτλος: Κόκκινο Νησί
- Διεθνής Τίτλος: Red Island
Παραλειπόμενα
- Επιστροφή στη σκηνοθεσία για τον Robin Campillo μετά από 6 χρόνια, και το 120 Χτύποι το Λεπτό.
- Η ταινία εμπεριέχει κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία του Campillo, μια και μεγάλωσε στη Μαδαγασκάρη την εποχή των τοπικών εξεγέρσεων.
- Κάποια γυρίσματα έγιναν στη Γαλλία, αφού τα σύνορα της Μαδαγασκάρης παρέμειναν καιρό κλειστά λόγω της πανδημίας.
- Ο μικρός Charlie Vauselle εντάχτηκε στο καστ μετά από μεγάλη αναζήτηση στο Παρίσι και τη δυτική Γαλλία, και κάνει εδώ το ντεμπούτο του στο σινεμά.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 27/9/2024
Έξι χρόνια μετά από το παλλόμενο 120 Χτύποι το Λεπτό που αγαπήθηκε δίκαια και δυναμικά, ο Ρομπέν Καμπιγιό επιστρέφει με μια ταινία ολότελα διαφορετικού ύφους, μεταπλάθοντας παιδικά του βιώματα σε κινηματογραφική ύλη. Στο Κόκκινο Νησί, ένα παιδί που δεν έχει κλείσει ακόμα μια δεκαετία ζωή μας ξεναγεί στον παράξενο κόσμο μια γαλλικής στρατιωτικής βάσης στην Μαδαγασκάρη του 1971. Η νησιωτική χώρα, τύποις ανεξάρτητη από το 1960, δεν έχει αποκοπεί από τα δεσμά που την κρατούν στο άρμα της μητροπολιτικής Γαλλίας. Τρανή απόδειξη αυτού οι συβαρίτες γάλλοι στρατιωτικοί (για να θυμηθούμε μια περιβόητη ομιλία στο ελληνικό κοινοβούλιο), που περιφέρονται στο νησί με τις οικογένειές τους, πλάνητες σε ξένη γη. Στο φόντο των αδιέξοδων φλερτ και των άσκοπων περιπλανήσεων που μοιράζονται, ορθώνεται σταδιακά η κοσμογονία της αποαποικιοποίησης.
Ο αξιόπιστος γάλλος δημιουργός επιχειρεί να παραθέσει τις σύνθετες καταστάσεις που δομούν τον πυρήνα της ταινίας μέσα από ένα ζευγάρι παιδικά μάτια που παλεύει να κατανοήσει τον κόσμο των ενηλίκων, σκοντάφτοντας σε περιπλοκότητες που φαντάζουν αχρείαστες. Όσο ο μικρός (άλτερ έγκο του Καμπιγιό) μαθαίνει σταδιακά να διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές που αφήνουν τα μισόλογα και τα υπαινικτικά βλέμματα των μεγάλων, τόσο η επισφάλεια κάνει πιο αισθητή την παρουσία τους στις ζωές τους. Μικροί και μεγάλοι, ο καθένας από το μετερίζι του και με τα δικά του άγχη, αντιλαμβάνεται ότι ο χρόνος στο νησί είναι μάλλον μετρημένος, η ζωή θα αλλάξει ραγδαία και ποιος ξέρει τι θα φέρει.
Το τέχνασμα είναι γνωστό και δοκιμασμένο, η ιστορία ενηλικίωσης ενός παιδιού παραλληλίζεται έντονα με τις πολιτικές ζυμώσεις μιας κοινωνίας που αναμένει ταραχώδεις αλλαγές και το προσωπικό δράμα τίθεται εντός του ευρύτερου κοινωνικού. Το αποτέλεσμα που προκύπτει δεν είναι τόσο συμπαγές όσο μίας Κλερ Ντενί για παράδειγμα, η οποία έχει κινηθεί σε παρεμφερή μονοπάτια, η αλλαγή της εστίασης δεν γίνεται ακριβώς ομαλά ενώ και οι διατυπώσεις περί αποικιοκρατίας είναι μάλλον άγουρες, υπενθυμίζοντας ότι η ασφάλεια που προσφέρει η παιδική οπτική στην αφήγηση δεν λειτουργεί πάντοτε ευεργετικά. Από την άλλη, όμως, το Κόκκινο Νησί είναι γεμάτο από ιδέες και στιγμές που μεταδίδουν γοητευτικά το κλίμα που επιζητά ο Καμπιγιό. Η ονειρώδης φωτογραφία, τα παστέλ χρώματα των ντεκόρ, οι εσωτερικές ερμηνείες που αιχμαλωτίζουν τη μελαγχολία της ραστώνης που δύει και μια σειρά από επιτυχημένες σεκάνς μεγάλης δραματουργικής σημασίας, όπως αυτές των κομιξάδικων παρεκβάσεων της ζωηρής φαντασίας του μικρού, δίνουν στο φιλμ έναν γλυκόπικρο τόνο που παραπέμπει σε αναξιόπιστες μνημονικές ανακατασκευές του παρελθόντος.
Μπολιασμένη με νοσταλγία που όμως δηλητηριάζεται από τις εκδηλώσεις ρατσισμού και ανισότητας τις οποίες το παιδί αφομοιώνει σιωπηρά, η ταινία του Καμπιγιό είναι ανισοβαρής και με τις γωνίες της υπερβολικά λείες, αλλά δεν παύει να αποτελεί μία όμορφη ματιά σε έναν κινηματογραφικά αθέατο κόσμο. Υπόκωφες εντάσεις, αργό τέμπο και βιωματικός τόνος συνθέτουν μια ιστορία που λαμβάνει χώρα στα στερνά της γαλλικής παρουσίας με όρους έκπτωσης από τον παράδεισο και ωδής στη χαμένη αθωότητα. Ίσως αυτός δεν είναι ένας εύστοχος τρόπος να αναμετρηθεί κανείς με την τραγωδία της αποικιοκρατίας, αλλά ως κινηματογραφική πρόταση είναι οπωσδήποτε αξιόλογη.
Βαθμολογία:
0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα