Έχασα το Σώμα μου
- J'ai Perdu Mon Corps
- I Lost My Body
- 2019
- Γαλλία
- Γαλλικά
- Αισθηματική, Δραματική, Κινούμενα Σχέδια, Νεανική, Σινεφίλ, Φαντασίας
Σε ένα παριζιάνικο εργαστήριο, ένα κομμένο χέρι απελευθερώνεται από τη δυστυχή μοίρα του και ξεκινά το ταξίδι της επανασύνδεσης με το σώμα στο οποίο ανήκε κάποτε. Σε μια ανατριχιαστική περιπέτεια σε ολόκληρη την πόλη, τίποτα δεν μοιάζει με εμπόδιο για την επανένωση με τον πιτσαδόρο πιτσιρικά Ναουφέλ. Οι αναμνήσεις του χεριού από την εποχή που ήταν με τον Ναουφέλ, και η αγάπη του για τη βιβλιοθηκάριο Γκαμπριέλ μπορεί να δώσουν απαντήσεις σχετικά με το τι προκάλεσε τον χωρισμό του χεριού, και θα αποτελέσουν το φόντο για μια πιθανή επανασύνδεση των τριών.
Σκηνοθεσία:
Jeremy Clapin
Κύριοι Ρόλοι:
Hakim Faris … Naoufel (φωνή)
Victoire Du Bois … Gabrielle (φωνή)
Patrick d’Assumcao … Gigi (φωνή)
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jeremy Clapin, Guillaume Laurant
Παραγωγή: Marc Du Pontavice
Μουσική: Dan Levy
Μοντάζ: Benjamin Massoubre
Σκηνικά: Jocelyn Charles, Jerome Florencie
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: J’ai Perdu Mon Corps
- Ελληνικός Τίτλος: Έχασα το Σώμα μου
- Διεθνής Τίτλος: I Lost My Body
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Grab [φεστιβάλ]
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Happy Hand του Guillaume Laurant.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας κινουμένων σχεδίων.
- Μεγάλο βραβείο για το τμήμα Εβδομάδα Κριτικής του φεστιβάλ Κανών.
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία κινουμένων σχεδίων στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας κινουμένων σχεδίων και μουσικής στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Τεχνική: τρισδιάστατο σχέδιο
- Χρειάστηκε 7 χρόνια για να παραχθεί.
- Στην αγγλική εκδοχή, στον Ναουφέλ δανείζει τη φωνή του ο Dev Patel, και στην Γκαμπριέλ η Alia Shawkat.
- Αμέσως μετά την πετυχημένη προβολή στις Κάνες, το Netflix απέκτησε τα δικαιώματα διανομής εκτός Γαλλίας.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 8/5/2020
Ευχάριστο γεγονός το ότι ένα είδος animation που δεν απευθύνεται σε παιδιά και που δεν έχει αμιγώς ντισνεϊκές καταβολές φαίνεται να ανοίγει τα «φτερά» του όλο και πιο πολύ σαν μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης με το πέρασμα των χρόνων, αλλά και το ότι χαίρει μια όλο και περισσότερο ευρείας αναγνώρισης, με το συγκεκριμένο φιλμ να βρίσκεται στην αντίστοιχη της κατηγορίας του οσκαρική πεντάδα για το 2020.
Το «Έχασα το Σώμα μου» αποτελεί μια παράξενη όσο και γοητευτική αλληγορία για την ενηλικίωση, το τραύμα της απώλειας, την αδυναμία ένταξης σε έναν ιδιόμορφο κι εχθρικό κόσμο, και τον έρωτα. Η τεχνική του σχεδίου, που συνδυάζει το δισδιάστατο με το τρισδιάστατο, εξυπηρετεί απόλυτα το ύφος που ακολουθείται, ισορροπώντας μεταξύ καθημερινών και υπερρεαλιστικών εικόνων, και αποτυπώνοντας ένα αλλόκοτο σύμπαν όπου το πραγματιστικό και το μεταφυσικό συνυπάρχουν μυστικά. Εξίσου συχνές εναλλαγές παρατηρούνται μεταξύ τρυφερότητας και σκληρότητας στο πεδίο των συναισθημάτων, με πρόθεση την απεικόνιση του μεταίχμιου της εφηβείας στο οποίο βρίσκονται οι δυο κεντρικοί ήρωες, αυτού του μεταβατικού σταδίου ανάμεσα στην αθωότητα και την αυτοσυνειδησία. Και παρόλο που ο Jeremy Clapin σαφώς επιχειρεί κάτι ιδιαίτερα φιλόδοξο εδώ, και μάλιστα στην πρώτη μεγάλου μήκους δουλειά του, το εγχείρημά του χαρακτηρίζεται από μια ταπεινότητα, με την αφήγηση να ακολουθεί τη δομή ενός παζλ, με στοιχεία από τις δυο παράλληλες ιστορίες να αποκαλύπτονται γραμμικά και σταδιακά (χωρίς ωστόσο να δημιουργείται σύγχυση στον θεατή από τις χρονικές εναλλαγές), και το οπτικό στιλ να είναι λιτά εκλεπτυσμένο, αλλά με αυτά τα γνωρίσματα ορθώς ποτέ να μην κορυφώνονται σε μια δημιουργική έπαρση.
Είναι αλήθεια πως στην προσπάθειά του να βάλει τον θεατή στη θέση του πρωταγωνιστή του, ο Clapin πολύ συχνά του συγχωρεί πολύ επιπόλαιες συμπεριφορές, χωρίς να επιθυμεί να τον παρουσιάσει, όχι απαραίτητα ως αντίηρωα, αλλά τουλάχιστον ως εν μέρει ελαττωματικό. Αλλά και η κατάληξη της ιστορίας, αν και σίγουρα βρίσκει τον κεντρικό ήρωα διαφορετικό από ό,τι στο ξεκίνημά της, είναι κάπως αντικλιμακτική σε σύγκριση με όσα έντονα έχουν προηγηθεί. Επίσης, δεδομένης της βασικής σεναριακής σύλληψης του βιβλίου το οποίο διασκευάζει το σενάριο, θα περίμενε κανείς λίγη περισσότερη «τρέλα» και πιο ζωηρή φαντασία στο μέρος της αφήγησης που επικεντρώνεται στο νοήμον χέρι. Παρόλα αυτά, πρόκειται για ένα φιλμ εγκάρδιο, το οποίο πολύ εύκολα μπορεί να καλύψει τις ατέλειές του απέναντι στη μερίδα του κοινού, που θα την κερδίσει το συγκινησιακό κομμάτι του. Ταυτόχρονα, το ταξίδι του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα προς την ωριμότητα διέπεται από μια αυθεντικότητα, ποτέ δεν μοιάζει να προσπαθεί να εκμαιεύσει με το ζόρι ηθικοπλαστικά μηνύματα, ενώ ελάχιστα υποκύπτει σε τετριμμένα σχήματα περί του τι είναι αντιληπτό ως πνευματική εξέλιξη ενός νεαρού ενήλικα.
Ξεχωριστής μνείας αξίζει η υπέροχη μουσική επένδυση του Dan Levy, που συμπυκνώνει πανέμορφα τη μελαγχολία και το μυστήριο του συνόλου, προσδίδοντάς του επιπλέον μια αίσθηση αέρινου και φευγαλέου. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς το συγκεκριμένο φιλμ μέχρι και να λατρεύεται από το εφηβικό και νεανικό κοινό, όχι αποκλειστικά λόγω της ηλικίας του πρωταγωνιστικού ντουέτου, αλλά και λόγω άλλων γνωρισμάτων που έχουν απήχηση σε αυτές τις ομάδες: τη γλυκόπικρη γεύση της κατακλείδας, τον τρόπο με τον οποίο υπεισέρχονται η σεξουαλικότητα και η βία στην πλοκή, ξαφνικά, σαν ενέσεις σοκ που διαταράσσουν την αγνότητα της ψυχοσύνθεσης των χαρακτήρων, τον μεθοδικό και κλιμακωτό τρόπο με τον οποίο χτίζονται οι σημαντικότερες εκ των διαπροσωπικών σχέσεων της ταινίας δημιουργώντας προσδοκίες. Ωστόσο, εν γένει, το «Έχασα το Σώμα μου» έχει χάρες που μπορούν να «μιλήσουν» και σε μεγαλύτερες ηλικίες, αρκεί να έχουν τεντωμένες τις κεραίες τους απέναντι στα ιδιαίτερα εκφραστικά μέσα του Clapin.
Και ακόμη κι αν υπάρχουν ατέλειες, σίγουρα ο απολογισμός είναι αυτός ενός κερδισμένου καλλιτεχνικού στοιχήματος, που δεν φοβάται να πάρει ρίσκα που δεν συνηθίζονται στο κινηματογραφικό είδος στο οποίο ανήκει.
Βαθμολογία: