Στο Κέντρο του Κύκλου
- Στο Κέντρο του Κύκλου
- Into the Centre of the Wheel
- 2016
- Ελλάδα
- Ελληνικά
- Ντοκιμαντέρ
- 05 Οκτωβρίου 2017
Παρακολουθούμε στιγμιότυπα από την καθημερινότητα τριών χαρακτήρων: ενός καθηγητή στατιστικής, ενός διανομέα ηλεκτρονικών ειδών και ενός οικοδόμου. Μιλάνε για κάποιες ασυνήθιστες εμπειρίες που είχαν ενώ έπαιζαν σαν ηθοποιοί σε ένα θεατρικό έργο της ΡΟΔΑ. 24 ώρες πριν από την παράσταση ξετυλίγεται καρέ-καρέ όλη η επίπονη διαδικασία της προετοιμασίας, μέχρι τη στιγμή που χτυπάει και το τελευταίο καμπανάκι και βγαίνουν ένας-ένας με ορμή στη σκηνή. Τότε η θεατρική εμπειρία γίνεται αναζήτηση του εαυτού μέσα στα σκοτεινά παρασκήνια ενός θερινού θεάτρου. Το «Στο Κέντρο του Κύκλου» είναι μια καταγραφή των μελών της θεατρικής ομάδας ΡΟΔΑ στο πνευματικό τους ταξίδι μέσα από τη θεατρική εμπειρία.
Σκηνοθεσία:
Ορφέας Περετζής
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ορφέας Περετζής
Παραγωγή: Ορφέας Περετζής
Φωτογραφία: Ορφέας Περετζής
Μοντάζ: Ορφέας Περετζής
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Στο Κέντρο του Κύκλου
Διεθνής Τίτλος: Into the Centre of the Wheel
Παραλειπόμενα
- Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία για τον Ορφέα Περετζή, μετά από μια σειρά ταινιών μικρού μήκους.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 3/10/2017
Το ντοκιμαντέρ του Ορφέα Περετζή ξεκινά προσπαθώντας να αποδώσει την εικόνα που έχουν κάποια εκ των μελών της θεατρικής ομάδας ΡΟΔΑ (ιδρυθείσα από τη μητέρα του σκηνοθέτη το 1991) για αυτό που κάνουν μέσω εξομολογήσεών τους μπροστά από την κάμερα, εκμαιεύοντας αρκετές ενδιαφέρουσες προσωπικές ιστορίες και αναλύοντας σε ένα βαθμό την εμπειρία του να είναι κανείς ηθοποιός, μένοντας μεν μέχρι αυτό το σημείο σε μια λεκτική περιγραφή, σε μια διήγηση χωρίς απεικόνιση, σίγουρα όμως διεισδύοντας κάπως πιο ουσιαστικά και δείχνοντας πιο πηγαίο σε σύγκριση με το απείρως πιο φιλόδοξο αλλά μη συγκροτημένο “Μήδεια… Κρείσσων των Εμών Βουλευμάτων”.
Μέχρις εδώ τα πράγματα είναι βατά με τον τρόπο που θα περίμενε κάποιος από μια τηλεοπτική δουλειά. Καθοριστικός είναι ο ρόλος του υποβλητικού σάουντρακ με ποικιλία ήχων, από ρυθμικά, τελετουργικά σχεδόν στον τρόπο χρήσης τους κρουστά μέχρι απόκοσμες φωνές που σαν να αποτελούν την ηχώ από τα αρχαία θέατρα στα οποία ανεβάζονταν οι τραγωδίες που ερμηνεύει σήμερα η ομάδα. Η χρήση του ασπρόμαυρου προκαλεί απορία στην αρχή. Προσδίδει όπως και να έχει μια διαφορετική, καλλιεπή αισθητική σε συνηθισμένες, καθημερινές εικόνες, με την κάμερα να συνθέτει ενίοτε και μερικά εκπληκτικά κάδρα, και πάλι όμως μέχρι να προχωρήσει το φιλμ στο κύριο θέμα του, δεν είναι απολύτως ξεκάθαρη η ουσία αυτής της επιλογής.
Όταν έρχεται η ώρα να καταγραφεί μια από τις παραστάσεις των συμμετεχόντων της ΡΟΔΑ, τότε γίνεται και πιο εμφανής η δημιουργική πρόθεση του Περετζή και αποκαλύπτεται ο πραγματικός λόγος της ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Αυτό που κινηματογραφείται, έχοντας την κάμερα να κινείται αποκλειστικά σχεδόν στο παρασκήνιο, με ελάχιστες «σφήνες» από αυτό που διαδραματίζεται επί σκηνής, παραπέμπει σε μια μυσταγωγία, μια φορτισμένη συναισθηματικά εμπειρία που ανάλογα με τη δεκτικότητα του θεατή μπορεί να παρασύρει και να υποβάλλει με τον τρόπο καταγραφής της. Φράσεις από ημερολόγια των ερασιτεχνών ηθοποιών παραθέτονται μαζί με στοιχειωτικές λήψεις, πολλές φορές και σε αργή κίνηση, σε μια προσπάθεια να αποτυπωθεί στην οθόνη αυτό που εξιστορούσαν τα μέλη της ομάδας στις συνεντεύξεις τους, η διαδικασία της μεταμόρφωσης της ύπαρξης σε κάτι άλλο, πέρα από τα στεγανά της ερμηνείας ενός ρόλου, που υπερβαίνει τη διάπλαση του χαρακτήρα σε ατομικό επίπεδο για να επιτευχθεί μια ταύτιση που καθιστά από ένα σημείο κι έπειτα τις κινήσεις και το λόγο σχεδόν αυτόματα ακόμη κι όταν ο πραγματικός εαυτός έχει φαινομενικά ξεχάσει τι να πει. Όλα αυτά κανονικά θα έπρεπε να συμβάλλουν στη μεγιστοποίηση της διανοητικής απόλαυσης που επιδιώκεται από τους συντελεστές, δυστυχώς όμως η όλη προσπάθεια κάπου λασπώνει.
Ένα βασικό φάουλ που διαπράττεται είναι ότι ενώ γίνονται πολλές αναφορές στο πως ακριβώς νιώθει επάνω στη σκηνή ο ερμηνευτής που καλείται να παίξει, η επιλογή να μείνει ο φακός στο παρασκήνιο, στο «κουκούλι» της διαδικασίας της μεταμόρφωσης χωρίς να παρουσιάζονται πολλές εικόνες για αυτό που βγαίνει τελικά στο κοινό και στο οποίο μετατρέπονται οι ηθοποιοί. Το κύριο όμως πρόβλημα είναι ότι αυτή η ψυχολογική και νοητική μετάβαση στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι κινηματογραφήσιμο. Τα αποτελέσματά της είναι ορατά στους κοινωνούς αυτού του βιώματος, όμως όλη η διαδρομή για να φτάσουν σε αυτό το στάδιο είναι αποτέλεσμα μιας εσωτερικής διεργασίας που φυσικά είναι αδύνατο να δει κάποιος. Φιλότιμες λοιπόν οι απόπειρες μετάδοσης ενός ιδιαίτερου κλίματος με μια εξεζητημένη αισθητική, δυστυχώς όμως δεν καταφέρνει να βάλει πραγματικά σε βάθος στην όλη δημιουργική ζύμωση. Αυτό δεν σημαίνει ότι απουσιάζει το ενδιαφέρον, κάθε άλλο, πέραν της θεατρικής θεματολογίας υπάρχει και κάτι το ξεχωριστό φορμαλιστικά που καθιστά την παρακολούθηση αν μη τι άλλο πιο συναρπαστική από ότι αν επιλεγόταν ένας πιο συμβατικός σκηνοθετικός δρόμος.
Από αυτήν την άποψη, το “Στο Κέντρο του Κύκλου” έχει κάτι να προσφέρει, ψυχαγωγώντας όμως εν τέλει όπως θα έκανε ένα τρένο υψηλής ταχύτητας σε λούνα παρκ κι όχι όπως ένα βιβλίο γύρω από το αντικείμενο που πραγματεύεται.
Βαθμολογία: