Ημέρα Ανεξαρτησίας: Νέα Απειλή
- Independence Day: Resurgence
- Independence Day 2
- 2016
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Μανδαρινικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Έπος, Καταστροφής, Περιπέτεια
- 23 Ιουνίου 2016
Χρησιμοποιώντας εξωγήινη τεχνολογία, τα έθνη της Γης, αναμένοντας την επιστροφή των εισβολέων, έχουν συνεργαστεί σε ένα τεράστιο αμυντικό πρόγραμμα για να προστατεύσουν τον πλανήτη. Αλλά τίποτα δεν μπορεί να μας προετοιμάσει για την προχωρημένη και χωρίς προηγούμενο δύναμη των εξωγήινων. Μόνο η ευφυΐα μερικών γενναίων ανδρών και γυναικών μπορούν να σώσουν τον κόσμο μας από τον απόλυτο αφανισμό.
Σκηνοθεσία:
Roland Emmerich
Κύριοι Ρόλοι:
Liam Hemsworth … Jake Morrison
Jeff Goldblum … David Levinson
Jessie T. Usher … Dylan Hiller
Bill Pullman … Thomas J. Whitmore
Maika Monroe … Patricia Whitmore
Sela Ward … πρόεδρος Elizabeth Lanford
William Fichtner … στρατηγός Joshua T. Adams
Judd Hirsch … Julius Levinson
Brent Spiner … Δρ Brakish Okun
Patrick St. Esprit … υπουργός Reese Tanner
Vivica A. Fox … Jasmine Dubrow-Hille
Angelababy … Rain Lao
Charlotte Gainsbourg … Δρ Catherine Marceaux
Deobia Oparei … Dikembe Umbutu
Nicolas Wright … Floyd Rosenberg
Travis Tope … Charlie Miller
Chin Han … στρατηγός Jiang Lao
Gbenga Akinnagbe … πράκτορας Matthew Travis
Robert Loggia … στρατηγός William Grey
Joey King … Sam Blackwell
Mckenna Grace … Daisy Blackwell
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Nicolas Wright, James A. Woods, Dean Devlin, Roland Emmerich, James Vanderbilt
Στόρι: Dean Devlin, Roland Emmerich, Nicolas Wright, James A. Woods
Παραγωγή: Dean Devlin, Roland Emmerich, Harald Kloser
Μουσική: Harald Kloser, Thomas Wanker
Φωτογραφία: Markus Forderer
Μοντάζ: Adam Wolfe
Σκηνικά: Barry Chusid
Κοστούμια: Lisy Christl
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Independence Day: Resurgence
- Ελληνικός Τίτλος: Ημέρα Ανεξαρτησίας: Νέα Απειλή
- Εναλλακτικός Τίτλος: Independence Day 2 [ανεπίσημος]
- Εναλλακτικός Τίτλος: IDR [σύντομος]
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Μέρα Ανεξαρτησίας (1996)
Σεναριακή Πηγή
- Σενάριο (χαρακτήρες): Μέρα Ανεξαρτησίας των Dean Devlin, Roland Emmerich.
Παραλειπόμενα
- Το σίκουελ της Μέρας Ανεξαρτησίας (1996) βρίσκονταν υπό συζήτηση σχεδόν άμεσα με την έξοδο του πρώτου στις αίθουσες. Κάποτε ο παραγωγός Dean Devlin δήλωσε πως μετά τις επιθέσεις της 9/11, το σκέφτηκε πιο ώριμα να κάνει το φιλμ. Έκανε ένα πρώτο δοκιμαστικό στόρι μαζί με τον Emmerich, και τον Μάη του 2004 δήλωσε πως εγκαταλείπει την ιδέα, μην ξέροντας πώς να το συνεχίσει. Τον Οκτώβριο του 2009, ο Emmerich δήλωσε πως κάνει νέα σχέδια για το σίκουελ. Μάλιστα, δήλωσε πως σχεδίαζε να το πάει σε τριλογία. Και οι δύο συνέχειες πρόβλεπαν τον Will Smith ως κεντρικό χαρακτήρα, αλλά ο μισθός που ζήτησε απορρίφθηκε από τη Fox. Τον Μάρτιο του 2013, ο Emmerich ανακοίνωσε πως τα δύο σίκουελ θα ονομάζονται ID Forever Part I και ID Forever Part II. Εντέλει, τον Νοέμβριο του 2014 η Fox έδωσε το πράσινο φως μονάχα σε ένα σίκουελ.
- Η ταινία αφιερώθηκε στον Robert Loggia, όντας μία από τις έσχατες της καριέρας του.
- Η Mae Whitman αρνήθηκε την εκ νέου συμμετοχή της και αντικαταστάθηκε από τη Maika Monroe. Υποψήφιες για τον ίδιο ρόλο ήταν οι: Gabriella Wilde, Britt Robertson, Merritt Patterson και Lucy Boynton.
- Διάφορα μυθιστορήματα και κόμικ έκαναν την εμφάνιση τους παράλληλα με την προώθηση του φιλμ. Σε αυτά υπάρχει το Independence Day: Crucible, που αποτελεί πρίκουελ της ταινίας, και το 6απλό κόμικ Independence Day: Dark Fathom που τοποθετείται χρονικά ανάμεσα στις δύο ταινίες.
- Το βρετανικό τμήμα της 20th Century Fox επιστράτευσε τη Manchester United, βγάζοντας σποτ με τη συμμετοχή παικτών όπως οι Chris Smalling, Daley Blind, Ashley Young, Juan Mata και Wayne Rooney.
- Το κόστος έφτασε στα 165 εκατομμύρια δολάρια, με τα έσοδα να αγγίζουν τα 389,7.
- Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Στους τίτλους τέλους ακούγονται δύο τραγούδια. Το Electric U με τον Kid Bloom, και η διασκευή Bang Bang (My Baby Shot Me Down) με τη φωνή της Annie Trousseau. Αμφότερα, κυκλοφόρησαν και σε σινγκλ.
Κριτικός: Γιώργος Δαβίτος
Έκδοση Κειμένου: 23/6/2016
Η «Ημέρας Ανεξαρτησίας» παραμένει ακόμα και σήμερα μία από τις ταινίες ορόσημο της δεκαετίας του 1990. Ένα μεγαλειώδες, σχεδόν ασύλληπτων διαστάσεων, sci-fi μπλοκ-μπάστερ που εδραίωσε τη «φόρμουλα» των συγκεκριμένων ταινιών, βρίσκοντας τη σωστή ισορροπία μεταξύ θεάματος και ευφυΐας. Είκοσι χρόνια μετά, οι εξωγήινοι επιστρέφουν στην οθόνη στο πολυσυζητημένο σίκουελ της ταινίας του Ρόλαντ Έμεριχ, με τον ευφάνταστο τίτλο «Ημέρα Ανεξαρτησίας: Νέα Απειλή». Και δυστυχώς για όλους τους φαν, τόσο της ταινίας του 1996 όσο και των ταινιών μπλοκ-μπάστερ, απογοητεύει πέρα για πέρα, φτάνοντας πάτο.
Όπως όλα τα τελευταία έργα του Έμεριχ («Λευκός Οίκος: Η Πτώση», «2012», «10.000 π.Χ.»), έτσι κι αυτό είναι κατά κύριο λόγο ένα 165 εκατομμύριων παιχνίδι, που μοναδική αποστολή του είναι το πόσα λεφτά θα βγάλει. Ως εκ τούτου, οι λίγες απλές απολαύσεις της αρχικής ταινίας έχουν παραμεριστεί, με τους συντελεστές της να ξεχνούν ότι «δημιουργούν» ένα φιλμ για το σύγχρονο κοινό χρησιμοποιώντας μοτίβα και διαλόγους που καλύτερο θα ήταν να παραμείνουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Διαθέτοντας μια πλοκή πάνω κάτω ίδια με τον προκάτοχο της, αυτή η «Νέα Απειλή» κάνει, από το πρώτο κιόλας λεπτό του έργου, απόλυτα αισθητό το πόσο προχειροφτιαγμένη είναι. Το σενάριο των, πέντε παρακαλώ, σεναριογράφων ξεκινά προσπαθώντας να μας δείξει τι συμβαίνει στον πλανήτη δυο δεκαετίες μετά την απόκρουση της πρώτης εισβολής. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την εξωγήινη τεχνολογία προς όφελος τους, ο κόσμος όλος έχει γίνει μια ειρηνική παρέα και άλλα τέτοια. Και πάνω που όλα είναι καλά και ωραία και ο κόσμος ετοιμάζεται για να γιορτάσει την επέτειο όσων συνέβησαν στην πρώτη ταινία, τσουπ σκάει ένα διαστημόπλοιο. Ο κόσμος αρχίζει να τρέχει μανιωδώς, οι βόμβες πάνε και έρχονται, και εσύ σαν θεατής έχεις αρχίσει ήδη να βάζεις στοιχήματα για το ποια μνημεία θα καταστραφούν αφού τίποτα από όσα βλέπεις δεν σε αφορά. Και αυτό, γιατί, χιλιόμετρα μακριά από το δεξιοτεχνικό κι αγχωτικό χτίσιμο έντασης που υπήρχε στην πρώτη μία ώρα της «Ημέρας Ανεξαρτησίας», εδώ είναι ξεκάθαρο ότι το έργο βιάζεται να φτάσει στα εφέ και τις εκρήξεις χωρίς να το νοιάζει κάτι άλλο. Σε έναν αχταρμά από σκηνές όπου πράγματα απλά εννοούνται ή προσπαθούν να εξηγηθούν επιστημονικά με τον πιο βλακώδες τρόπο, τα πάντα και οι πάντες έχουν ως στόχο το ξεκίνημα της καταστροφής του κόσμου.
Χωρίς να υπάρχει λοιπόν ουσιώδες σενάριο, ξεκινάει ο αφανισμός του ανθρώπινου είδους και καθώς το έργο προχωρά συνειδητοποιείς ακόμα ένα βασικό πρόβλημα. Δεν υπάρχει πρωταγωνιστής. Και αφού δεν υπάρχει πρωταγωνιστής, δεν υπάρχει κάτι που μπορεί το κοινό να υποστηρίξει ή να πιαστεί από αυτό. Και το χειρότερο, όχι μόνο δεν υπάρχει κεντρικός ήρωας, αλλά η ιστορία ασχολείται με δεκαέξι διαφορετικούς χαρακτήρες. Δεκαέξι ρόλοι έχουν γραφτεί και ο κάθε ένας από αυτούς έχει μία τουλάχιστον «σημαντική» σκηνή. Ας το ξαναπούμε… δεκαέξι! Κάπου στα μέσα της ταινίας, κι αφού έχουν σκοτώσει 3-4, οι σεναριογράφοι αντιλαμβάνονται ότι το πράγμα δεν λειτουργεί. Χωρίς να τους περάσει καν από το μυαλό να κάτσουν και να το ξαναγράψουν από την αρχή, αποφασίζουν να το φορτώσουν με άσχετες και σχετικές σκηνές με συναίσθημα και χωρατά μήπως και τσιμπήσουμε και δεν καταλάβουμε ότι το όλο πράγμα βρωμάει. Η λογική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη ενός ανούσιου ομοφυλοφιλικού έρωτα, κοπιαρισμένες σκηνές από το πρώτο, χιλιάδες κοντινά για κάθε πατριωτική ατάκα και κάτι για μια συμμαχία των πολιτισμών του σύμπαντος. Για να σας δώσω να καταλάβετε το πόσο κακό είναι, μέσα σε όλα αυτά υπάρχει μια αδιανόητα κακή σκηνή με τον Λίαμ Χέμσγουορθ να κάνει κωλοδάχτυλο στους εξωγήινους και να τους κατουράει το διαστημόπλοιο.
Κάνοντας τον δικηγόρο του διαβόλου, σκέφτομαι ότι όλα αυτά δεν νοιάζουν τους περισσότερους. Πολύς κόσμος θα πάει για τις επικές μάχες, τις γεμάτες αδρεναλίνη σκηνές και τη δράση. Δυστυχώς, όμως, ούτε σε αυτό το κομμάτι το έργο δεν ανταπεξέρχεται θετικά. Οι σκηνές δράσης αποτελούνται κυρίως από κοντινά πλάνα των ηθοποιών που εξηγούν την πλοκή ο ένας στον άλλον, το μέγεθος είναι τέτοιο που το «bigger is better» γυρίζει μπούμερανγκ λειτουργώντας αρνητικά, και τα εφέ δεν προσφέρουν κάτι νέο, απλά μας θυμίζουν άλλες σκηνές σε ανώτερες ταινίες. Ο σχεδιασμός των εξωγήινων είναι επίσης εξίσου τεμπέλικος με τη γιγαντιαία εξωγήινη βασίλισσα να μοιάζει επικίνδυνα με τον κακό από τα «Χελωνονιντζάκια ΙΙ» και το φιλικό ρομπότ της παρέας των καλών να είναι ίδιο με την EVE στο «Γουόλ-Υ».
To τέλος της ταινίας θέτει τη πιθανότητα πολλαπλών συνεχειών. Αν όντως υπάρξει τρίτο μέρος, ας ελπίσουμε ότι δεν θα είναι ιδίας προβλέψιμης και περιορισμένης νοημοσύνης όπως αυτή η ψυχρή υπολογισμένη μηχανή, η οποία αγκομαχά να δικαιολογήσει την κληρονομιά της και συνθλίβεται κάτω από την ίδια της τη βλακεία.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 28/4/2017
Κι όμως, τα εφέ είναι πιο εξελιγμένα (κάτι το φυσιολογικό, βέβαια), κι όμως, η περιπέτεια είναι έναν πήχη ψηλότερα, παρόλα αυτά φοβάμαι πως ακόμα και οι φαν του ορίτζιναλ μέρους δεν θα προτιμήσουν αυτό το σίκουελ από την ταινία του 1996. Ίσως φταίει και η αλλαγή στον τρόπο που βλέπουμε πια τα blockbuster, και η ταινία του Ρόλαντ Έμερικ δεν κεντρίζει τα βασικά σημεία που οι σημερινές υπερπαραγωγές, όπως αυτές με τους υπερήρωες, προσέχουν. Για να είμαστε πιο ακριβείς, δεν έχουμε στην ουσία σενάριο, ενώ οι χαρακτήρες ελάχιστα μας ενδιαφέρουν. Η δε έλλειψη από το καστ του Γουίλ Σμιθ μειώνει τους τόνους νοσταλγίας, που απεγνωσμένα η ταινία προσπαθεί να μεταφέρει στο κοινό. Έχουμε δηλαδή το βαρετά αναμενόμενο. Μια επανάληψη της παλιότερης ταινίας, με φόντο το «περισσότερο» στα επιμέρους τεχνικά σημεία. Κι ένα από αυτά, ο αμερικανικός πατριωτισμός…
Βαθμολογία: