Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
- Il Vangelo Secondo Matteo
- The Gospel According to St. Matthew
- 1964
- Ιταλία
- Ιταλικά
- Δραματική, Εποχής, Θρησκευτική, Πολιτική, Σινεφίλ
Η ζωή του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με τις καταγραφές του κατά Ματθαίου ευαγγελίου.
Σκηνοθεσία:
Pier Paolo Pasolini
Κύριοι Ρόλοι:
Enrique Irazoqui … Ιησούς Χριστός
Margherita Caruso … Μαρία (νεότερη)
Susanna Pasolini … Μαρία (γηραιότερη)
Marcello Morante … Ιωσήφ
Mario Socrate … Ιωάννης ο Βαπτιστής
Settimio Di Porto … Πέτρος
Alfonso Gatto … Ανδρέας
Luigi Barbini … Ιάκωβος
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Pier Paolo Pasolini
Παραγωγή: Alfredo Bini
Μουσική: Luis Bacalov
Φωτογραφία: Tonino Delli Colli
Μοντάζ: Nino Baragli
Σκηνικά: Luigi Scaccianoce
Κοστούμια: Danilo Donati
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Il Vangelo Secondo Matteo
- Ελληνικός Τίτλος: Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
- Διεθνής Τίτλος: The Gospel According to St. Matthew
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: The Gospel According to Matthew [Μεγ. Βρετανία]
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Ιησούς ο Ναζωραίος (1923)
- Ο Βασιλεύς των Βασιλέων (1927)
- Ο Βασιλεύς των Βασιλέων (1961)
- Η Ωραιότερη Ιστορία του Κόσμου (1965)
- Ιησούς Χριστός, Υπέρλαμπρο Άστρο (1973)
- Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ (1977)
- Ιησούς (1979)
- Ο Τελευταίος Πειρασμός (1988)
- Τα Πάθη του Χριστού (2004)
- Ο Υιός του Θεού (2014)
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ μουσικής (διασκευή ή μεταχείριση), σκηνικών και κοστουμιών.
- Υποψήφιο για Bafra βραβείο Ηνωμένων Εθνών.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Ειδικό βραβείο επιτροπής.
Παραλειπόμενα
- Ο Pasolini ακολουθεί πιστά τη δομή του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και χρησιμοποιεί αποκλειστικά το κείμενό του, χωρίς να προσθέτει ούτε λέξη δική του. Δεν αποπειράται καμία ιστορική ανασύνθεση. Είναι γυρισμένη με απόλυτο ρεαλισμό, σε χωριά της νότιας Ιταλίας, φτωχά χωριά με τα παμπάλαια σπίτια τους. Το όραμα του Pasolini είναι ταυτοχρόνως βαθύτατα θρησκευτικό και σκόπιμα πολιτικό, καθώς ο Μεσσίας παρουσιάζεται σαν ένας χωριάτης παρίας, παρακινούμενος από την οργή του για την κοινωνική αδικία.
- Η εφημερίδα L’Osservatore Romano του Βατικανού είχε γράψει ότι είναι η καλύτερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ για τον Χριστό.
- Ο Pasolini είχε πρώτα εμφανίσει την εικόνα του Μεσσία το 1963 στο μικρού μήκους La Ricotta (μέρος της ψηφιδωτής ταινίας RoGoPaG), που τον είχε οδηγήσει σε φυλάκιση λόγω βλασφημίας. Έπειτα, ο ιταλός δημιουργός αποδέχτηκε την πρόταση που είχε κάνει ο πάπας John XXIII για διάλογο με μη καθολικούς καλλιτέχνες, όπου έλαβε χώρα σε μοναστήρι της Ασίζης. Εκεί βρήκε την ευκαιρία στο ξενοδοχείο ο Pasolini να διαβάσει τα τέσσερα ευαγγέλια, και δήλωσε άμεσα πως η ιδέα να μεταφέρει στο σινεμά κάτι από αυτά, σκίαζε κάθε άλλη του ιδέα. Όταν αργότερα ρωτήθηκε πώς αυτός ένας άθεος ασχολείται με την Καινή Διαθήκη, απάντησε ότι μπορεί να είναι άθεος, αλλά διατηρεί μια νοσταλγία για την πίστη.
- Το 2007, κυκλοφόρησε μια χρωματισμένη εκδοχή από την ντουμπλαρισμένη κόπια στα αγγλικά, η οποία και διαρκούσε μόλις 91 λεπτά.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η μουσική που ακούγεται κυμαίνεται από Johann Sebastian Bach σε Odetta (Sometimes I Feel Like a Motherless Child) και Blind Willie Johnson (Dark Was the Night, Cold Was the Ground), ως και τα παραδοσιακά εβραϊκά Kol Nidre και Gloria, ερμηνευμένα υπό την κονγκολέζικη εκδοχή των Missa Luba. Ο Pasolini δήλωσε για το σάουντρακ ότι όλα αφορούν την πίστη, και προέρχονται από διάφορα μέρη του πλανήτη με διαφορετικούς πολιτισμούς και θρησκευτικά συστήματα.
Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου
Έκδοση Κειμένου: 16/4/2014
Είναι πολλά αυτά που μπορούν να ειπωθούν για την κινηματογραφική και όχι μόνο ιδιοφυία, που ακούει στο όνομα Pier Paolo Pasolini. Για τον οραματισμό, την οργισμένη του ματιά, τον λόγο του περιθωρίου, τη διάθεση να προκαλέσει, τη βαθιά θλίψη και την υπαρξιακή ανησυχία. Την κοινωνική και συναισθηματική αναζήτηση της ουτοπίας του. Το οξύμωρο της ζωής και του θανάτου του. Στοιχεία που τόσο περίτεχνα, λιτά κι απόλυτα αποτυπώνονται σε μια από τις καλύτερές του ταινίες, στην κατά την προσωπική μου γνώμη «θρησκευτικότερη» ταινία που γυρίστηκε ποτέ.
Ο ιταλός σκηνοθέτης, αλλά και μεγάλος θεωρητικός του κινηματογράφου, παραδίδει στο κοινό μια ταινία στην οποία αναμιγνύονται ο κινηματογράφος της ποίησης και της πρόζας, του πολιτικού και του καλλιτεχνικού λόγου, μια ταινία που χαρακτηρίστηκε από τους απανταχού κριτικούς ως αριστούργημα, που κέρδισε το ειδικό βραβείο στο Φεστιβάλ των Κανών, που συνθέτει με απόλυτο ρεαλισμό την πιο ευλαβική κινηματογραφική απόδοση της ζωής του Χριστού. Ο Pasolini, μένοντας απόλυτα πιστός στο πιο λιτό, προσιτό και σχεδόν καθόλου μεταφυσικό από τα Ευαγγέλια, χρησιμοποιώντας στην ουσία μόνο το μισό κείμενο, δημιουργεί μια εξαιρετική, ποιητική ταινία, γεμάτη από «νοσταλγία πίστης», όπως χαρακτηριστικά δήλωνε. Δεν προσθέτει ούτε μία δικιά του λέξη στους διαλόγους (ο ίδιος άλλωστε υπογράφει και το σενάριο), εντούτοις καταφέρνει να εστιάσει ακριβώς εκεί που θέλει, στην επαναστατικότητα του ευαγγελικού λόγου. Ο Χριστός του είναι απλός, στον αντίποδα των χολιγουντιανών υπερπαραγωγών. Η θεϊκή του φύση, μέσω θαυμάτων ή μεταμορφώσεων, δεν αποδίδεται εσκεμμένα. Αντίθετα, ο λόγος του είναι βαθύτατα αισθαντικός, αλλά και πύρινος, με έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά και μηνύματα. Τα πάθη του δεν αποδίδονται μέσω βασανιστηρίων που εκμαιεύουν συγκίνηση, αλλά μέσω της τραγικότητας της διήγησης, του ήχου και της εικόνας. Η ταινία είναι γυρισμένη στον πάμφτωχο ιταλικό νότο, γεμάτη από βουβές εικόνες αδικίας και καταπίεσης. Ο λόγος είναι άμεσος κι ελεύθερος, και ο σκηνοθέτης ντύνοντας με εικόνες την κριτική του απέναντι στην κοινωνία, καταγράφει πιστά, χωρίς να κρίνει. Το έργο διέπεται από έναν χαρακτηριστικό σεβασμό, δίχως όμως τον παραμικρό δογματισμό και χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να προσηλυτίσει.
Το καστ αποτελείται κυρίως από ερασιτέχνες ηθοποιούς και συμπληρώθηκε από ένα σύνολο συγγραφέων, διανοουμένων κι ακαδημαϊκών του κύκλου του σκηνοθέτη. Τον Χριστό υποδύεται ένας ισπανός φοιτητής που ο Pasolini γνώρισε τυχαία, ενώ στον ρόλο της Παναγίας εμφανίζεται η γερασμένη μητέρα του σκηνοθέτη, που παραδίδει μαθήματα απόγνωσης και θρήνου, γεμίζει την οθόνη με απόλυτη θλίψη, με έναν βουβό αλλά ταυτόχρονα εκκωφαντικό πόνο, χαρακτηριστικό της τραγικότητας του ανθρώπου, της τραγικότητας της ιδέας που «πάντα, όλα τα διαψεύδει». Της ιδέας του θανάτου.Η μουσική της ταινίας είναι επιλεγμένη από τον ίδιο τον ιταλό δημιουργό και φέρει ξεκάθαρα την καλλιτεχνική του σφραγίδα. Επενδύει ιδανικά τις σκηνές και μαζί με τις ξεκάθαρες αναφορές των εικόνων σε άλλες μορφές τέχνης, όπως η ζωγραφική και η ποίηση, αποτυπώνει την οικουμενικότητα και μετουσιώνει την αναζήτηση της ιδέας του ιερού και του σπαρακτικού που χαρακτηρίζουν, εκτός των άλλων, όλο το έργο του. Από τον Bach και τον Mozart, μέχρι τον Luis Bacalov και από τον Prokofiev μέχρι τα σπιρίτσουαλ ακούσματα των Missa Luba και τα ρωσικά λαϊκά τραγούδια, όλα εξυπηρετούν τη ροή της διήγησης, τη μινιμαλιστική ομορφιά, την καθολικότητα του εγχειρήματος.
Το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» είναι μια συγκλονιστική, μια συνταρακτική μεταφορά. Δεν διεκδικεί κανένα βραβείο ιστορικής ορθότητας ως προς τα κουστούμια ή τα χτενίσματα, χωρίς αυτό βέβαια να παίζει απολύτως κανέναν ρόλο. Μέσα από έναν ύμνο στην τέχνη, στην ποίηση ειδικότερα, διαφοροποιείται από όλες τις άλλες αντίστοιχες ταινίες και καινοτομεί προσφέροντας τον καθηλωτικό λόγο του «πρώτου επαναστάτη», αλλά και το σπαραγμό, τη θλίψη, την απόγνωση του πόνου που γεννά η πίστη.
Λόγια του ίδιου: «Έβαλα σ` αυτήν την ταινία το έργο μου και τη ζωή μου. Έπρεπε να διηγηθώ μια ιστορία στην οποία δεν πίστευα. Έπρεπε να βυθιστώ στην ψύχη ενός που πιστεύει…» Δυστυχώς για τους (φανατικούς) Χριστιανούς, αυτός ο κουμουνιστής ομοφυλόφιλος έφτιαξε την καλύτερη θρησκευτική ταινία…
Βαθμολογία: