
Ρώμη, δύο χρόνια πριν το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Μαρσέλο ζει μια απόλυτα συμβατική ζωή. Δουλεύει για το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, είναι παντρεμένος με μια μικροαστή αλλά κοινωνικά αποδεκτή γυναίκα, και πηγαίνει στην εκκλησία ανά τακτά διαστήματα. Ο Μαρσέλο θα βρεθεί όμως αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεών του, όταν θα του ζητήσει το αφεντικό του να σκοτώσει έναν πρώην καθηγητή του.
Σκηνοθεσία:
Bernardo Bertolucci
Κύριοι Ρόλοι:
Jean-Louis Trintignant … Marcello Clerici
Stefania Sandrelli … Giulia
Gastone Moschin … πράκτορας Manganiello
Dominique Sanda … Anna Quadri
Enzo Tarascio … καθηγητής Luca Quadri
Fosco Giachetti … ο συνταγματάρχης
Jose Quaglio … Italo Montanari
Pierre Clementi … Pasqualino ‘Lino’ Semirama
Yvonne Sanson … η μητέρα της Giulia
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Bernardo Bertolucci
Παραγωγή: Maurizio Lodi-Fe
Μουσική: Georges Delerue
Φωτογραφία: Vittorio Storaro
Μοντάζ: Franco Arcalli
Σκηνικά: Ferdinando Scarfiotti
Κοστούμια: Gitt Magrini
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Il Conformista
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Κονφορμίστας
- Διεθνής Τίτλος: The Conformist
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ο Κομφορμίστας
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Il Conformista του Alberto Moravia.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας στα David di Donatello.
Παραλειπόμενα
- Ο Trintignant έμαθε να απαγγέλλει τις ατάκες του στα ιταλικά, αλλά στην ταινία είναι ντουμπλαρισμένος από τον Sergio Graziani.
- Στο φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου έκανε και πρεμιέρα, δεν είχε την ευκαιρία να διαγωνιστεί για βραβεία, επειδή το φεστιβάλ βρέθηκε σε αναταραχή μετά την αντιπολεμική ταινία o.k. του Michael Verhoeven, έκλεισε αυτόματα πόρτες τρεις ημέρες πριν τη λήξη, και βραβεία δεν δόθηκαν ποτέ.
- Όταν ο Κλερίτσι ζητάει να τον συνδέσουν τηλεφωνικά με τον Κουάντρι, ο αριθμός που δίνεται ήταν ο αληθινός του Jean-Luc Godard, του ινδάλματος του Bertolucci. Στη συνομιλία που ακολουθεί, ακούγεται η εναρκτήρια φράση του Ο Μικρός Στρατιώτης (1963).
- Ο σκηνοθέτης είχε πρώτα προσεγγίσει την Brigitte Bardot για τον ρόλο της Άννα Κουάντρι.
- Το 2011, έγινε αποκατάσταση του φιλμ σε 2K τεχνολογία, η οποία και κυκλοφόρησε σε Blu-Ray.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 16/9/2008
Φανταστείτε τον Bernardo Bertolucci τριάντα ετών, όσο ήταν όταν έκανε τον Κομφορμίστα. Προσωπικά τον φαντάζομαι σαν έναν φοιτητή σχολής τέχνης, αφοσιωμένο στους λέκτορες του. Από τον Fellini παρατηρεί την απεριττότητα κάθε σκηνής και τη χρήση τρίτων προσώπων. Από τον Antonioni διδάσκεται την αποστασιοποίηση από τον ήρωα. Από τον Pasolini παίρνει μαθήματα ύφους και ερμηνείας. Από τον De Sica εμπνέεται τη δύναμη της σκηνής και τη χορευτική κίνηση της κάμερας. Τι τύχη, όμως! Δίπλα του κάθεται ο Vittorio Storaro και… ζωγραφίζει το θρανίο του…
Η πρώτη μεγάλη ταινία του Bertolucci που ποτέ δεν ήταν καλύτερος, κάτι συνηθισμένο τότε για το σινεμά των δημιουργών, ενώ, συνήθως, σήμερα ωριμάζουν με την πάροδο του χρόνου. Η ιστορία μάς μεταφέρει στην φασιστική Ιταλία, στα τέλη των 1930. Ο ήρωας μας παροτρύνεται από τη θέληση για φυσιολογική ζωή, αλλά έχει μπερδέψει την ομαλότητα με τον κομφορμισμό. Όταν θα βρεθεί μπροστά σε ηθικά διλλήματα, δεν θα βρει καμία λύση, ακριβώς γιατί δεν είναι εξοπλισμένος ιδεολογικά. Οι φασιστικές του ιδέες υπάρχουν μονάχα για να συμβαδίζει με το σύνολο, και τα ερωτικά του πάθη συνδέονται άρρηκτα με αυτές.
Σε μια σκηνή, η ηρωίδα, που ερμηνεύει η Dominique Sanda θα τον αποκαλέσει «σκουλήκι». Και ο Bertolucci θα συμφωνήσει. Έχει δανειστεί από το αριστούργημα του Αλμπέρτο Μοράβια έναν ήρωα με τον οποίο δεν μοιράζεται τίποτα κοινό, δεν θέλει καν να τον ξέρει. Τον πετάει στο κοινό, όπως πέταγαν οι Ρωμαίοι τους Χριστιανούς στην αρένα. Είναι ένα απόλυτο σινεμά-αποστασιοποίησης. Κάποτε είχαν ρωτήσει τον αείμνηστο Μάνο Κατράκη γιατί ερμηνεύει τους πλούσιους και τους κακούς. Και αυτός απάντησε… «ακριβώς για να φανεί ποιοι είναι» Αυτό κάνει και ο ριζοσπάστης Bertolucci, παρουσιάζει άψογα τον Ιταλό που δεν θέλει να είναι. Τον Ιταλό που ξεγλιστρά των συνθηκών και ενσωματώνεται στο σύστημα, πέρα από χρωματισμούς.
Η ταινία δεν είναι μονάχα το σενάριο, δεν είναι οι πλαστικά άψογες ερμηνείες του Trintignant και των άλλων, είναι και η εικόνα. Ο μεγαλύτερος διευθυντής φωτογραφίας του 20ου αιώνα, ο Vittorio Storaro, ζωγραφίζει τα ιμπρεσιονιστικά πλάνα του φίλου του. Νέος κι αυτός τότε, φανερώνει την αδυναμία του στο γαλάζιο της νύχτας, και χαίρεται να παίζει με τις γωνίες που του χαρίζει απλόχερα ο Bertolucci. Ο Georges Delerue ντύνει διακριτικά την εικόνα με ήχο και το αποτέλεσμα είναι ένας ζωντανός Μονέ.
Γενικά, τι άλλο να πεις, απλά αριστούργημα! Ό,τι καλύτερο έκανε ποτέ ο Bertolucci. Το πολιτικό σινεμά, που άγγιξε τον σκηνοθέτη στις αρχές της καριέρας του, είναι εδώ σε δεύτερο πλάνο, αφού ο Bertolucci βλέπει πλέον τον παράγοντα άνθρωπο μέσα στις πολιτικό-κοινωνικές συνθήκες και, συγκεκριμένα εδώ, τον άνθρωπο που δεν θέλεις να γνωρίσεις. Μια άμεση κριτική στους συμπατριώτες του, που για τους προσωπικούς τους λόγους, δεν σηκώσανε ποτέ ανάστημα στην καταπίεση. Η ιμπρεσιονιστική του σκηνοθετική θεώρηση θα τον συντροφεύει έκτοτε, και η συμβολή του Vittorio Storaro θα χαρίσει στο παγκόσμιο κοινό πλάνα-πίνακες περφεξιονιστικής αξίας. Ο Trintignant δεν παίζει απλά, είναι ο άνθρωπος που απαξιείς να βλέπεις, η Sandrelli είναι η Bellucci του τότε, οι θαυμάσιοι δεύτεροι και τρίτοι χαρακτήρες ανήκουν στην ψυχή του σεναρίου, ή, αν προτιμάτε, του έργου του Μοράβια. Μία ακόμη φορά, για να το εμπεδώσουμε,… αριστούργημα!
Βαθμολογία: