Η Ρενέ γνωρίζει πολύ καλά πως είναι να έχεις μια μέση εμφάνιση στη Νέα Υόρκη, την πόλη των γενετικά και οικονομικά ευλογημένων. Ύστερα από ένα ατύχημα στο γυμναστήριο, ξυπνάει στα αποδυτήρια και συνειδητοποιεί ότι κάτι έχει συμβεί: τα πόδια της δείχνουν πιο γυμνασμένα από ποτέ, τα μαλλιά της είναι μεταξένια και το πρόσωπό της λαμπερό. Είναι εκθαμβωτική. Μόνο που για όλους τους άλλους… παραμένει ακριβώς η ίδια. Αν και η εμφάνιση της δεν έχει αλλάξει καθόλου, η ανεβασμένη της αυτοπεποίθηση τη βοηθάει να εξελιχθεί επαγγελματικά στην εταιρία καλλυντικών που εργάζεται, να βρει έναν όμορφο φίλο και να είναι συνεχώς καλεσμένη στα πιο καυτά πάρτι. Κάποια στιγμή, όμως, η αυτοπεποίθηση της ξεπερνάει τα όρια σε σημείο που να συμπεριφέρεται απαξιωτικά σε αυτούς που δεν είναι προικισμένοι από την φύση τους, όπως ακριβώς έκαναν κάποτε οι άλλοι σε αυτήν. Τελικά πού κρύβεται η πραγματική ομορφιά;
Σκηνοθεσία:
Abby Kohn
Marc Silverstein
Κύριοι Ρόλοι:
Amy Schumer … Renee Bennett
Michelle Williams … Avery LeClaire
Rory Scovel … Ethan
Tom Hopper … Grant Leclair
Emily Ratajkowski … Mallory
Aidy Bryant … Vivian
Busy Philipps … Jane
Lauren Hutton … Lilly Leclair
Naomi Campbell … Helen
Adrian Martinez … Mason
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Abby Kohn, Marc Silverstein
Παραγωγή: Nicolas Chartier, McG, Alissa Phillips, Dominic Rustam, Amy Schumer, Mary Viola
Μουσική: Michael Andrews
Φωτογραφία: Florian Ballhaus
Μοντάζ: Tia Nolan
Σκηνικά: William O. Hunter
Κοστούμια: Debra McGuire
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: I Feel Pretty
- Ελληνικός Τίτλος: Κορίτσι για Φίλημα
Παραλειπόμενα
- Αρχικός Ίθαν ήταν ο Rafe Spall, αλλά αποχώρησε λόγω “ταξιδιωτικού αίτιου” που δεν μπορούσε να λυθεί πριν τα γυρίσματα.
- Όταν βγήκε το trailer, καταγγέλθηκε ότι η πλοκή μοιάζει πολύ με αυτή του The Enchanted Cottage (Τυφλή Αγάπη) του 1945, χωρίς να αναφέρεται κάπου ως κεντρική έμπνευση.
- Οι μέτριες κριτικές δεν εμπόδισαν το φιλμ να φτάσει σε εισπράξεις τα 94,5 εκατομμύρια δολάρια έναντι μπάτζετ των 32.
- Άμεσα, το 2020, έγινε ριμέικ για τη γαλλική τηλεόραση με τίτλο Belle Belle Belle.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 11/9/2018
Αλήθεια, αρκεί η αυτοπεποίθηση για κάποιον που ξεφεύγει από τα πρότυπα της κλασικής ομορφιάς; Η ταινία απαντάει αυστηρώς καταφατικά, αλλά ενώ η αλήθεια είναι ότι πράγματι η αυτοπεποίθηση είναι αυτό το τρομερό όπλο που το συγκεκριμένο σενάριο παρουσιάζει, υπάρχουν κι άλλοι παράμετροι, ώστε να μη γίνεις απλά ρεζίλι των σκυλιών…
Το «Κορίτσι για Φίλημα» υπεραπλουστεύει ένα μήνυμα που όντως αξίζει τον κόπο να προωθήσει, ειδικά επειδή στην εποχή μας το ίματζ έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Μα ξεχνάει κάτι το πολύ βασικό… Δεν αρκεί μονάχα να κρύψεις από τον εαυτό σου αυτό που η μέση κοινωνία δεν αποδέχεται ως «συμβατό», αλλά να εκπαιδεύσεις αυτό στο οποίο έχεις την ικανότητα να ξεχωρίσεις (είτε εξυπνάδα, είτε οτιδήποτε άλλο, ας το πούμε λαϊκά, «πουλάει»). Τότε και μόνο τότε, έχει νόημα να αξιοποιήσεις μια φουλ αυτοπεποίθηση, η οποία μπορεί να οδηγήσει εκεί που δεν φανταζόσουν. Αλλά, όπως δείχνει η ταινία, το να είσαι ασχημούλα κι εύσωμη, και να εκμεταλλεύεσαι την αυτοπεποίθηση σου αναδεικνύοντας το σώμα σου, λογικά είτε θα γίνεις ρεντίκολο, είτε θα πέσεις πάνω στα λάθος άτομα. Δυστυχώς, αυτή είναι η πραγματικότητα κι όχι αυτή που προβάλει το φιλμ.
Όπως όμως και να έχει, η ταινία ξεκινάει με μια ηρωίδα που βγάζει τρομακτική πικρία για την εμφάνιση της. Μάλιστα, πιο πολύ μου έκανε κάτι σαν απωθημένο των δύο σεναριογράφων-σκηνοθετών, παρά κάτι το στημένο. Με αυτό ως δεδομένο, η συνέχεια και η κατάληξη ως προς τη νοηματική είναι μεν ημιτελείς, αλλά είναι και σίγουρα καλοπροαίρετες και καλοδεχούμενες. Στο κάτω-κάτω, πολύ το ζορίσαμε, ο τρόπος ομιλίας και ο τόπος δράσης του φιλμ αφορούν άμεσα μονάχα τις γυναίκες που είναι καθολικά περικυκλωμένες από αυτή την απίστευτη κομπίνα που ονομάζεται σύγχρονη μόδα. Μια μόδα που έχει εξαπλωθεί στο να μεταδίδουν συμβουλές κοπέλες που δεν ξέρουν την αλφαβήτα! Ευτυχώς, στη χώρα μας νομίζω ότι δεν έχει αμερικανοποιηθεί τελείως αυτός ο τομέας, κι ότι κρατάμε κάποιες άμυνες που στις ΗΠΑ έχουν τελείως καταρρεύσει. Αλλά, «βρε συ, θα μας πεις τίποτα πιο «κινηματογραφικό» για την ταινία ή θα το πας έτσι ως κάτω»; Μάλλον, όντως ξεφύγαμε…
Στο σκηνοθετικό τους ντεμπούτο, οι Abby Kohn, Marc Silverstein, σεναριογράφοι ενός σωρού «βλέπεται δεν βλέπεται» κομεντί, δεν κάνουν κάτι πέρα από τον τομέα τους, ούτε καν ποιοτικά. Έχουν τη μία ιδέα για να στρώσει το υλικό, αλλά ούτε ιδιαίτερα ψαγμένοι είναι κωμικά, ούτε διαφεύγουν της φόρμας που εδώ και χρόνια πια κουράζει, ούτε υπάρχει κάπου το στοιχείο του απρόβλεπτου (η μία σκηνή φανερώνει την επόμενη). Έχουν όμως μια Amy Schumer γεννημένη για τον συγκεκριμένο ρόλο, η οποία είναι ικανή να βγάλει τόσο τον αστείο, όσο και τον πικραμένο της χαρακτήρα με παρόμοια επιτυχία. Και μια και η ταινία είναι χτισμένη ολόγυρα της, από μόνη της σε κρατάει (μπορείς να πεις και «ξεγελάει») ώστε να μη φύγεις τελείως από τα δρώμενα. Θα βοηθούσε και μια καλύτερη διαχείριση του χιούμορ, ώστε να μην πηδάει από σχολή Farelly σε αυτήν του Judd Apatow, ή ίσως να υπήρχαν πιο έξυπνα γκαγκ σε μια επιμελή διαρρύθμιση, ούτως ώστε να μην περνάει κάνα τέταρτο για να ακούσουμε κάτι έξυπνο. Τουλάχιστον, ενώ υπάρχει αυτό το κλασικό «μελό-κενό» των κομεντί πριν το φινάλε, η γενική αίσθηση είναι ότι είδαμε κωμωδία και δεν ξεπέσαμε σε πολλές δραματο-αισθηματο-ευκολίες.
Είτε το φέρεις από εδώ, είτε το πας από εκεί, η ώρα περνάει εντέλει. Είναι ίσως κι ένα κλικ καλύτερο από μια μέση αποτυχημένη αμερικανική κομεντί, έχει και το καλοπροαίρετο μηνυματάκι του, άρα ως κακό -ή απόλυτα μέτριο- κακό θα ήταν να το στιγματίσουμε.
Βαθμολογία: