Μια διαρροή ακτινοβολίας γάμμα παρουσιάζεται στο εργαστήριο πυρηνικής τεχνοβιολογίας του πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ. Στην ακτινοβολία αυτή θα εκτεθεί ο νεαρός βιολόγος Μπρους Κρένλερ, ο οποίος, παραδόξως, φαινομενικά δεν παθαίνει τίποτα ενώ κανονικά θα έπρεπε να είχε σκοτωθεί. Όταν όμως με κάποια αφορμή εξοργίζεται υπερβολικά, ο Μπρους μεταμορφώνεται σε ένα τεράστιο πράσινο τέρας, τρομακτικής δύναμης, που καταστρέφει τα πάντα. Όταν επανέρχεται στην κανονική του μορφή, δεν θυμάται τίποτα. Η συνάδελφος και αγαπημένη του, Μπέτι Ρος, έπειτα από μια έρευνα που κάνει, θα ανακαλύψει την τρομερή αλήθεια.

Σκηνοθεσία:

Ang Lee

Κύριοι Ρόλοι:

Eric Bana … Bruce Banner/Hulk

Jennifer Connelly … Betty Ross

Sam Elliott … στρατηγός Thaddeus ‘Thunderbolt’ Ross

Nick Nolte … David Banner

Josh Lucas … ταγματάρχης Glenn Talbot

Cara Buono … Edith Banner

Celia Weston … Κα Krensler

Kevin Rankin … Harper

Geoffrey Scott … ο πρόεδρος

Daniel Dae Kim … υπασπιστής

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: John Turman, Michael France, James Schamus

Στόρι: James Schamus

Παραγωγή: Avi Arad, Larry Franco, Gale Anne Hurd, James Schamus

Μουσική: Danny Elfman

Φωτογραφία: Frederick Elmes

Μοντάζ: Tim Squyres

Σκηνικά: Rick Heinrichs

Κοστούμια: Marit Allen

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Hulk
  • Ελληνικός Τίτλος: Hulk
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Χαλκ

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Σειρά κόμικς (χαρακτήρες): Hulk των Stan Lee, Jack Kirby.

Παραλειπόμενα

  • Ο σχεδιασμός είχε ξεκινήσει μέσα στη δεκαετία του 1990, με τον Joe Johnston κι έπειτα τον Jonathan Hensleigh πιθανούς να το αναλάβουν. Ο Ang Lee υπέγραψε το 2001, απορρίπτοντας για αυτό τον λόγο τον τρίτο Εξολοθρευτή, κι έκανε χρήση των προϋπάρχοντων σεναρίων που είχαν γραφτεί κι εξελιχθεί με τα χρόνια.
  • Ο ίδιος ο Ang Lee είναι που χειρίζεται τον χαρακτήρα του Χαλκ, μέσω φυσικά της ψηφιακής τεχνολογίας.
  • Ο Edward Norton, που έπαιξε τον Χαλκ το 2008, ήταν ανάμεσα στους υποψήφιους εδώ για τον ίδιο ρόλο, αλλά δεν είχε αποδεχτεί. Πιθανοί ήταν και οι: Billy Crudup, Tom Cruise, Johnny Depp, Jeff Goldblum, David Duchovny και Steve Buscemi.
  • Ο Lou Ferrigno, που είχε παλιότερα ερμηνεύσει τον Χαλκ στην τηλεόραση, εμφανίζεται στον μικρό ρόλο ενός σεκιουριτά. Στο πλάι του, σε ρόλο συναδέλφου του, είναι ο Stan Lee.
  • Για τα γυρίσματα στο Όκλαντ επιστρατεύτηκαν πάνω από 3000 ντόπιοι για διάφορες εργασίες, με τους υπολογισμούς να θέλουν την παραγωγή να ενίσχυσε με περίπου 10 εκατομμύρια δολάρια την τοπική οικονομία.
  • Ο Eric Bana χαρακτήρισε τη διαδικασία των γυρισμάτων υπό τον Ang Lee ως παραλόγως σοβαρή, αλλά και πως θύμιζε αρχαία ελληνική τραγωδία.
  • Για τις ανάγκες της split-screen τεχνικής που ενεργοποίησε ο Lee ως παραπομπή στα κόμικς, χρειάστηκαν κάποιες σκηνές να γυριστούν περισσότερες φορές από το σύνηθες.
  • Κόστισε 137 εκατομμύρια δολάρια, αλλά κατάφερε να βγάλει 245,4.
  • Παρότι ο σχεδιασμός ήθελε το 2005 να βγαίνει ένα σίκουελ σε σενάριο του James Schamus (με τον υπερήρωα να μάχεται τον Abomination και τον The Leader), αυτό δεν συνέβη ποτέ. Εντέλει, το 2006 τα δικαιώματα επέστρεψαν στη Marvel κι αυτή προτίμησε το reboot του ήρωα.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Στους τίτλους τέλους, η χαρντ-ροκ μπάντα των Velvet Revolver ερμηνεύει το ορίτζιναλ Set Me Free.
  • Ο Mychael Danna ήταν αρχικά ο συνθέτης, αλλά το στούντιο δεν αποδέχτηκε την αντισυμβατική του προσέγγιση.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 6/1/2009

Όπως και στο «X-Men», έτσι κι εδώ ένα κόμικ της Marvel βρίσκει σοβαρή αντιμετώπιση, και τα νοήματα που το συνοδεύουν διατηρούνται ακμαία και σε ανάπτυξη. Η σύγκρουση πατέρα-γιου ανάγεται σε αυτή του πλάστη-δημιουργήματος και στο κατά πόσο ένα δημιούργημα θέλει να αποδεχτεί τον ρόλο του ως τέρας της φύσης (παραπομπή στο «Φρανκενστάιν»). Η σκηνοθεσία του Ανγκ Λι κάνει τη διαφορά, και με τη χρήση πολλαπλών εικόνων κι έντεχνου μοντάζ προσθέτει στο είδος μια ποιοτική hi-tech άποψη που σε παρόμοια εγχειρήματα μέλει να παρεξηγηθεί. Το μόνο ελάττωμα βρίσκεται στον ψηφιακό Χαλκ, που δυστυχώς μοιάζει ψεύτικος, έστω κι αν στη δράση εντυπωσιάζει με τις κινήσεις του. Πολύ καλός ο Νικ Νόλτε στον ρόλο του σχιζοφρενή πατέρα-δημιουργού, αν κι ο χαρακτήρας του είναι υπερβολικά πομπώδης και συνήθης. Σοβαρός ο Έρικ Μπάνα, αλλά όχι ιδανικός, ενώ καλύτερη είναι στο πλάι του η Τζένιφερ Κόνελι.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Νίκος Ρέντζος

Έκδοση Κειμένου: 2/5/2019

Βρισκόμαστε περίπου πέντε χρόνια πριν το Iron Man και την έναρξη του ενιαίου κινηματογραφικού σύμπαντος της Marvel και ο συνεχώς οργισμένος πράσινος γίγαντας των κόμικς βρίσκει το δρόμο για τη μεγάλη οθόνη, με μια από τις πιο ιδιαίτερες υπερηρωικές ταινίες. Ο Ανγκ Λι αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Χαλκ αλλά η ανταπόκριση των φίλων του ήρωα δεν ήταν η αναμενόμενη καθώς ο Λι και οι σεναριογράφοι του φαίνεται ότι είχαν περισσότερα στο μυαλό τους κι όχι μόνο μια ταινία με πλούσια οπτικά εφέ και ασταμάτητη δράση. Πολλοί τη εκτίμησαν, αρκετοί την αγάπησαν, όμως οι περισσότεροι αδιαφόρησαν και το επικείμενο franchise σταμάτησε εκεί.

Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή στην πλειοψηφία του κόσμου και στο φιλμ παρότι αλλάζουν μερικά πράγματα γύρω από την προέλευση του ήρωα, τα βασικά παραμένουν ίδια. Ο Μπρους Μπάνερ είναι ένας νεαρός επιστήμονας, γενετικός ερευνητής, ο οποίος δε γνωρίζει ότι κουβαλά μια μετάλλαξη, η οποία προέρχεται από πειράματα που έκανε ο πατέρας του στον εαυτό του. Αυτό που θα φέρει στην επιφάνεια τη μετάλλαξη είναι η έκθεση στην ακτινοβολία των ακτίνων Γάμμα, μέσα από ένα τυχαίο περιστατικό. Μετά από αυτό το συμβάν, ο Μπρους ανακαλύπτει ότι κάθε φορά που εκνευρίζεται και χάνει την ψυχραιμία του, μεταμορφώνεται σε ένα τεράστιο πράσινο πλάσμα, με απίστευτη δύναμη αλλά και γεμάτο οργή. Ο Μπρους και ο άλλος του εαυτός βρίσκονται πλέον κυνηγημένοι από το στρατό και τον στρατηγό Ρος, ο οποίος παρακολουθούσε τον πατέρα του Μπρους αλλά και τον ίδιο από νεαρή ηλικία, γνωρίζοντας τα παράνομα πειράματα του πατέρα Μπάνερ.

Ο Λι και οι τρεις σεναριογράφοι, Τέρμαν, Φρανς και Σέιμους ενδιαφέρονται κυρίως για την ανθρώπινη και ψυχολογική προέκταση που έχει η ιστορία του Χαλκ. Εμβαθύνουν στο προσωπικό δράμα του πρωταγωνιστή και την τραγική ιστορία της οικογένειάς του και δίνουν αρκετό χρόνο στον Μπρους και όσους βρίσκονται γύρω του πριν εμφανίσουν τον πράσινο γίγαντα και αρχίσουν να δουλεύουν τα ψηφιακά εφέ. Ακόμα και μετά την εμφάνιση του Χαλκ, η ταινία δεν επιχειρεί να βασιστεί στα εφέ και τον εύκολο εντυπωσιασμό αλλά συνεχίζει να ποντάρει στον ψυχισμό των ηρώων και ηθοποιοί και σκηνοθέτης φροντίζουν να κάνουν αρκετή δουλειά ώστε το φιλμ να είναι γεμάτο ψυχή και συναίσθημα. Μπορεί να υπάρχουν στιγμές που το φιλμ του Λι να είναι αργό (για υπερηρωική ταινία) αλλά δεν είναι ποτέ κενό. Έχει να πει πράγματα και τα λέει με θαρραλέο τρόπο, με αφήγηση που τονίζει την κόμικ καταγωγή όσων βλέπουμε στην οθόνη αλλά και με την ιστορία πάντα σε πρώτο πλάνο. Όπου ιστορία, βάλε την εσωτερική πάλη του καθενός με τα συναισθήματα και τη λογική, βάλε τη μάχη με την κατάθλιψη, βάλε τη μάχη με τις εξαρτήσεις, βάλε τη μάχη για την απόκτηση του ιδανικού, τον έρωτα, την αποδοχή ή την απελευθέρωση από την ανάγκη αποδοχής των γονιών. Αν δε θέλεις να δεις όλα αυτά, μπορείς να διακρίνεις εύκολα τις κλασικές επιρροές και αναφορές που έχει ούτως ή άλλως, από τη στιγμή της δημιουργίας του στα κόμικς, από τους Σταν Λι και Τζακ Κέρμπι, ο Χαλκ, με πρώτη και πιο εμφανή αυτή της ιστορίας του Δόκτορ Τζέκιλ και Κυρίου Χάιντ, ενώ ο Ανγκ Λι φροντίζει να κάνει αναφορές στον Φρανκενστάιν, στη Μνηστή του Φρανκενστάιν αλλά και τον Κινγκ Κονγκ.

Ο Έρικ Μπάνα είναι πάντα συμπαθής και καλός στη δουλειά του, έτσι κι εδώ δίνει έναν καλό Μπρους Μπάνερ, με διακριτά τα τραύματα που κουβαλά από την παιδική του ηλικία. Η Τζένιφερ Κόνελι είναι μια θεσπέσια παρουσία και είναι σίγουρα η μορφή που μπορεί να φέρει γαλήνη στον οργισμένο πράσινο τύπο, μόνο με το βλέμμα της, ενώ υπάρχει καλή χημεία με τον Μπάνα. Ωστόσο, θεωρώ ότι την παράσταση κλέβουν οι δύο βετεράνοι, Νικ Νόλτε και Σαμ Έλιοτ, παίζοντας στα όρια της υπερβολής αλλά χωρίς ποτέ να τα ξεπεράσουν. Ο Νόλτε ως πατέρας του Μπρους, επιστήμονας, φυλακισμένος χρόνια, μπορεί να το τραβήξει λίγο παραπάνω και το γνωρίζει αυτό επενδύοντας όσο μπορεί περισσότερο στο χαρακτήρα και ο Ανγκ Λι του δίνει το χώρο να το κάνει χωρίς να φοβάται. Ο Έλιοτ από την άλλη, έχει ένα πιο συγκεκριμένο καλούπι να δουλέψει, καθότι στρατηγός, αλλά παράλληλα είναι και πατέρας της αγαπημένης του “τέρατος” και αυτό του επιτρέπει να αφήνει μικρές συναισθηματικές ματιές στην οθόνη.

Το Hulk του Ανγκ Λι δεν ακολουθήθηκε από καμία συνέχεια. Λίγα χρόνια μετά η ιστορία ειπώθηκε με διαφορετικό τρόπο από τον Λουί Λετεριέ, με πρωταγωνιστή τον Έντουαρντ Νόρτον (The Incredible Hulk), στα πλαίσια του, φρέσκου τότε, κινηματογραφικού σύμπαντος της Μάρβελ. Ούτε ο Έντουαρντ Νόρτον όμως έμελλε να είναι ο Μπρους Μπάνερ/ Χαλκ των Εκδικητών και τη θέση πήρε ο Μαρκ Ράφαλο, ο οποίος εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα στο ρόλο, αλλά χωρίς να έχει γυρίσει καμία προσωπική ταινία του πράσινου γίγαντα. Πλέον οι ιστορίες των υπερηρώων και δη αυτές τις Μάρβελ, έχουν εντελώς διαφορετική δομή και τρόπο αφήγησης, καλώς ή κακώς, με άμεσο στόχο την ένταξη του ήρωα στο ενιαίο σύμπαν, οπότε κάθε ταινία δεν απομακρύνεται πολύ από το στίγμα που θέλει να δώσει η εταιρεία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν προσωπικές ταινίες, σφραγίδες σκηνοθετών. Ο Ανγκ Λι κατάφερε το 2003 να κάνει μια διαφορετική υπερηρωική ταινία, βάζοντας σε αρκετά μεγάλο βαθμό τη δική του υπογραφή (φαντάζομαι ότι αν τον άφηναν εντελώς ελεύθερο το πράγμα θα ξέφευγε περισσότερο). Μια ματιά πίσω στο χρόνο αξίζει το φιλμ του Ανγκ Λι, όχι τόσο για τους φίλους των κόμικς και των σημερινών ταινιών της Μάρβελ αλλά κυρίως για τους φίλους των ιστοριών με καταραμένους χαρακτήρες. Ένα φιλμ που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να αναλύσει τον εσωτερικό κόσμο των δυνατών και αδυνάτων αυτού του κόσμου, που θέλει να δει τι συμβαίνει στον άνθρωπο όταν θέτει τα όρια, όταν τα υπερβαίνει ή όταν αναγκάζεται να μην τα υπερβεί.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *