Μια νεαρή κοπέλα ταξιδεύει με τις φίλες της στα Μάλια για να ζήσει την all-inclusive διονυσιακή εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού. Το σχέδιό της είναι σχετικά απλό: κλάμπινγκ, άφθονο αλκοόλ, γνωριμίες. Ετοιμάζεται για τις καλύτερες διακοπές τις ζωής της, ένα γεγονός όμως το τελευταίο βράδυ είναι αρκετό για να γκρεμίσει τα εφηβικά της όνειρα.

Σκηνοθεσία:

Molly Manning Walker

Κύριοι Ρόλοι:

Mia McKenna-Bruce … Tara

Lara Peake … Skye

Enva Lewis … Em

Shaun Thomas … Badger

Samuel Bottomley … Paddy

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Molly Manning Walker

Παραγωγή: Κωνσταντίνος Κοντοβράκης, Emily Leo, Ivana MacKinnon

Μουσική: James Jacob

Φωτογραφία: Nicolas Canniccioni

Μοντάζ: Fin Oates

Σκηνικά: Luke Moran-Morris

Κοστούμια: George Buxton

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: How to Have Sex
  • Ελληνικός Τίτλος: How to Have Sex

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Bafta καλύτερης βρετανικής ταινίας, βρετανικού ντεμπούτου (Molly Manning Walker) και κάστινγκ.
  • Βραβείο καλύτερης ταινίας για το τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
  • Χρυσή Αθηνά καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ Αθηνών.
  • Βραβείο ευρωπαϊκής ανακάλυψης στα Ευρωπαϊκά Βραβεία. Υποψήφιο για γυναικεία ερμηνεία (Mia McKenna-Bruce).
  • Βραβείο καλύτερης ελληνικής μειοψηφικής συμπαραγωγής στα βραβεία Ίρις.

Παραλειπόμενα

  • Μεγάλου μήκους κινηματογραφικό ντεμπούτο στη σκηνοθεσία για τη Molly Manning Walker, έχοντας ήδη μία δεκαετία καριέρας ως διευθύντρια φωτογραφίας.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 30/10/2023

Στην πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, η βρετανίδα σκηνοθέτις Molly Manning Walker παραδίδει μια αναζωογονητική οπτική πάνω σε ένα αγαπημένο θέμα της νεανικής κωμωδίας: το πώς να κάνεις σεξ για πρώτη φορά. Η καίρια διαφορά που κάνει αυτή την ταινία τόσο ευπρόσδεκτη είναι πως η ιστορία αυτή δεν χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για τη δημιουργία ελαφρόμυαλου γέλιου μέσω της απεικόνισης κακοποιητικών περιστατικών, αλλά ως καθαρή θεματική που κοιτάζει τους χαρακτήρες της με γήινη και ρεαλιστική προσέγγιση.

Κοινώς, δεν έχουμε μια περίπτωση American Pie με τη γερασμένη έλλειψη κοινωνικής ενσυναίσθησης, αλλά ούτε και τον αντίποδα του καλλιτεχνικού δράματος με προσωπικές τραγωδίες. Η ταινία της Manning Walker κινείται περήφανα στο ανεξάρτητο mainstream και εξετάζει με ψυχραιμία τις πανανθρώπινες ανησυχίες τού τι σημαίνει να βρίσκεσαι στα όρια της ενηλικίωσης, καθώς μετουσιώνει τα ανομολόγητα άγχη των χαρακτήρων της σε συναισθήματα και καταστάσεις που λίγο-πολύ όλοι έχουμε ζήσει.

Το φόντο της ιστορίας είναι το πρώτο ταξίδι που κάνουν τρεις κολλητές φίλες μετά το τέλος του σχολείου, ένα τελετουργικό μετάβασης ως ανεξάρτητα μέλη της κοινωνίας, και ο σκοπός αυτού η άκρατη και εκτός ορίων διασκέδαση. Καθώς πέφτουν οι τίτλοι αρχής, ακούμε μια σειρά από ηχητικές ενδείξεις που μας οδηγούν σε μια σειρά σκηνών όπου όσα διαπράττονται μπορούν να εκληφθούν από τις μεγαλύτερες ηλικίες ως δείγματα παρακμής και εξαχρείωσης -μια υποκριτική στάση αν αναλογιστούμε την αλήθεια πίσω από τον εσωτερικό κόσμο αυτών των υπαρκτών νεαρών που μοιάζει να βρίσκεται σε αντίθεση με το προσωπείο της ξέφρενης χαράς τους, για λόγους που αφορούν είτε το ερωτικό ενδιαφέρον είτε την αίσθηση της άνεσης μέσα στην παρέα.

Η ταινία σκιαγραφεί τους φόβους μιας γενιάς, τον πανικό της απόρριψης και της ανάγκης του ανήκειν ώστε να τονιστούν σημαντικά ζητήματα όπως το συναινετικό σεξ και τα όρια γύρω από αυτό, αλλά και μια γενικότερη εικόνα μέσα από δευτερεύουσες πλοκές. Οι προσδοκίες του θεατή ανατρέπονται με σταθερό ρυθμό καθώς βλέπουμε τις ξέφρενες νύχτες των χαρακτήρων να μπλέκονται στα αμείλικτα δίχτυα της πραγματικότητας, όπου παρεισφρύουν οι δυσάρεστες προσδοκίες για το τι μέλλει γενέσθαι, δίνοντας στην ταινία μια ανησυχητική ένταση. Δεν είναι όλα όμως πόνος και απογοήτευση καθώς υπάρχουν και οι μαγικές στιγμές όπου το χειρότερο βράδυ μετατρέπεται στο πιο υπέροχο πρωινό και η Manning Walker κατορθώνει να αποτυπώσει και τις δύο πλευρές του νομίσματος.

Σημαντικό ρόλο παίζει η σπουδαία Mia McKenna-Bruce, η οποία είναι σε θέση να εκφράσει τις ανασφάλειες και τα τρωτά σημεία της ηρωίδας της με κατανοητό τρόπο καθώς λούζεται κυριολεκτικά με ιδρώτα, αλκοόλ και νέον φωτισμό, ενώ η αριστοτεχνική λεπτοδουλειά της κάμερας φέρνει το περιβάλλον σε ευθύ παραλληλισμό με την ίδια. Η σκηνή όπου διανύει το δικό της “walk of shame” σε έναν έρημο δρόμο με τα πεταμένα απομεινάρια μιας άκρατης βραδιάς, θα μπορούσε να είναι βγαλμένη από κωμωδία και ταινία τρόμου εξίσου. Αντ’ αυτού είναι βγαλμένη από την ίδια τη ζωή, και η ικανότητα της ταινίας να ξυπνά έστω και στη διακριτική διάρκειά της αυτά τα περασμένα συναισθήματα είναι μια ανεκτίμητη επιτυχία.

Καθώς όμως δεν πρόκειται για δοκίμιο αλλά για κινηματογραφική ταινία, το σενάριο ελάχιστα ξεφεύγει από τα όρια της προσωπικής αντίληψης. Υπάρχει ένας διάχυτος πεσιμισμός που αφορά τη σεξουαλικότητα, και η αίσθηση ότι οι σχέσεις των μέσων ετεροφυλόφιλων χαρακτήρων κοινής νοοτροπίας -με γνώμονα την τοποθέτησή τους σε ένα αυστηρά χωροταξικό πλαίσιο της επιλογής τους- εμπεριέχουν μοτίβα κακοποίησης και αντεγκλήσεων όπου το ενδεχόμενο βιασμού είναι πανταχού παρόν. Αυτή η οπτική όμως δίνει στην ταινία τη φωνή της. Τοποθετεί τους γυναικείους χαρακτήρες στο προσκήνιο, αποφεύγει με επιμονή να ασχοληθεί με τις προθέσεις των αντρών που τις περιβάλλουν, και σε μια ρεαλιστικά επίπονη σκηνή προς το φινάλε κάνει αισθητό στους θεατές το όριο της συναίνεσης.

Αν ήμασταν απολύτως ειλικρινείς, η ταινία θα έπρεπε να λέγεται “How to NOT Have Sex”, ωστόσο η ματιά της Manning Walker δεν είναι κυνική καθώς ξέρει πώς να δίνει στους χαρακτήρες της την απαραίτητη ανθρωπιά χωρίς να πέφτει σε κραυγαλέες απεικονίσεις καλού-κακού, διαθέτοντας την ωριμότητα να θέσει τα πράγματα ως έχουν. Καθώς η εμπειρία των τριών ηρωίδων ολοκληρώνεται, οι ίδιες έχουν αποκτήσει μια ουσιαστική ενδυνάμωση. Είναι δύσκολο να νιώσεις χαρά για αυτές, σίγουρα όμως δέχεσαι το ‘ταξίδι’ τους χωρίς επιφυλάξεις.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

7 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *