Βαλτιμόρη, κάπου στα 1960, και η νεολαία είναι τρελαμένη με το τηλεοπτικό μουσικοχορευτικό σόου του Κόρνι Κόλινς. Η νεαρή, κοντούλα κι εύσωμη Τρέισι Τέρνμπλαντ ονειρεύεται πως θα βρεθεί σε αυτό, πιστεύοντας στο χορευτικό της ταλέντο. Η ευκαιρία δεν αργεί να δοθεί, και προσπερνώντας τις αρνητικές συμβουλές της μαμάς της, θα καταφέρει να γίνει το πρώτο αστέρι του σόου. Όμως, κάτι οι δόλιες προσπάθειες της παραγωγού να τη διώξει και κάτι η αδυναμία της στους παραγκωνισμένους έγχρωμους, βάζουν τη θέση και το όνειρο της σε κίνδυνο.
Σκηνοθεσία:
Adam Shankman
Κύριοι Ρόλοι:
Nikki Blonsky … Tracy Turnblad
Amanda Bynes … Penny Pingleton
John Travolta … Edna Turnblad
Michelle Pfeiffer … Velma Von Tussle
Christopher Walken … Wilbur Turnblad
Queen Latifah … ‘Motormouth’ Maybelle Stubbs
James Marsden … Corny Collins
Brittany Snow … Amber Von Tussle
Zac Efron … Link Larkin
Elijah Kelley … Seaweed J. Stubbs
Allison Janney … Prudence ‘Prudy’ Pingleton
Paul Dooley … Harriman F. Spritzer
Jayne Eastwood … Δις Wimsey
Jerry Stiller … Κος Pinky
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Leslie Dixon
Παραγωγή: Neil Meron, Craig Zadan
Μουσική: Marc Shaiman
Φωτογραφία: Bojan Bazelli
Μοντάζ: Michael Tronick
Σκηνικά: David Gropman
Κοστούμια: Rita Ryack
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Hairspray
- Ελληνικός Τίτλος: Hairspray
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Χαίρσπρεϋ (1988)
Σεναριακή Πηγή
- Σενάριο: Χαίρσπρεϋ (1988) του John Waters.
- Θεατρικό: Hairspray των Mark O’Donnell, Thomas Meehan
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (κωμωδία/μιούζικαλ), πρώτου γυναικείου ρόλου (Nikki Blonsky) στην ίδια κατηγορία, και δεύτερου αντρικού ρόλου (John Travolta).
- Υποψήφιο για Bafta μακιγιάζ/κομμώσεων.
Παραλειπόμενα
- Διασκευή του θεατρικού μιούζικαλ του 2002 (8 βραβεία Tony), που με τη σειρά του βασίστηκε στην cult ομότιτλη ταινία του John Waters.
- Η επιλογή του John Travolta σε γυναικείο ρόλο δεν ήρθε τυχαία, μια κι ακολουθεί την παράδοση από την ταινία του 1988 (Divine) και το θεατρικό (Harvey Fierstein). Τα ονόματα των Robin Williams, Steve Martin, Billy Crystal, Jim Broadbent και Tom Hanks είχαν ακουστεί ως υποψήφια για τον ρόλο, αλλά η συμμετοχή του Travolta στο Γκρηζ ήταν καταλυτική.
- Κινηματογραφικό ντεμπούτο για την πρωταγωνίστρια Nikki Blonsky. Για να πάρει τον ρόλο, χρειάστηκε να “νικήσει” 1.100 υποψήφιες.
- Η θρυλική Aretha Franklin ήταν υποψήφια για τη Μέιμπελ.
- Ο James Marsden προτιμήθηκε από τον Joey McIntyre και τον Hugh Jackman.
- Ricki Lake, Adam Shankman, Marc Shaiman, Scott Wittman, John Waters, Anne Fletcher, όλοι συνδεδεμένοι με τις δύο προηγούμενες εκδοχές, έχουν κάμεο περάσματα. Πιο συγκεκριμένα, ο John Waters είναι ένας επιδειξίας.
- Είχε προγραμματιστεί να υπάρξει ένα σίκουελ κατά τα μέσα των 2010 (με τίτλο Hairspray 2: White Lipstick), αλλά ήδη από το 2010 αυτό ακυρώθηκε.
- Από τα πλέον εμπορικά μιούζικαλ όλων των εποχών, με κέρδη 203,5 εκατομμύρια δολάρια, έναντι κόστους των 75.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο Marc Shaiman και ο στιχουργός του, Scott Wittman, δούλεψαν εκ νέου πάνω στα κομμάτια του θεατρικού, γράφοντας και τέσσερα καινούργια: Ladies’ Choice (Zac Efron), The New Girl in Town (Brittany Snow, Sarah Jayne Jensen, Hayley Podschun και The Dynamites), Big, Blonde and Beautiful (Queen Latifah και The Negro Day Kids) και Come So Far (Got So Far to Go) (Queen Latifah, Nikki Blonsky, Zac Efron και Elijah Kelley). Από τα έτοιμα από το Μπρόντγουεϊ, υπάρχουν εδώ και τα: Good Morning Baltimore (Nikki Blonsky), (The Legend of) Miss Baltimore Crabs (Michelle Pfeiffer), I Can Hear the Bells (Nikki Blonsky), Welcome to the 60’s (Blonsky, John Travolta, The Dynamites και Jerry Stiller), Run and Tell That (Elijah Kelley, Taylor Parks), I Know Where I’ve Been (Latifah, Blonsky και Kelley), Without Love (Efron, Blonsky, Kelley, Amanda Bynes) και You Can’t Stop the Beat (Blonsky, Efron, Bynes, Kelley, Travolta, Latifah, Walken, Marsden, Snow, Pfeiffer). Το σάουντρακ έφτασε στο νούμερο 2 των ΗΠΑ (πλατινένιο).
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 2/10/2007
Τι συμβαίνει όταν το πιο συμβατικό Χόλιγουντ διασκευάζει John Waters; Μια χαριτωμένη ταινία! Ο καλιφορνέζος Adam Shankman, σκηνοθέτης μέτριων και μόνο ταινιών (Μια Ντουζίνα Μπελάδες 2, Κωδικός Πιπίλα, Το Σπίτι της Τρελής) έχει στα χέρια του μια από τις τρέλες του John Waters (1988) και επιτέλους ξεπερνάει τον εαυτό του.
Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1960, τα μαλλιά είναι γεμάτα λακ, τα ρούχα είναι πολύχρωμα, τα τραγούδια και ο χορός είναι η τρέλα της νεολαίας, και οι φυλετικές διακρίσεις δεν λένε να κοπάσουν. Σε αυτό το σύμπαν της εικόνας και του groovy, μια νεαρή κοπέλα κάποιων κιλών προσπαθεί να βρει μια δίοδο προς τη διασημότητα. Πρόκειται για ένα προλεταριακό μιούζικαλ (είναι βέβαια θέμα Waters και όχι Shankman) που διασκεδάζει τις διακρίσεις μέσα στην κοινωνία (πάντα επίκαιρο θέμα δυστυχώς) με μια χαριτωμένη αφέλεια, που δεν σε αφήνει να πολυσκεφτείς, αλλά κάνει τη δουλειά του, έστω κι έτσι.
Το βάρος πέφτει στα τραγούδια, που κυριολεκτικά κατακλύζουν την ταινία. Η σύνθεση τους ανήκει στον Marc Shaiman, που κι αυτός δεν έχει ποτέ παρουσιάσει κάτι καλύτερο, αν και φαίνεται να έχει επηρεαστεί, παραπάνω από ό,τι πρέπει, από παλιότερες δουλειές όπως το Μαγαζάκι του Τρόμου. Οι χορογραφίες (του Bojan Bazelli) είναι εντυπωσιακές, και θα αγγίξουν το νεανικό κοινό. Τα σκηνικά και τα κοστούμια έχουν κάτι από το κιτς του Waters, αλλά δεν υπήρχε η τόλμη να είναι ακόμα περισσότερο.
Συνοψίζοντας, είναι γεμάτο μηνύματα κατά των διακρίσεων, αλλά όμως δεν κουράζει ούτε στιγμή. Τα τραγούδια και οι χορογραφίες είναι αρκετά εντυπωσιακά και μας χαρίζουν αυτήν την Grease ατμόσφαιρα που μας έλειπε από καιρό. Η νεαρή Blonsky είναι φρέσκια και κρατάει με μια αφελή άνεση την ταινία, αλλά και οι «γηραιές» βοήθειες, όπως η Pfeiffer, ο Walken και ο Travolta δεν πάνε πίσω. Γενικά, το καστ βγάζει ένα κέφι, ακόμα κι αν δεν απαρτίζεται εξολοκλήρου από εγγυημένα ονόματα. Όμως δεν υπάρχει υπέρβαση, είτε επί του κατά Waters camp-κιτς, είτε στη σκηνοθετική γραμμή, και το αποτέλεσμα είναι ποιοτικά επίπεδο. Συνιστάται ανεπιφύλακτα στα νιάτα, αλλά και σε μεγαλύτερους που τους αρέσει το είδος και έχουν τάση για νοσταλγία. Είναι ξεκούραστο, κεφάτο, φρέσκο και πραγματικά πολύχρωμο. Κι αν ακόμα σαν φανεί λίγο και δεν είστε και φαν των τραγουδιών, μην ξεχνάτε πως είναι ριμέικ…
Βαθμολογία: