
Το Πράσινο Βιβλίο
- Green Book
- 2018
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ιταλικά, Ρωσικά, Γερμανικά
- Βιογραφία, Δραμεντί, Εποχής, Ταινία Δρόμου
- 03 Ιανουαρίου 2019
Δεκαετία του 1960. O Τόνι Λιπ, πορτιέρης από μια ιταλο-αμερικανική γειτονιά του Μπρονξ, προσλαμβάνεται ως οδηγός του Δρ. Ντον Σίρλεϊ, ενός παγκοσμίου φήμης αφροαμερικανού πιανίστα, για να τον συνοδεύσει σε μια περιοδεία από το Μανχάταν στον βαθύ αμερικάνικο Νότο. Θα πρέπει να κινηθούν στηριζόμενοι στο «Πράσινο Βιβλίο», που θα τους υποδείξει τα ελάχιστα καταλύματα, εστιατόρια κτλ που ήταν τότε ασφαλή για τους Αφροαμερικανούς. Συναντούν τον ρατσισμό, διάφορους κινδύνους, αλλά και ανθρωπιά, και αναγκάζονται να βάλλουν στην άκρη τις διαφορές τους και να επιβιώσουν σε μια διαδρομή ζωής.
Σκηνοθεσία:
Peter Farrelly
Κύριοι Ρόλοι:
Viggo Mortensen … Frank ‘Tony Lip’ Vallelonga
Mahershala Ali … Δρ Don Shirley
Linda Cardellini … Dolores Vallelonga
Sebastian Maniscalco … Johnny Venere
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Peter Farrelly, Nick Vallelonga, Brian Hayes Currie
Παραγωγή: Jim Burke, Brian Hayes Currie, Peter Farrelly, Nick Vallelonga, Charles B. Wessler
Μουσική: Kris Bowers
Φωτογραφία: Sean Porter
Μοντάζ: Patrick J. Don Vito
Σκηνικά: Tim Galvin
Κοστούμια: Betsy Heimann
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Green Book
- Ελληνικός Τίτλος: Το Πράσινο Βιβλίο
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ καλύτερης ταινίας, δεύτερου αντρικού ρόλου (Mahershala Ali) και αυθεντικού σεναρίου. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Viggo Mortensen) και μοντάζ.
- Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (κωμωδία/μιούζικαλ), δεύτερου αντρικού ρόλου (Mahershala Ali) και σεναρίου. Υποψήφιο για σκηνοθεσία και πρώτο αντρικό ρόλο (Viggo Mortensen) σε κωμωδία/μιούζικαλ.
- Βραβείο Bafta δεύτερου αντρικού ρόλου (Mahershala Ali). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, πρώτο αντρικό ρόλο (Viggo Mortensen) και σενάριο.
- Καλύτερη ταινία από την Ένωση Παραγωγών Αμερικής.
- Βραβείο κοινού στο φεστιβάλ του Τορόντο.
Παραλειπόμενα
- Το περίφημο βιβλίο The Negro Motorist Green Book, γνωστό κι ως The Negro Travelers’ Green Book, εκδόθηκε το 1936 και συνέχισε να εκδίδεται ετησίως ως το 1966. Είχε γραφτεί από έναν έγχρωμο ταχυδρομικό, τον Victor Hugo Green, και βοηθούσε τους έγχρωμους ταξιδιώτες, όπως και τους συνοδούς τους για τις “ιδιαίτερες” καταστάσεις που ίσως συναντούσαν.
- Πρώτη δραματική ταινία για κάποιον από τους αδελφούς Farrelly.
- Ο Viggo Mortensen αναγκάστηκε να πάρει 18 με 23 κιλά για να αναλάβει τον ρόλο.
- Κατά την προώθηση της ταινίας, ο Mortensen προκάλεσε αντιδράσεις όταν χρησιμοποίησε τη λέξη “νέγρος” (nigger), παρότι κατέκρινε τον ρατσισμό. Την επόμενη ημέρα ο ηθοποιός ζήτησε συγνώμη, απολογούμενος ότι έκανε λάθος στη χρήση της λέξης, κι ότι δεν τη χρησιμοποιεί ποτέ του στην καθομιλουμένη.
- Η ταινία είναι αφιερωμένη στον Λάρι το κοράκι, ένα πουλί που περιφέρονταν στον τόπο των γυρισμάτων, και το οποίο φρόντιζε ο Viggo Mortensen αφού είχε χτυπηθεί από αμάξι.
- Ο αληθινός Tony Lip εξελίχτηκε σε ηθοποιός, καθιερωμένος σε ρόλους μαφιόζων. Ξεκίνησε από έναν μικρό ρόλο στον Νονό, αλλά έμεινε γνωστός για τη σειρά The Sopranos. Ο γιος του, ο Nick Vallelonga, έχει έναν μικρό ρόλο μαφιόζου με το όνομα Augie αλλά συμμετέχει και στο σενάριο, ενώ εμφανίζονται και άλλα μέλη της οικογένειας Vallelonga.
- Χωρίς να είναι έντονη η διαμαρτυρία, κάποιοι συγγενείς του Don Shirley παραπονέθηκαν ότι δεν φαίνεται ορθά η σχέση του πιανίστα με την οικογένεια του, αλλά και ούτε προσκλήθηκαν ώστε να έχουν κάποια συμμετοχή με την παραγωγή.
- Δεύτερη ταινία για τη Universal Pictures που γυρίστηκε σε φόρμα Univisium 2.00:1, μετά το Jurassic World. Μέσα στο 2018, ήταν μόλις τρεις που τη χρησιμοποιήσαν.
- Έγινε η πέμπτη ταινία στην ιστορία του θεσμού που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας δίχως να είναι υποψήφιο στη σκηνοθεσία.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 4/1/2019
Στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά για τον κινηματογράφο χωρίς τη βοήθεια του αδερφού του, ουσιαστικά ο Peter Farrelly πάλι απευθύνεται σε μεγάλο κοινό, απλά με διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η αληθινή ζωή του δίνει στα χέρια μια ιστορία που αντιστρέφει την καλοπροαίρετη μεν, εύκολα παρεξηγήσιμη δε ιδέα πίσω από τον περίφημο «Σωφέρ της Κας Νταίζη» που παρακαλάει να αξιοποιηθεί με τον τρόπο που γίνεται εδώ. Αν θέλει κάποιος να σταθεί ακριβοδίκαια απέναντι στο σύνολο δεν γίνεται να μην παραδεχθεί το πόσο στρογγυλή και ανώδυνη είναι η δραματική πλευρά του φιλμ, το πόσο προβλέψιμη είναι η εξέλιξή του και το πόσο προσπαθεί να βγάλει με το ζόρι μια ανεβαστική συναισθηματικά ατμόσφαιρα στο φινάλε. Αλλά θα ήταν ψέμα ο ισχυρισμός πως το «Πράσινο Βιβλίο» δεν είναι απολαυστικό από την αρχή μέχρι το τέλος, κάτι που οφείλεται κυρίως στο σπαρταριστό χιούμορ και τους γεμάτους ζωηράδα διαλόγους του σεναρίου αλλά και στο πρωταγωνιστικό ντουέτο που δίνει μια άτυπη μονομαχία ως προς το ποια εκ των δύο ερμηνειών θα είναι αυτή που θα αποκομίσει μέχρι το τέλος τις καλύτερες εντυπώσεις. Πρόκειται για κλασικό δείγμα ευρέως αποδεκτής οσκαρικής ταινίας, όπου εκεί που λείπει το βάθος βρίσκονται τόσο μια υψηλή ψυχαγωγική αξία όσο και μηνύματα με αγνές προθέσεις, τα οποία όσο προφανή και να είναι πρέπει να επαναλαμβάνονται από καιρού εις καιρόν για τον μέσο θεατή που μπορεί να διαμορφώνει μέχρι και προσωπικότητα μέσα από αυτό που θα παρακολουθήσει.
Η μεγαλύτερη ευχαρίστηση κατά τη διάρκεια της προβολής πηγάζει από την ερμηνευτική συνεργασία και συνάμα κρυφή αντιπαλότητα μεταξύ Mortensen και Ali στους ρόλους που υποδύονται. Ο πρώτος ειδικά φαίνεται να το διασκεδάζει αποτελώντας ουσιαστικά την πηγή ενέργειας ολόκληρης της ταινίας συμπαρασύροντας τον ρυθμό με την άψογη ιταλοαμερικάνικη προφορά του και τη χειμαρρώδη εξωστρέφειά του αλλά παράλληλα προσδίδοντας στις σοβαρότερες σκηνές την αναγκαία βαρύτητα ώστε να μην εγκλωβίσει τον χαρακτήρα του στα στεγανά μιας καρικατούρας. Ο δεύτερος έχει μια σαφώς δυσκολότερη αποστολή να ολοκληρώσει μιας και ο ήρωάς του κουβαλάει τη μερίδα του λέοντος της δραματουργίας. Το δικό του πορτραίτο είναι διαφορετικό από εκείνο του συμπρωταγωνιστή του: ξετυλίγεται πιο αργά και σταδιακά, χαρακτηρίζεται από μια μεγαλύτερη λεπτότητα όσον αφορά τους μανιερισμούς και τον τρόπο χειρισμού της ομιλίας και του σώματος η οποία γίνεται όλο και πιο πολύ κατανοητή σαν επιλογή όσο προχωράει η πλοκή. Το κλειδί της όλης εμπειρίας είναι το πώς αποτυπώνεται η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο ανδρών: σε αντίθεση με άλλα παραδείγματα όπως τον «Άνθρωπο της Βροχής» κανένα εκ των δύο προσώπων δεν αποτελεί μια «σταθερά» που θα βοηθήσει το άλλο να αλλάξει, ίσα ίσα που η επικοινωνία και η μεταστροφή των δύο ατόμων που βγαίνει από αυτήν λειτουργούν τόσο αρμονικώς αμφίπλευρα ώστε να προκύπτει πραγματικά μια σχεδόν τέλεια αλληλοσυμπλήρωση.
Ο συνήγορος του διαβόλου θα έλεγε πως μια ταινία που διαδραματίζεται τη δεκαετία του ’60 και κατά τη διάρκεια της οποίας ο κόσμος γύρισε ανάποδα για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών θα έπρεπε να είναι κάτι διαφορετικό, πιο εδραιωμένο σε έναν κοινωνικό ρεαλισμό από μια δραμεντί της οποίας ο στόχος είναι να στείλει το κοινό στο σπίτι του με ένα χαμόγελο ύστερα από το πέρας της θέασης. Το ότι λείπουν σχεδόν οι γωνίες είναι ένα σοβαρό θέμα. Αυτό αποδυναμώνει τον αντίκτυπο του τελικού αποτελέσματος, όμως η αξία του έστω αυτονόητου ηθικού διδάγματος παραμένει ως προς το ότι θα βρει απήχηση κυρίως στην ανήλικη μερίδα του κοινού που ενδέχεται να έρθει έτσι σε πρώτη επαφή με ένα σινεμά κοινωνικού προβληματισμού. Δεν πρόκειται για κινηματογράφο που ανακαλύπτει τον τροχό σε επίπεδο νοηματικής κι αισθητικής, ωστόσο η δημιουργία του Farrelly είναι αδιαμφισβήτητα ένα όμορφο δείγμα χολιγουντιανού επαγγελματισμού κατασκευαστικά και καλοκάγαθου ιδεαλισμού πολιτικά αποτελώντας ένα στιβαρό πακέτο αμερικάνικου κινηματογράφου που μπορεί να μιλήσει με ευκολία σχεδόν σε όλους.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 28/1/2019
Το «Πράσινο Βιβλίο» είναι βασισμένο σε μια αληθινή ιστορία. Στην δεκαετία του ’60 ο Tony ‘Lip’ Vallelonga (Viggo Mortensen), πορτιέρης από μια ιταλο-αμερικανική γειτονιά του Μπρονξ, προσλαμβάνεται ως οδηγός του Δρ. Shirley (Mahershala Ali), ενός παγκοσμίου φήμης αφροαμερικανού πιανίστα, για να τον συνοδεύσει σε μια περιοδεία από το Μανχάταν στον βαθύ Αμερικανικό Νότο. Η αντίθεση ανάμεσα τους είναι κραυγαλέα. Ο βιρτουόζος πιανίστας Δρ. Shirley είναι αριστοκρατικά κομψός και βαθιά καλλιεργημένος, μπορεί να παίξει Chopin ή Tchaikovsky καλύτερα από οποιονδήποτε. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στην οθόνη ντυμένος με βασιλικό μετάξι, χρυσά κοσμήματα, κάθεται σε θρόνο ανάμεσα σε προτομές, βάζα και ελεφαντόδοντα στο διαμέρισμά του πάνω από το Carnegie Hall. Αντιδιαμετρικά ο Tony είναι ένας άξεστος μικρομαφιόζος, με χοντροκομμένους τρόπους και επιρρεπής σε καυγάδες. Όταν τον συναντάμε για πρώτη φορά, απεικονίζεται ως τόσο ρατσιστής ώστε να πετά στα σκουπίδια δυο ποτήρια που είχαν χρησιμοποιηθεί από δυο μαύρους υδραυλικούς. Με αυτά τα δεδομένα, η αναπόφευκτη «εξέλιξη» του χαρακτήρα του θα είναι πολύ πιο έντονη δραματουργικά.
Για μια προγραμματισμένη σειρά συναυλιών οκτώ εβδομάδων που θα δώσει το τρίο του, ο Δρ. Shirley θέλει να μισθώσει έναν οδηγό-σωματοφύλακα, ο οποίος να είναι επίσης σε θέση να χειριστεί οποιαδήποτε δυσάρεστη κατάσταση που μπορεί να συναντήσει στην πορεία. Δεδομένου ότι είναι μαύρος και η χρονιά είναι το 1962, αν και ο ίδιος καλλιεργεί μια ανώτερη στάση απέναντι σε ανθρώπους όλων των χρωμάτων, η υπεροψία και ο λογοτεχνικός τρόπος ομιλίας του τον καθιστούν έναν προφανή στόχο για ρατσιστική βία. Ο Δρ. Shirley επιλέγει ως οδηγό τον Tony, που αρχικά αρνείται αλλά τελικά συμφωνεί εξαιτίας της πολύ καλής αμοιβής. Το ξεκάθαρο κοινωνικό και ταξικό χάσμα μεταξύ αυτών των δύο ανδρών είναι προφανές, και η επαγγελματική σχέση τους ξεκινάει με μια αμήχανη αρχή. Ο Tony δεν είναι πολύ ενθουσιασμένος στο να υποταχθεί σε έναν μαύρο. Ομοίως, ο Don θα ήταν πολύ πιο ευτυχισμένος αν προσλάμβανε έναν μαύρο οδηγό, αν δεν χρειαζόταν ως διαβατήριο το λευκό χρώμα του δέρματος του Tony για να τελειώσει με ασφάλεια την περιοδεία του.
Μαζί θα πρέπει να κινηθούν στηριζόμενοι στο «Πράσινο Βιβλίο», που παρείχε πληροφορίες στους μαύρους για το πού επιτρεπόταν να φάνε και να κοιμηθούν. Μόλις οι δύο άνδρες βγουν στον δρόμο, η αφήγηση προχωρά με ρυθμική ακρίβεια καθώς συναντούν τον βαθιά ριζωμένο ρατσισμό του Αμερικανικού Νότου. Διευρύνουν την ήδη ευρύχωρη Cadillac, δημιουργώντας μια απολαυστική λεκτική τριβή στη διάρκεια των χαλαρών συζητήσεων τους. Ο πιανίστας αποδεικνύει ότι η ανώτερη τάξη του τον απομόνωσε από οποιαδήποτε γνώση της μαύρης κουλτούρας. Ενώ παίζει για τα πλουσιότερα λευκά ακροατήρια της Αμερικής, δεν γνωρίζει τίποτα για τον Chubby Checker, τον Sam Cooke, τον Little Richard ή την Aretha Franklin. Ο γήινος Tony τον εισάγει στη μαύρη μουσική, αλλά και του μαθαίνει να τρώει με τα χέρια το ταπεινό αλλά νόστιμο τηγανισμένο κοτόπουλο. Από την άλλη ο εκλεπτυσμένος μουσικός διδάσκει τον Tony για τον Ορφέα και το πώς να γράφει ρομαντικές επιστολές στη σύζυγό του, Dolores (Linda Cardellini). Και φυσικά τον εμβαπτίζει στην υψηλή τέχνη, όταν σε μια έξοχα δομημένη σκηνή ακουμπά σφιχτά πάνω από ένα πιάνο Steinway και κάθε ίνα του φαίνεται να ρέει μέσα από τα δάχτυλά του προς τα πλήκτρα παράγοντας θεϊκή μουσική.
Στο τέλος της ημέρας ο Tony θα μυηθεί στους εκλεπτυσμένους τρόπους του Shirley και ο τελευταίος θα μάθει, από έναν απλό λαϊκό άνθρωπο, να μην είναι τόσο αλαζόνας και παθητικός και να απαντά στις ρατσιστικές προκλήσεις. Η επιδιωκόμενη πολιτισμική αναστροφή -με τον καλλιεργημένο μαύρο άνθρωπο και τον απαίδευτο λευκό μπράβο του Μπρονξ- λειτουργεί υποδειγματικά. Οι δυο έξοχοι ηθοποιοί ενσαρκώνουν τους ρόλους τους με αποχρώσεις, γενναιοδωρία και σεβασμό στους χαρακτήρες .
Το «Πράσινο Βιβλίο» είναι μια γλυκόπικρη αντιρατσιστική ταινία, πνευματώδης και ζεστή σαν κασμίρ που μετεωρίζεται υπέροχα ανάμεσα στην κωμωδία και στο δράμα. Η απλή ηθική αρχιτεκτονική της κινείται σε πολλά επίπεδα για να μιλήσει για μια αληθινή ιστορία χωρίς να γίνεται διδακτική ή μελοδραματική. Οι πιο ευαίσθητοι θεατές θα συγκινηθούν από την ανθρώπινη θέρμη που αναδύεται με ηπιότητα, ενώ οι λάτρεις της κωμωδίας θα απολαύσουν την άφθονη αίσθηση λεπτού χιούμορ που διατρέχει τις περισσότερες σκηνές. Υπάρχει κάτι τόσο βαθιά ανθρώπινο, τόσο αληθινό στην απεικόνιση, τόσο ανάλαφρο στη γεύση και τόσο υψηλό στο πνεύμα που στεφανώνει την ταινία με μια λάμψη υψηλής ποιότητας.
Βαθμολογία: