
Στη Μασσαλία, μια οικογένεια συγκεντρώνεται για τη γέννηση της μικρής Γκλόρια. Παρά τη χαρά τους, οι νεαροί γονείς έχουν πέσει σε δύσκολους καιρούς. Την ώρα που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα, επανασυνδέονται με τον πρώην κατάδικο παππού της νεογέννητης κόρης τους.
Σκηνοθεσία:
Robert Guediguian
Κύριοι Ρόλοι:
Ariane Ascaride … Sylvie Benar
Jean-Pierre Darroussin … Richard Benar
Gerard Meylan … Daniel
Anais Demoustier … Mathilda
Robinson Stevenin … Nicolas
Lola Naymark … Aurore
Gregoire Leprince-Ringuet … Bruno
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Robert Guediguian, Serge Valletti
Παραγωγή: Marc Bordure, Robert Guediguian, Serge Hayat
Μουσική: Michel Petrossian
Φωτογραφία: Pierre Milon
Μοντάζ: Bernard Sasia
Σκηνικά: Michel Vandestien
Κοστούμια: Anne-Marie Giacalone
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Gloria Mundi
- Ελληνικός Τίτλος: Η Ελπίδα του Κόσμου
- Εναλλακτικός Τίτλος: Sic Transit Gloria Mundi
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Ariane Ascaride).
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 29/10/2020
Κάπως λιγότερο φλύαρος σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο φιλμ του («Το Σπίτι Δίπλα στη Θάλασσα»), ο Robert Guediguian επιμένει σε μια μελαγχολική ματιά της γενιάς των Γάλλων στην οποία ανήκει και ο ίδιος, που θεωρήθηκε κάποτε ότι θα άλλαζε τον κόσμο (Μάης του ’68) και που πλέον έχει απομείνει με τα αποφάγια των ονείρων που έκανε στο πιάτο, εντός εξαιρετικά δυσοίωνων τρεχουσών κοινωνικών συνθηκών. Το σκηνικό γίνεται αστικό από επαρχιακό, κι από μια άποψη και περισσότερο κινηματογραφικό από πλευράς ρυθμών κυρίως, και τα προβλήματα περισσότερο επείγοντα και ασφυκτικά. Διαγράφεται ξεκάθαρα η εικόνα της σύγχρονης μακρονικής Γαλλίας, όπου το εργασιακό περιβάλλον είναι εξαιρετικά ρευστό και δίχως δεύτερες ευκαιρίες, η συμβίωση μεταξύ διαφορετικών τάξεων κι εθνικοτήτων είναι εύθραυστη, και το τραύμα των πολύνεκρων τρομοκρατικών επιθέσεων των ετών 2015 και 2016 δεν έχει επουλωθεί ακόμη.
Η προσωπική φύση αυτής της θεώρησης φαίνεται και από το πόσο περισσότερο το σενάριο δείχνει να νοιάζεται για τη συνομήλικη του σκηνοθέτη, συν-σεναριογράφου και συμπαραγωγού τριπλέτα των Ariane Ascaride, Jean-Pierre Darroussin και Gerard Meylan σε σχέση με τους νεότερους χαρακτήρες, κάτι που είναι ορατό και στο πόσο καλύτερα έχει επεξεργαστεί η υπόσταση των πρώτων συγκριτικά με τους δεύτερους. Εύσημα αξίζουν και στο κείμενο για το ότι δεν φοβάται να καταστήσει μέχρι και αντιπαθή τα πρόσωπα των οποίων την ιστορία αφηγείται. Κι ενώ μοιάζει να υπάρχει μια ειλικρίνεια στον προβληματισμό του Guediguian, εντοπίζεται παράλληλα μια ροπή προς τη σεναριακή υπερβολή που υπονομεύει τη σοβαρότητα του όλου εγχειρήματος. Εκεί που ένας Ken Loach, ένας Mike Leigh ή, εντός διαφορετικών πλαισίων, ένας Asghar Farhadi με δεξιοτεχνία θα μπορούσαν στην καλύτερη φόρμα τους με ένα παρόμοιο υλικό να κάνουν ακόμη και σχετικά «τραβηγμένες» σεναριακές πινελιές να φαντάζουν πιστευτές, ο Guediguian δεν διακρίνεται από παρόμοια ευλυγισία. Ειδικά μια συγκεκριμένη υποπλοκή που οδηγεί και στην έκρηξη του φινάλε, που είναι από μόνη της χοντροκομμένη, πέφτει ταυτόχρονα και θύμα άτσαλης μεταχείρισης.
Το φιλμ φαίνεται να βρίσκεται περισσότερο στο στοιχείο του όταν οι εντάσεις καταλαγιάζουν, και οι ήρωες, συνήθως αυτοί που έχουν πιο πολλά χρόνια στην πλάτη τους, στοχάζονται για την ως τώρα πορεία της ζωής τους. Αν το σύνολο επέκτεινε ακόμη πιο πολύ αυτή την ενδοσκοπική διάθεση, σίγουρα θα προέκυπτε κάτι πιο ουσιώδες. Επιπλέον, χρειαζόταν και μια πιο συνειδητοποιημένη πολιτικά στάση, που θα είχε και τη σημασία της δεδομένης της ιδιαιτερότητας της ιστορικής συνθήκης που περιγράφεται εδώ, όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά και για την Ευρώπη. Αντιθέτως, εντοπίζονται αντιφάσεις που κάνουν δύσκολο το να ακολουθήσει κανείς τον ειρμό που βρίσκεται εδώ (ενδεικτικά μονάχα συνδυάζονται ουμανισμός και απολογία της αυτοδικίας!), ή έστω να τον αντιμετωπίσει ως κάτι πραγματικά συνεκτικό.
Ένα γερό ατού αποτελούν οι ερμηνείες. Στην πλειοψηφία τους έχουν αυτό τον άνετο ευρωπαϊκό αέρα, είναι πορτρέτα τα οποία δεν εκλιπαρούν την αναγνώριση μέσω βραβείων που συνήθως περνάει μέσα από τα έντονα ξεσπάσματα, αλλά απλώς επιδιώκουν να είναι αποτελεσματικά με αθόρυβο τρόπο. Φυσικά είναι η τριάδα των Ascaride, Darroussin και Meylan που ξεχωρίζει, με τον καθέναν τους να προσθέτει στην προβληματική του φιλμ το δικό του προσωπικό φίλτρο και τον δεύτερο να αποτελεί την πιο «ήρεμη» δύναμη εξ αυτών. Θα ήταν άδικο όμως να παραβλέψει κάποιος την ενέργεια της Lola Naymark ή τις αριστοτεχνικές διακυμάνσεις του Robinson Stevenin, άσχετα από το αν οι χαρακτήρες που υποδύονται έχουν δραματουργικά μικρότερο ενδιαφέρον.
Ακόμη κι αν ως κοινωνικό δράμα το σύνολο δεν πείθει εντελώς λόγω των διάφορων φάουλ, το θέαμα ενός καστ ηθοποιών που συλλογικά κάνει κάτι παραπάνω από μια απλά καλή προσπάθεια είναι σίγουρα ένα υπολογίσιμο δέλεαρ. Σε γενικές γραμμές, πάντως, η «Ελπίδα του Κόσμου» επιτυγχάνει λιγότερα από όσα φιλοδοξεί να αγγίξει, και παρόλο που οι προθέσεις υπάρχουν, δεν αρκούν για να μεταφραστούν σε κάτι αντίστοιχα δυνατό κινηματογραφικά.
Βαθμολογία: