Gemini Man
- Gemini Man
- 2019
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Θρίλερ
- 10 Οκτωβρίου 2019
Ένας πενηντάχρονος συνταξιούχος δολοφόνος, ο Χένρι Μπρόγκαν, καταδιώκεται από τον εξίσου θανάσιμο εικοσιτετράχρονο κλώνο του. Ο Χένρι, μαζί με τους αδίστακτους συναδέλφους του, Ντάνι και Μπάρον, βρίσκονται κυνηγημένοι καθώς διασχίζουν την υφήλιο αναζητώντας την αλήθεια. Αυτό που ανακαλύπτουν θα αναγκάσει το Χένρι να βρεθεί αντιμέτωπος με τους ανθρώπους που εμπιστευόταν και να αποφασίσει ποιανού η ζωή αξίζει περισσότερο: η δική του ή του κλώνου του;
Σκηνοθεσία:
Ang Lee
Κύριοι Ρόλοι:
Will Smith … Henry Brogan/Junior
Mary Elizabeth Winstead … Danny Zakarweski
Clive Owen … Clayton ‘Clay’ Verris
Benedict Wong … Baron
Linda Emond … Janet Lassiter
Theodora Miranne … Kitty
Douglas Hodge … Jack Willis
Ralph Brown … Del Patterson
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: David Benioff, Billy Ray, Darren Lemke
Στόρι: David Benioff, Darren Lemke
Παραγωγή: Jerry Bruckheimer, David Ellison, Dana Goldberg, Don Granger
Μουσική: Lorne Balfe
Φωτογραφία: Dion Beebe
Μοντάζ: Tim Squyres
Σκηνικά: Guy Hendrix Dyas
Κοστούμια: Suttirat Anne Larlarb
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Gemini Man
- Ελληνικός Τίτλος: Gemini Man
Παραλειπόμενα
- Ως σχέδιο, η ταινία ξεκινάει τη μακρά της ιστορία από το 1997, όταν ο Darren Lemke πούλησε το στόρι του στη Walt Disney Pictures. Ο κύριος λόγος που δεν έμπαινε σε παραγωγή ήταν ότι τα εφέ της εταιρίας δεν ήταν τόσο εξελιγμένα ακόμη, ώστε να ικανοποιήσουν το στόρι. Το 2016, η Skydance Media πήρε τα δικαιώματα από την Disney, και μέσα σε έναν χρόνο όλα είχαν μπει μπρος.
- Πρώτος υποψήφιος σκηνοθέτης ήταν ο Tony Scott, ενώ με τα χρόνια ακολούθησαν οι Curtis Hanson και Joe Carnahan.
- Για τον πρώτο δε ρόλο, είχαν προσεγγισθεί οι: Harrison Ford, Chris O’Donnell, Mel Gibson, Jon Voight, Nicolas Cage, Clint Eastwood και Sean Connery.
- Για τον ρόλο της Ντάνι, δυνατά “έπαιξε” και η Tatiana Maslany και η Elizabeth Debicki.
- Ο Ang Lee χρησιμοποίησε κι εδώ την τεχνική γυρίσματος με το Μια Απίθανη Διαδρομή στη Ζωή του Billy Lynn: υψηλή τεχνολογία ανάλυσης των 120 καρέ το δευτερόλεπτο, σε συνδυασμό με το 3D.
- Η Paramount μπήκε μέσα κατά 111 εκατομμύρια δολάρια. Τα κέρδη έφτασαν στα 173,5, ενώ στο μπάτζετ των 138 συνυπολογίζονται τα υψηλά έξοδα προώθησης.
- Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 11/10/2019
Το να πάρει κανείς ένα υψηλό δημιουργικό ρίσκο και να αποτύχει, έχοντας βάλει όμως την προσωπική του σφραγίδα στο τελικό προϊόν και προσπαθώντας εμφανώς για να βγει μια άκρη, είναι κάτι το τιμητικό. Αυτό που συμβαίνει όμως με το «Gemini Man» είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Ο Ang Lee εδώ κυριολεκτικά αναλαμβάνει καθήκοντα διεκπεραιωτικά, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά στην καριέρα του (ακόμη και στο παρεξηγημένο «Hulk» είχε σημαντικό δημιουργικό έλεγχο), παραδίδοντας μια παταγώδη αποτυχία ακριβώς επειδή ο ρόλος που καλείται να παίξει δεν προβλέπει πουθενά να βάλει έστω κάποια ψήγματα μιας υπογραφής. Το ίδιο το σενάριο είναι μια «κουρελού» που εδώ και δύο δεκαετίες έχει περάσει από ατέλειωτα στάδια επανασυγγραφής, περιμένοντας τη στιγμή που η τεχνολογία θα ήταν τέτοια ώστε να μπορέσει να υλοποιηθεί επαρκώς η κεντρική ιδέα ενός πειστικού οπτικά νεότερου σε ηλικία κλώνου. Αυτό γίνεται ολοφάνερο από τη νοοτροπία με την οποία είναι γραμμένες οι ατάκες, οι οποίες κουβαλούν ένα επιτηδευμένα κουλ και χαζά εξυπνακίστικο στιλ που ταιριάζει περισσότερο σε παλιότερο χρονολογικά σινεμά δράσης. Πρωτίστως, βέβαια, πρόκειται για ένα ανεγκέφαλο φιλμ, γεμάτο σφάλματα λογικής, γελοίες σκηνές, αναληθοφάνειες και χοντροκομμένες ιδέες. Η μεγαλύτερη «αμαρτία» του όμως είναι ότι σπαταλά ένα εύρημα με δυναμική ακόμη και υπαρξιστικού προβληματισμού για χάρη ενός πακέτου ετοιματζίδικου και φτηνιάρικου μπλοκμπάστερ. Μέχρι και σε αυτό τον τομέα, όμως, τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά, μιας και η δράση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως φτωχή.
Η μοναδική στιγμή που ο Lee μοιάζει να ξεφεύγει από το mode του μισθοφόρου που αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας μια τυπική αποστολή, είναι ένα σχετικό σύντομο μεν, απολαυστικό δε μονοπλάνο που ακολουθεί τον Will Smith καβάλα σε μια μοτοσικλέτα, ακριβώς επειδή τουλάχιστον υπάρχει μια έστω ελάχιστη επίδειξη τεχνικής. Εύσημα αξίζουν και στα εξαιρετικά άρτια εφέ που «ξανανιώνουν» τον Smith. Πρέπει να καταβάλλει κανείς μεγάλη προσπάθεια για να βρει κάποια επιπρόσθετα θετικά στοιχεία. Η δραματουργία βρίσκεται σε ένα επίπεδο τόσο πρωτόλειο, που κάνει το σενάριο να μοιάζει σαν προσχέδιο, όχι σαν ολοκληρωμένο προϊόν. Ο χαρακτήρας της Mary Elizabeth Winstead δεν προσθέτει τίποτα στην ιστορία πέρα από ένα σαχλό παιχνίδισμα με μια προσδοκία ερωτικού ενδιαφέροντος, το οποίο εκνευρίζει από ένα σημείο και ύστερα. Όταν, δε, κάνουν την εμφάνισή τους και μερικές βαρύγδουπες φροϋδικές αναφορές, σε μια απέλπιδα προσπάθεια του φιλμ να φανεί ως κάτι περισσότερο από αυτό που πραγματικά είναι, η συνολική εικόνα βλάπτεται ακόμη περισσότερο, πνιγμένη σε μια σοβαροφάνεια που δεν πείθει επειδή δεν έχουν τεθεί οι σωστές βάσεις για να εμπνεύσει κάποιο σεβασμό το συγκεκριμένο στοιχείο.
Κάπου μέσα σε όλα αυτά κρύβεται και μια κριτική απέναντι στην απληστία και την έλλειψη ηθικής που χαρακτηρίζει αρκετές φορές τον αποκαλούμενο ιδιωτικό τομέα (παράδοξο για παραγωγή του Jerry Bruckheimer), όμως ακόμη κι αυτή η απόπειρα πολιτικής τοποθέτησης χάνεται ανάμεσα σε μια πλειάδα ανοησιών και κλισέ. Μέχρι και η ίδια η δράση, το υποτιθέμενο δέλεαρ του όλου πακέτου, είναι το λιγότερο β’ διαλογής, ελάχιστα θεαματική και όχι ιδιαίτερα ευρηματική. Το χαζοχαρούμενο φινάλε είναι το κερασάκι στην τούρτα μιας περιπέτειας με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, που δείχνει να αγνοεί τους πιο σημαντικούς κανόνες του καλού εμπορικού σινεμά ελέω τεμπελιάς. Θυμάται κανείς την πολλά υποσχόμενη αρχή του David Benioff με την «25η Ώρα» πριν γίνει ένας σούπερσταρ των σεναριογράφων με το «Παιχνίδι του Στέμματος» στην τηλεόραση και το πως επιλέγοντας πρότζεκτ σαν αυτό δεν επαλήθευσε ποτέ τις προσδοκίες που είχαν χτιστεί για τον ίδιο με το πρώτο του δείγμα δουλειάς για τον κινηματογράφο.
Εν κατακλείδι, μέχρι και οι ουκ ολίγοι φαν του Will Smith (ο οποίος εδώ κάνει ό,τι μπορεί δεδομένων των στενών πλαισίων εντός των οποίων κινείται) θα βρουν πολύ λίγα ελαφρυντικά για να κατηγοριοποιήσουν αυτό το φιλμ ως κάτι παραπάνω από μια τρανταχτή αποτυχία. Ίσως μια εκ των μεγαλύτερων της φετινής κινηματογραφικής χρονιάς που προέρχεται από μεγάλο στούντιο.
Βαθμολογία: