Το Αίνιγμα
- Garde à Vue
- The Inquisitor
- 1981
- Γαλλία
- Γαλλικά
- Αστυνομική, Δραματικό Θρίλερ, Μυστηρίου, Νουάρ
Ο Μαρτινό, ένας πλούσιος και ισχυρός δικηγόρος, κρίνεται ύποπτος για τον βιασμό και τη δολοφονία δύο μικρών κοριτσιών. Παραμονή Πρωτοχρονιάς, ο επιθεωρητής Γκαλιέν τον καλεί στο γραφείο του, και αρχίζει να τον υποβάλλει σε έντονη ανάκριση. Η μαρτυρία του Μαρτινό είναι γεμάτη από κενά και αντιφάσεις, ωστόσο ο Γκαλιέν δεν είναι σε θέση να αποσπάσει την ομολογία του. Ο δικηγόρος φαίνεται να ταιριάζει στο ψυχολογικό προφίλ του δολοφόνου, αλλά τα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του δεν είναι αδιάσειστα. Όταν η ανάκριση φαίνεται να οδηγείται σε αδιέξοδο, η σύζυγος του Μαρτινό παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα και κάνει κάποιες συγκλονιστικές αποκαλύψεις.
Σκηνοθεσία:
Claude Miller
Κύριοι Ρόλοι:
Lino Ventura … επιθεωρητής Antoine Gallien
Michel Serrault … Jerome / Charles / Emile Martinaud
Romy Schneider … Chantal Martinaud
Guy Marchand … επιθεωρητής Marcel Belmont
Pierre Maguelon … επιθεωρητής Adami
Annie Miller … η μητέρα της Camille
Elsa Lunghini … Camille
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Claude Miller, Jean Herman, Michel Audiard
Παραγωγή: Georges Dancigers, Alexandre Mnouchkine
Μουσική: Georges Delerue
Φωτογραφία: Bruno Nuytten
Μοντάζ: Albert Jurgenson
Σκηνικά: Eric Moulard
Κοστούμια: Jeanine Fauvel
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Garde a Vue
- Ελληνικός Τίτλος: Το Αίνιγμα
- Διεθνής Τίτλος: The Inquisitor
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Under Suspicion
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: The Grilling [ΗΠΑ]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Η Ανάκριση
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Βασικός Ύποπτος για Φόνο (2000)
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Brainwash του John Wainwright.
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο πρώτου αντρικού ρόλου (Michel Serrault), δεύτερου αντρικού ρόλου (Guy Marchand), σεναρίου και μοντάζ στα Cesar. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, φωτογραφία και ήχο.
Παραλειπόμενα
- Πάνω στο ίδιο μυθιστόρημα του 1979 βασίστηκε και το αμερικανικό Βασικός Ύποπτος για Φόνο (2000).
- Γυρίστηκε εξολοκλήρου μέσα σε στούντιο (με εξαίρεση μια σκηνή σε ξενοδοχείο), και με χρονολογική σειρά.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 24/6/2021
Η ημέρα είναι η παραμονή της πρωτοχρονιάς, παραδοσιακά μέρα γιορτής αλλά και σιωπηλού αναστοχασμού, αναγκαστικού απολογισμού και μάταιης στοχοθεσίας για την επόμενη χρονιά που ετοιμάζεται να εισέλθει. Για τον έγκριτο νομικό Μαρτινό ωστόσο αυτή η μέρα έχει πάρει μια τροπή πολύ διαφορετική από την αναμενόμενη, καθώς αντί να διασκεδάζει τις ανασφάλειές του σε κάποιο ρεβεγιόν πολυτελείας βρίσκεται κλεισμένος σε ένα αστυνομικό τμήμα ως βασικός ύποπτος για τον φόνο και τον βιασμό δύο ανήλικων κοριτσιών. Απέναντί του ο αστυνόμος Γκαλιέν, άοκνος υπηρέτης της έννομης τάξης που πασχίζει να ρίξει φως στο στυγερό έγκλημα.
Εκ πρώτης όψεως το «Αίνιγμα» μοιάζει να συνιστά ακραιφνές δείγμα policier, με την μουντή όψη των προσώπων να συνδέεται άρρηκτα με τη μελαγχολική καταχνιά του κειστού χώρου. Εντούτοις, η πλοκή του είναι ελάχιστη, τόση ώστε να σχηματιστεί μία υποτυπώδης ιστορία, ενώ ο περιορισμός των χαρακτήρων κατά βάση στο δωμάτιο της άτυπης ανάκρισης προσδίδει στο φιλμικό κείμενο την αύρα του θεατρικού. Έτσι, το συνεχές μπρα-ντε-φερ των δύο χαρακτήρων, εμπλουτισμένο με άψογα τοποθετημένες παύσεις, ολοένα και εντείνεται: οι δύο χαρακτήρες μπορεί να απέχουν αρκετά σαν ιδιοσυγκρασίες, είναι όμως αμφότεροι εγκλωβισμένοι σε ένα πνιγηρό δωμάτιο, ενώ έξω ο κόσμος –υποτίθεται πως- γλεντά και ετοιμάζεται για το κατευόδιο του παλιού χρόνου.
Ο Μαρτινό δεν παύει ούτε στιγμή να διατρανώνει την αθωότητά του, αντιμετωπίζοντας αφ’ υψηλού τον αστυνόμο. Ειρωνεύεται τις μεθόδους του, αποκρούει τις περισσότερες πολιορκητικές απόπειρές του, ενώ δεν διστάζει να υπερτονίσει τα συμπλέγματά του και τις στερεοτυπικές μεθόδους του. Στον αντίποδά του υπόπτου, ο Γκαλιέν προσπαθεί να παραμείνει επαγγελματίας παρά την έντονη αποστροφή που νιώθει αντικρίζοντας τον πιθανό δράστη ενός βάναυσου εγκλήματος που τον αηδιάζει. Πασχίζει να οδηγήσει τις ερωταπαντήσεις σε γόνιμο έδαφος, επιχειρώντας να αντισταθεί στον πειρασμό της εύκολης εξαγωγής ενός συμπεράσματος περί της ενοχής. Τα στοιχεία σε βάρος του υπόπτου κάθε άλλο παρά αδιάσειστα μπορούν να χαρακτηριστούν και αυτό το γνωρίζουν αμφότεροι οι άνδρες ∙ τούτος ο κοινός τόπος βαθαίνει με τον τρόπο του το ρήγμα στη σχέση τους.
Ενώ ο θεατής αφήνεται να αμφιβάλλει μαζί με τον αστυνομικό περί του κατά πόσο στο πρόσωπο του Μαρτινό βλέπει έναν απάνθρωπο φονιά και βιαστή μικρών κοριτσιών, ο Κλοντ Μίλερ μετατρέπει σταδιακά το έργο του σε μία οικονομική κινηματογραφική περιδίνηση περί τον άξονα της έννοιας της αλήθειας. Οι στοχευμένες ερωτήσεις του Γκαλιέν μπορεί να μην έχουν κατορθώσει να αναδείξουν τον Μαρτινό σε ένοχο μετά βεβαιότητος, έχουν όμως φωτίσει παραπλεύρως την προσωπικότητα του ανακρινόμενου. Σύντομα ο ύποπτος ανακρίνεται για κάτι διαφορετικό από το υπό συζήτηση έγκλημα, κάτι που μπορεί να μη συνιστά επ’ ουδενί αξιόποινη συνθήκη αλλά το φορτίο της είναι αληθινά δυσβάσταχτο: για τους όρους της προσωπικής του δυστυχίας, του παγιωμένου κοινωνικού του στάτους και του αποτυχημένου γάμου του που μοιάζει να τον διατηρεί δέσμιο μίας άφατης δυστυχίας.
Το προφίλ του ανακρινόμενου σχηματίζεται: είναι ένας άνδρας γεμάτος πικρία, προσωπική απογοήτευση και αποστροφή για τον εαυτό του, στοιχεία που θα μπορούσαν να συγκροτούν την ψυχική όψη ενός στυγνού εγκληματία, αλλά όχι απαραίτητα. Χάρη στο ευφάνταστο σενάριο, η αμφιβολία του θεατή αποκτά ένα ακόμα επίπεδο: πλέον δεν αναρωτιέται απλώς κατά πόσο ο ανακρινόμενος τέλεσε το έγκλημα, αλλά κατά πόσο αυτός ο άνθρωπος είναι ικανός για κάτι τόσο ειδεχθές.
Παραμένοντας αινιγματικό μέχρι το τέλος, το βραχύ σε διάρκεια φιλμ του Μίλερ αξιοποιεί στο έπακρο τις πασίδηλες αρετές του. Οι Λίνο Βεντούρα και Μισέλ Σερό δίνουν ερμηνείες που μαγνητίζουν, η σύντομη παρουσία της Ρόμι Σνάιντερ εντείνει την αύρα του φιλμ νουάρ που ούτως ή άλλως κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα και η γεωμετρία του ασφυκτικού χώρου είναι πολύτιμη μέχρι τη λύση του δράματος. Για όσους έχουν δει το αμερικανικό ριμέικ με το σπουδαίο καστ (Μόργκαν Φρίμαν, Τζιν Χάκμαν, Μόνικα Μπελούτσι), στο οποίο ο Στίβεν Χόπκινς αποπειράθηκε να αποκαλύψει περισσότερα στοιχεία για τους χαρακτήρες σε σύγκριση με το πρωτότυπο υλικό, η σκέψη έρχεται σχεδόν αυτόματα: κάποιες φορές όσο λιγότερα αποκαλύπτονται σε επίπεδο πλοκής, τόσο περισσότερα αφήνονται στην ανάγνωση του κειμένου. Αυτή είναι τελικά η μαγεία της ταινίας του Μίλερ, ότι ενώ παραμένει ελλειπτική, περιέχει μία συναρπαστικά πολυδιάστατη αφήγηση.
Βαθμολογία: