Fight Club
- Fight Club
- 1999
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δραμεντί, Μαύρη Κωμωδία, Σάτιρα
- 18 Φεβρουαρίου 2000
Ο υλικός κορεσμός και η αίσθηση της κενότητας οδηγούν έναν γιάπη στην αϋπνία. Από εκεί, στα μεταμεσονύχτια κέντρα υποστήριξης για κάθε πικραμένο. Τελικά, στη γνωριμία με τον Τάιλερ Ντέρντεν, έναν μυστηριώδη αναρχικό λούμπεν. Αυτός θα του προτείνει την ίδρυση του Fight Club, όπου οι αλλοτριωμένοι αστοί θα εκτονώνονται μέχρι τελικής πτώσης.
Σκηνοθεσία:
David Fincher
Κύριοι Ρόλοι:
Edward Norton … ο αφηγητής
Brad Pitt … Tyler Durden
Helena Bonham Carter … Marla Singer
Meat Loaf … Robert ‘Bob’ Paulsen
Jared Leto … Angel Face
Zach Grenier … Richard Chesler
Holt McCallany … ο μηχανικός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jim Uhls
Παραγωγή: Ross Grayson Bell, Cean Chaffin, Art Linson
Μουσική: The Dust Brothers
Φωτογραφία: Jeff Cronenweth
Μοντάζ: James Haygood
Σκηνικά: Alex McDowell
Κοστούμια: Michael Kaplan
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Fight Club
- Ελληνικός Τίτλος: Fight Club
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Fight Club του Chuck Palahniuk.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για ηχητικά εφέ.
Παραλειπόμενα
- Ο Fincher επιλέχθηκε από την 20th Century Fox λόγω του ενθουσιασμού που επέδειξε για την ιστορία. Το στούντιο όμως δεν έμεινε ικανοποιημένο από το αποτέλεσμα, και έκανε ό,τι μπορούσε για να ανακατασκευάσει την καμπάνια που έκανε ο σκηνοθέτης για το φιλμ, μήπως και μειώσει τις απώλειες στα ταμεία. Οι ανάμεικτες κριτικές και η δυσανάγνωστη θεματική του το έκαναν να μείνει στην ιστορία ως μία από τις πλέον αντιφατικές και πολυ-συζητήσιμες ταινίες. Με τον καιρό, η αποδοχή μεγάλου μέρους κοινού τού προσέδωσε τον τίτλο του Cult. Ο ίδιος δε ο Palahniuk δήλωσε πως η ταινία βελτίωσε το βιβλίο του.
- Ο Brad Pitt και η Helena Bonham Carter πέρασαν τρεις ημέρες ηχογραφώντας οργασμούς, για σκηνές εντέλει που δεν προβλήθηκαν.
- Αμφότεροι Brad Pitt και Edward Norton έμαθαν να φτιάχνουν σαπούνι.
- Ο παραγωγός Ross Grayson Bell ήθελε τον Russell Crowe στον ρόλο του Τάιλερ, αλλά ήταν ο συνάδελφος του, Art Linson, που τον έπεισε πως ο Pitt ήταν ο κατάλληλος. Για τον ρόλο του αφηγητή πρώτα προέκυψαν τα ονόματα των Matt Damon, Sean Penn, αλλά ο σκηνοθέτης επέμενε για τον Norton.
- Courtney Love, Renee Zellweger, Winona Ryder και Reese Witherspoon ήταν υποψήφιες για τον ρόλο της Μάρλα. Η δε Janeane Garofalo απέσυρε η ίδια την υποψηφιότητα, λόγω των ερωτικών σκηνών.
- Ο Brad Pitt πληρώθηκε 17,5 εκατομμύρια δολάρια για να παίξει. Ο Edward Norton 2,5.
- Πρώτη επιλογή για τη σκηνοθεσία ήταν ο Peter Jackson, δεύτερη ο Bryan Singer, και τρίτη ο Danny Boyle.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Αρχικά, ο David Fincher ήθελε από τους Radiohead να γράψουν τη μουσική, αλλά ο τραγουδιστής τους, Thom Yorke, απέρριψε την πρόταση επειδή ανάρρωνε από το στρες που του προκάλεσε το προμοτάρισμα του τελευταίου τους άλμπουμ.
- Πέρα από την ορίτζιναλ δουλειά των Dust Brothers, χαρακτηριστική είναι η χρήση του κομματιού Where Is My Mind? των Pixies.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 17/5/2009
Δεν είναι μόνο η καλύτερη ταινία του Φίντσερ, αλλά και μια σύγχρονη υποψηφιότητα για κλασική. Μια ευρεσιτεχνική σκηνοθεσία από τον σκοτεινό -ως τότε- Φίντσερ διαβάζει ένα ευφυές μυθιστόρημα του Τσακ Παλάνιουκ και το αποτέλεσμα είναι εκρηκτικό… στην κυριολεξία. Το μυστικό είναι ο χαρακτήρας του ήρωα και η αληθινή του ταυτότητα, η οποία αποκαλύπτεται μονάχα στο φινάλε, ένα φινάλε αρκετό από μόνο του να τραβήξει νοηματική ουσία. Ως γνήσιος απόγονος του «Ταξιτζή», θέλει να καταλύσει, να αυτοκαταστραφεί, να κυλήσει στα πιο δύσβατα μονοπάτια, και όλα αυτά ως αποτέλεσμα της δυσκολίας του στο να ενσωματωθεί σε αυτή τη νέα τάξη κοινωνίας.
Η ταινία μπορεί να είναι σκέτη πρόκληση, αλλά η ουσία της προσπερνάει την πρόκληση και γίνεται βόμβα στα θεμέλια ενός συνόλου που ξεχνάει την προσωπικότητα. Άψογη η ερμηνεία του Έντουαρντ Νόρτον, καταπληκτική αυτή του Μπραντ Πιτ και πανέξυπνη η λιτότητα στους υπόλοιπους ρόλους. Τα βραβεία ένιψαν τας χείρας τους, και τα Όσκαρ την είχαν υποψήφια για τα ηχητικά εφέ της και μόνο. Κοινό και μέρος της κριτικής συμπλήρωσαν την cult διάσταση που της άξιζε, μια κι αρχικά μάλλον σνομπαρίστηκε από τη μεγάλη μερίδα και των δύο.
Βαθμολογία: