Μετά από ένα άγριο one-night-stand, ο Ντέρικ, πετυχημένος αθλητικός ατζέντης, παρακολουθεί την τέλεια ζωή του να καταρρέει, καθώς ανακαλύπτει πως εκείνη η σέξι και μυστηριώδη γυναίκα που τον έκανε να ρισκάρει τα πάντα, ήταν στην πραγματικότητα μια αποφασισμένη ντετέκτιβ της αστυνομίας που τον έχει εμπλέξει στην τελευταία της έρευνα. Καθώς ο Ντέρικ προσπαθεί να βάλει σε μια σειρά τα πράγματα, πέφτει ολοένα και βαθύτερα στην παγίδα, βάζοντας σε κίνδυνο καριέρα, οικογένεια αλλά κι ολόκληρη τη ζωή του.
Σκηνοθεσία:
Deon Taylor
Κύριοι Ρόλοι:
Michael Ealy … Derrick Tyler
Hilary Swank … ντετέκτιβ Val Quinlan
Mike Colter … Rafe Grimes
Geoffrey Owens … Bill Cranepool
Damaris Lewis … Tracie Tyler
Danny Pino … Carter Heywood
Tyrin Turner … Tyrin Abenathy
Kali Hawk … Micaela
Denise Dowse … Valeria
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: David Loughery
Παραγωγή: Roxanne Avent, Hilary Swank, Deon Taylor
Μουσική: Geoff Zanelli
Φωτογραφία: Dante Spinotti
Μοντάζ: Eric L. Beason, Peck Prior
Σκηνικά: Charlie Campbell
Κοστούμια: Solomon Fobb
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Fatale
- Ελληνικός Τίτλος: Fatale
Παραλειπόμενα
- Η πρεμιέρα του καθυστέρησε τρεις μήνες λόγω της πανδημίας. Βγήκε όμως και σε μια περίοδο που δεν μπορούσε να κάνει εισιτήρια (έβγαλε μόλις 4,8 εκατομμύρια δολάρια), καταλήγοντας γρήγορα από τη Lionsgate σε VOD.
Κριτικός: Λήδα-Ειρήνη Αδάμου
Έκδοση Κειμένου: 17/1/2021
Αν όντως υπάρχει κάτι που μετρά στη σκηνοθετική απόπειρα του Deon Taylor, το Fatale, αυτό είναι η υποβλητική ατμόσφαιρα της ταινίας. Ακόμη λοιπόν κι αν το σενάριο προσπαθεί απεγνωσμένα να φαντάζει ρεαλιστικό, ο σχεδιασμός της παραγωγής, για τον οποίο υπεύθυνη καθίσταται η Charlie Campbell, είναι αυτός που κρατά το φιλμ εντέλει ζωντανό. Παρά συνεπώς τις «ανάκατες σκέψεις» και τις «σκόρπιες εικόνες», είναι η όλη αίσθηση αυτό το συστατικό στοιχείο που σε καθηλώνει στο Fatale, έως ότου μάλιστα πέσουν οριστικά οι τίτλοι τέλους του.
Αν στην «ατμόσφαιρα» αυτή προστεθεί επίσης η μουσική επένδυση, επιμελημένη από τον Geoff Zanelli, και η για ακόμη μία φορά αριστοτεχνική ερμηνεία της Hilary Swank, δύναται να μιλήσει κανείς για μια άξια λόγου σινε-εμπειρία, η οποία σε κάνει να ξεχνιέσαι από την ενίοτε κουραστικά σκηνοθετική αλλά και σεναριακή ανακολουθία, που -όπως προείπαμε- δεν πείθει και πολύ…
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 15/11/2021
Michael Ealy και Hilary Swank καταλήγουν να είναι ό,τι καλύτερο από εδώ μέσα, κι ενώ οι πιθανότητες να βγει κάτι συνολικά καλό εξανεμίζονται σχετικά γρήγορα. Πιστός στο ερωτικό θρίλερ των 1990, ο Deon Taylor δεν είναι ένας δημιουργός με προσωπικό στίγμα, αλλά αυτό είναι το μικρότερο κακό στην προκειμένη περίπτωση.
Από το πρώτο λεπτό, οι επιρροές -άμεσες και έμμεσες- δεν μπαίνουν σε κόπο να κρυφτούν. Ως προς αυτό, όμως, ο δημιουργός φαίνεται να παίζει ένα παιχνίδι με τον θεατή, αφού ναι μεν αποκαλύπτει από μόνος του τις αναφορές του (όπως στην Ολέθρια Σχέση, τονίζοντας μάλιστα και το ασανσέρ), αλλά στη «φέρνει» παρουσιάζοντας μια τελείως διαφορετική εξέλιξη από τη γνωστή. Και είναι αλήθεια ότι μέχρι ενός σημείου που έχει ζεσταθεί η πλοκή, αυτό το παιχνίδι έχει την πλάκα του, και μπορεί να αποδώσει εύσημα σε ένα σενάριο που ανακαλύπτει τρόπους να σε ξαφνιάζει έστω και με αυτό τον τρόπο.
Και κάπου εκεί, ξεκινάει ο χορός του παραλόγου. Οι χαρακτήρες αποδεικνύονται τραπουλόχαρτα, χάνουν κάθε επαφή με τον θεατή που πίστευε πως θα στηριχτεί πάνω τους, και η μία σκηνή είναι πιο εκτός πραγματικότητας από την προηγούμενη. Το κείμενο έχει πλέον ξεφύγει, και μάλιστα μοιάζει σαν να έχουν σηκώσει οι δημιουργοί τα χέρια ψηλά, και να «δαγκώνονται» για το κατά πόσο θα τους πάρεις χαμπάρι, ή θα τα εκλάβεις όλα στο «ψυχαγωγικό ρελαντί». Σκεφτείτε όμως μόνο ότι υποτίθεται ότι έχουμε σε ένα προχωρημένο σημείο την άμεση αναφορά στο χιτσκοκικό «criss-cross», με τον αληθινό θύτη να μη φροντίζει να έχει άλλοθι για τον φόνο που θα διαπράξει ο άλλος για χάρη του. Παιδαριώδεις καταστάσεις…
Ούτε νουάρ απολαμβάνεις, ούτε σύγχρονο θρίλερ αλά Βασικό Ένστικτο ή Ολέθρια Σχέση, αλλά εντέλει ένα προϊόν από μίξερ που τα έχει όλα αυτά μέσα ανακατέψει, και τα σερβίρει χύμα στο πιάτο μας. Σου μένει ένα δραματικού τύπου ενδιαφέρον που είχαν χτίσει εξαρχής οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες, ασχέτως αν αυτό προδίδεται κατά κόρον παρακάτω, η προσπάθεια για πολλές ανατροπές που σε παράλληλο σύμπαν μπορεί να λειτουργούσαν θετικά, και ένα μυστήριο που χτίζεται σε ένα παρατεταμένο σημείο, ακόμα κι αν φωνάζει η λύση του τόσο που αναγκάζει και το σενάριο να αποκαλύπτεται εν μέρει από μόνο του στα γρήγορα για να μη σε χάσει. Ίσως κάποιος άλλος από τον Taylor να ήταν ικανός να τα δαμάσει όλα αυτά, και να είχαμε κάτι που θα ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες που μέχρι κάνα μισάωρο και κάτι το φιλμ καταφέρνει να κρατάει ζωντανές.
Βαθμολογία: