Η επαγγελματική ιδιότητα της Βάλερι Πλέιμ ως κατασκόπου της ΣΙΑ αποκαλύπτεται σε στήλη εφημερίδας από στελέχη του Λευκού Οίκου, για να σπιλώσουν το όνομα του συζύγου της, ο οποίος κατηγόρησε δημοσίως, μέσα από την εφημερίδα New York Times, την κυβέρνηση Μπους πως ενώ γνώριζε ότι δεν υπάρχουν όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ, χρησιμοποίησε αυτή τη δικαιολογία για να εισβάλλει στην περιοχή. Η αποκάλυψη της ταυτότητας ενός μυστικού πράκτορα στην Αμερική θεωρείται σοβαρό αδίκημα, κι έτσι ξεσπάει το σκάνδαλο Πλέιμ, γνωστό και ως Plamegate.

Σκηνοθεσία:

Doug Liman

Κύριοι Ρόλοι:

Naomi Watts … Valerie Plame

Sean Penn … Joseph ‘Joe’ Wilson

Noah Emmerich … Bill

Ty Burrell … Fred

Sam Shepard … Sam Plame

Bruce McGill … James ‘Jim’ Pavitt

Brooke Smith … Diana

Michael Kelly … Jack

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Jez Butterworth, John-Henry Butterworth

Παραγωγή: Jez Butterworth, Akiva Goldsman, Doug Liman, Bill Pohlad, Janet Zucker, Jerry Zucker

Μουσική: John Powell

Φωτογραφία: Doug Liman

Μοντάζ: Christopher Tellefsen

Σκηνικά: Jess Gonchor

Κοστούμια: Cindy Evans

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Fair Game

Ελληνικός Τίτλος: Παιχνίδια Συνωμοσίας

Σεναριακή Πηγή

  • Βιβλίο: Fair Game της Valerie Plame Wilson.
  • Βιβλίο: The Politics of Truth του Joseph Wilson.

Κύριες Διακρίσεις

  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.

Παραλειπόμενα

  • Το αρχικό καστ, το 2008, προέβλεπε τους Nicole Kidman, Russell Crowe.
  • Στο Netflix το 2018, βγήκε ένα director’s cut, με 6 λεπτά πρόσθετης διάρκειας.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 11/11/2010

Ο Doug Liman έχει φανερά εμμονή με το θέμα της αμερικανικής κατασκοπίας και της σύνδεσης της με σκοτεινές υποθέσεις. Πρώτη φορά, όμως, αναπτύσσει το θέμα σε πραγματιστική βάση κι επιλέγει μια ασφαλή οδό, αυτή του ιστορικού γεγονότος. Ο Liman έχει θάρρος, μιλάει έξω από τα δόντια, αλλά ξεχνάει το μεγάλο του ταλέντο στο σασπένς. Από τη στιγμή που επικεντρώνει στο προσωπικό δράμα την ιστορία του, από τα μισά και μετά, θα μπορούσε να καταφέρει ένα υπέροχο πολιτικό θρίλερ και να κάνει το Τρεις Μέρες του Κόνδορα των ’00. Δυστυχώς, εκεί χάνει το δημιουργικό του θάρρος.

Με τη λογική ότι η ιστορία πνίγει τις θριλερικές προθέσεις του Liman, το έργο αρχίζει να χαλαρώνει επικίνδυνα όταν από κατασκοπικό γίνεται δραματικό. Αποκτά επίπεδη υφή, κι απλά βοηθάει τους δύο πρωταγωνιστές του να λάμψουν δια των ερμηνειών τους. Πλέον, σου λείπει το σφιχτό μοντάζ των Bourne, η εναλλαγή των σκηνών είναι γρήγορη αλλά ποτέ δεν σε «τρέχει», κι ενώ ως δράμα δεν είναι καθόλου κακό, σε αφήνει έκθετο, από τη στιγμή που σε έχει βάλει στη διαδικασία να αναμένεις περισσότερη καταγγελία, περισσότερα «βρώμικα» στοιχεία. Πάντως, πρέπει να τονιστεί πως η ταινία διασώζει την αμερικανική συνείδηση, όταν το σινεμά των ΗΠΑ επιμένει ακόμα να παράγει προπαγάνδες με θέμα τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και μάλιστα να τις επιβραβεύει με τα πιο υψηλά βραβεία του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *