Η Μισέλ φαντάζει άφθαρτη. Επικεφαλής μιας πετυχημένης εταιρίας βιντεο-παιχνιδιών, κουβαλάει την ίδια αδίστακτη συμπεριφορά τόσο στη δουλειά της, όσο και την ερωτική της ζωή. Όταν κάποιος άγνωστος της επιτίθεται στο σπίτι της, η ζωή της αλλάζει για πάντα. Όμως, θα καταφέρει να εντοπίσει τον άγνωστο άντρα και οι δυο τους θα παρασυρθούν σε ένα περίεργο παιχνίδι που μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να εκτροχιαστεί.

Σκηνοθεσία:

Paul Verhoeven

Κύριοι Ρόλοι:

Isabelle Huppert … Michele Leblanc

Laurent Lafitte … Patrick

Anne Consigny … Anna

Christian Berkel … Robert

Virginie Efira … Rebecca

Charles Berling … Richard Casamayou

Alice Isaaz … Josie

Judith Magre … Irene Leblanc

Jonas Bloquet … Vincent

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: David Birke

Παραγωγή: Said Ben Said, Michel Merkt

Μουσική: Anne Dudley

Φωτογραφία: Stephane Fontaine

Μοντάζ: Job ter Burg

Σκηνικά: Laurent Ott

Κοστούμια: Nathalie Raoul

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Elle
  • Ελληνικός Τίτλος: Εκείνη

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Oh… του Philippe Djian.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Isabelle Huppert).
  • Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Isabelle Huppert) σε δράμα, και ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.
  • Βραβείο Cesar καλύτερης ταινίας και πρώτου γυναικείου ρόλου (Isabelle Huppert). Υποψήφιο για σκηνοθεσία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Laurent Lafitte), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Anne Consigny), πλέον ελπιδοφόρο ηθοποιό (Jonas Bloquet), σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, και ήχο.
  • Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία και γυναικεία ερμηνεία (Isabelle Huppert) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
  • Επίσημη πρόταση της Γαλλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.

Παραλειπόμενα

  • Πρόκειται για την πρώτη γαλλόφωνη ταινία του Paul Verhoeven. Ο ίδιος πέρασε πολύ χρόνο για να μάθει καλύτερα τη γλώσσα, ώστε να επικοινωνεί σωστότερα με το συνεργείο και τους ηθοποιούς του.
  • Για τον ρόλο της Μισέλ, υποψήφιες ήταν και οι: Marion Cotillard, Nicole Kidman, Diane Lane, Carice van Houten και Sharon Stone.
  • Η Isabelle Huppert είχε εκφράσει τη θέληση να υπάρξει μια διασκευή του βιβλίου του 2012, πριν καν ενδιαφερθεί για αυτό ο Paul Verhoeven.
  • Αρχικά ήταν να γυριστεί είτε στη Βοστόνη είτε στο Σικάγο, αλλά αποδείχτηκε πολύ δύσκολο να γίνει στις ΗΠΑ μια ταινία με τόσο βίαιο και προκλητικό θέμα, με τον Verhoeven να φοβάται μην αλλοιωθεί η ταινία του.
  • Θέλοντας η ταινία του να είναι “χορογραφημένη” σε κάθε της σκηνή, ο σκηνοθέτης δημιούργησε μόνος για όλα όσα βλέπουμε σειρά από storyboard.
  • Όλο το φιλμ γυρίστηκε με δύο ψηφιακές κάμερες Red Dragon.
  • Κατά τη διάρκεια της σκηνής του βιασμού, η Huppert ακούγεται να λέει “Σταμάτα”. Αυτό ήταν εκτός σεναρίου, και βγήκε αυθόρμητα από την ηθοποιό που αισθάνθηκε τρομαγμένη.
  • Την πρεμιέρα στις Κάνες ακολούθησε 7λεπτο όρθιο χειροκρότημα.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 5/10/2016

Η Michele Leblanc, διευθυντικό στέλεχος σε μια εταιρεία βιντεοπαιχνιδιών, πέφτει θύμα βιασμού μέσα στο σπίτι της. Μετά το δραματικό περιστατικό (στο οποίο θα κάνει αναδρομή με τη σκέψη της αρκετές φορές) συνεχίζει τη ζωή της σαν να μη συνέβη τίποτα (αν και σε ένα τραπέζι με δικούς της ανθρώπους θα κάνει αναφορά στο συμβάν), μια πολύπλοκη ζωή με έναν περίγυρο που φέρνει στον νου κάποια από τις πρώτες ταινίες του Almodovar, την οικογενειακή δυσλειτουργία που αποτυπωνόταν στην «Ευτυχία» του Todd Solondz ή ένα βουλεβάρτο. Έχει μια μητέρα που σκοπεύει στη δύση της ζωής της να παντρευτεί με έναν νεαρό ζιγκολό, έναν πρώην που ξεκινά μια σχέση με μια επίσης πολύ νεότερή του γυναίκα, έναν αφελή γιο που περιμένει τη γέννα της αγαπημένης του, ένα ζευγάρι ιδιαίτερα θρησκευόμενων γειτόνων, ενώ η ίδια η Michele διατηρεί έναν ερωτικό δεσμό με τον άντρα της καλύτερής της φίλης και συναδέλφου της στην εταιρεία. Ταυτόχρονα, την ταλαιπωρεί το παρελθόν του πατέρα της, ενός φυλακισμένου σειριακού δολοφόνου, το οποίο κατέστησε και την ίδια βορά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ενώ η ζωή κυλά στους καθημερινούς της ρυθμούς, η ίδια προετοιμάζεται για το επόμενο χτύπημα του βιαστή, ο οποίος της αφήνει σε τακτικά χρονικά διαστήματα μηνύματα, και προσπαθεί να ανακαλύψει την ταυτότητά του μην επιθυμώντας να εμπλέξει την αστυνομία.

Η πρώτη γαλλόφωνη ταινία του διαβόητου Paul Verhoeven είναι και η πρώτη του ταινία εδώ και μία δεκαετία μετά τη «Μαύρη Λίστα». Από τη μία πλευρά είναι συνήθως σπάνιο να συναντά κανείς μια ταινία τόσο αιχμηρή και σαρδόνια ειρωνική επάνω στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα όπως η συγκεκριμένη από έναν σκηνοθέτη 77 χρονών, από την άλλη βγάζει νόημα όταν αυτός έχει υπογράψει στο παρελθόν το «Λουλούδι της Σάρκας», το «Βασικό Ένστικτο», ακόμη και το «Showgirls». Ο Verhoeven επενδύει πολύ χρόνο στην ανάδειξη όλων αυτών των ηρώων που αναφέρθηκαν παραπάνω ώστε να ξεδιπλώσει πλήρως τη μεσοαστική τους γελοιότητα, ειδικά σε μια σκηνή δείπνου βγαλμένη σαν από φάρσα. Δημιουργεί έτσι μια απόσταση μεταξύ αυτών και του θεατή, δεν επιδιώκει την ταύτιση αλλά την παρατήρηση από μακριά μελετώντας σαν ανθρωπολόγος τις ιδιαιτερότητές τους και τις συμπεριφορές τους, και κυρίως την πρωταγωνίστρια Michele φυσικά που βρίσκεται στο επίκεντρο, την οποία υποδύεται με απαράμιλλη υποκριτική οξυδέρκεια αλλά κι αμφισημία η θρυλική πλέον Isabelle Huppert.

Στα μισά της ταινίας, το σενάριο του David Birke φαντάζει τόσο απασχολημένο να κανιβαλίζει όλο αυτόν τον μικρόκοσμο ηρώων, που δίνει την εντύπωση πως το θέμα του βιασμού έχει ξεφύγει εντελώς πλέον από το κάδρο του Verhoeven, το οποίο φυσικά επανέρχεται αργότερα, δίνοντας ωστόσο την αίσθηση πως ο κινηματογραφικός χρόνος δεν έχει κατανεμηθεί κατάλληλα για την πλήρη ανάπτυξη της βασικής προβληματικής του έργου, που είναι η φύση του θύματος στη σεξουαλική κακοποίηση καθώς και πού βρίσκονται τα όρια αυτής με την αντίστοιχη ικανοποίηση που πηγάζει από την υπό κανονικές συνθήκες συναινετική επαφή. Για να αποφευχθούν οι όποιες παρεξηγήσεις, φυσικά κι ο βιασμός καθαυτός παρουσιάζεται με εντόνως αρνητικά χρώματα ως ένα ιδιαίτερα τραυματικό γεγονός (άλλωστε σε μια από τις φαντασιώσεις της η Michele φέρνει στο μυαλό της και πάλι την επίμαχη σκηνή, με την ίδια όμως αυτήν τη φορά να συνθλίβει το κεφάλι του βιαστή της με ένα τασάκι) που το υπογραμμίζει και η γεμάτη ένταση μουσική της Anne Dudley, αλλά κατά τη διάρκεια της ταινίας, ο τρόπος με τον οποίο η πρωταγωνίστρια εκλαμβάνει και δέχεται το γεγονός αυτό, υπονοεί εντόνως πως υπάρχει κάτι ιδιαίτερο στην ψυχοσύνθεσή της, πηγαίνοντας την ταινία έτσι πέρα από τα τυπικά χωράφια μιας ιστορίας εκδίκησης, αποδομώντας ακόμη την κατασκευή ενός φιλμ αυτού του είδους με μοναδικό τρόπο, ειδικά στο φινάλε που πολύ σωστά αποφεύγει να δώσει έναν τόνο κάθαρσης παρά την εξέλιξη της ιστορίας.

Αν μάλιστα Birke και Verhoeven φρόντιζαν να απομακρυνθούν από την καρικατούρα με την οποία φλερτάρουν πολύ επικίνδυνα σε κάποια σημεία (π.χ. το όλο επεισόδιο με την πατρότητα του «γιου» του γιου της Michele), θα είχαν κάνει όχι απλά καλή, αλλά εξαιρετική δουλειά.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

8 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *