Ο επιτυχημένος φιλιππινο-αμερικανός ηθοποιός Τζο Βαλέντσια ταξιδεύει ως το Ντέιλι Σίτι, στο πλάι του Τζούνιορ, του γιου του, ώστε να περάσουν την Κυριακή του Πάσχα μαζί με την αξιαγάπητη αλλά ταραχώδη οικογένεια του. Εκεί θα συναντήσει το συνηθισμένο χάος, εμπλουτισμένο από έναν ξάδελφο σε μπελάδες, αλλά και την οργή του παραμελημένου γιου του. 

Σκηνοθεσία:

Jay Chandrasekhar

Κύριοι Ρόλοι:

Jo Koy … Joe Valencia

Brandon Wardell … Joe Valencia Junior

Tia Carrere … θεία Theresa

Eva Noblezada … Tala

Lydia Gaston … Susan Valencia

Asif Ali … Dev Deluxe

Rodney To … θείος Arthur

Eugene Cordero … Eugene

Elena Juatco … Regina

Jimmy O. Yang … Martin Ma

Jay Chandrasekhar … Nick

Tiffany Haddish … Vanessa

Lou Diamond Phillips … Lou Diamond Phillips

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Kate Angelo, Ken Cheng

Στόρι: Ken Cheng

Παραγωγή: Jonathan Eirich, Dan Lin

Μουσική: Dan The Automator

Φωτογραφία: Joe Collins

Μοντάζ: Steven Sprung

Σκηνικά: Michael Joy

Κοστούμια: Patricia J. Henderson

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Easter Sunday
  • Ελληνικός Τίτλος: Διακοπές με την Οικογένεια

Παραλειπόμενα

  • Πρωτόλεια κινηματογραφική δουλειά για τον δημιουργό της ιστορίας, Ken Cheng.
  • Για τον Jo Koy, αυτή είναι η πρώτη του ταινία σε μεγάλο χολιγουντιανό στούντιο, αλλά η φήμη του ως stand-up κωμικός ήταν αρκετή για να είναι και ο πρωταγωνιστής.
  • Η Sharon Cuneta υποστήριξε ότι εκείνη είχε πάρει τον ρόλο της Τερέζα, αλλά αυτός μεταβιβάστηκε εντέλει στην Tia Carrere λόγω λανθασμένα θετικού τεστ COVID-19.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 4/8/2022

Χρειάστηκε να ερευνήσω ποιος είναι ο Jo Koy, ο πρωταγωνιστής αυτής της κατ’ ισχυρισμόν ταινίας, για να καταλάβω τη λογική πίσω από την κατασκευή της. Πρόκειται για έναν παγκοσμίως διάσημο stand-up κωμικό που έχει σπάσει αρκετά ρεκόρ εισιτηρίων για τις εμφανίσεις του. Αυτή η μικρή γνώση ξεκλείδωσε αρκετά σκοτεινά σημεία σχετικά με τον λόγο ύπαρξης, την προσέγγιση, το περιεχόμενο, και εν ολίγοις τα πάντα γύρω από την ταινία.

Πιθανότατα δεν θα θυμάται κανείς μια τηλεοπτική απόπειρα του Γιάννη Ζουγανέλη με τίτλο “Ιερή Οικογένεια”, η οποία πατώντας πάνω στη συνθήκη ενός παρεξηγημένου οικογενειάρχη που προσπαθεί να κρατήσει ενωμένη την «ιερή οικογένειά» του, αποτελούνταν από μια σειρά επαναλαμβανόμενων περιστατικών που ενέπλεκαν στερεοτυπικούς και μονοδιάστατους χαρακτήρες, πάντα έτοιμους να τον διαφωτίσουν με παρωχημένες κοινοτοπίες που παρουσιάζονταν σαν μεγάλες αλήθειες ζωής, υπηρετώντας πάντα την εκκεντρική παρουσία του Ζουγανέλη που βρισκόταν εκεί για να προσφέρει στο κοινό την προσωπική του κωμωδία. Αυτή η λογική αντιστοιχεί πλήρως εδώ, μόνο που τη θέση του Ζουγανέλη παίρνει ο Jo Koy.

Η πρώτη ατάκα που ακούγεται στην ταινία είναι ένα αστείο του Koy για την οικογένειά του, στα πλαίσια ενός stand-up. Επειδή όμως στο κινηματογραφικό πλαίσιο οποιοσδήποτε αι αν καταλάμβανε αυτό τον ρόλο θα έπρεπε να πληροί κάποιες προδιαγραφές ικανοτήτων, όλες οι προσαρμογές των κειμένων του και η εκφορά τους δεν έχουν το ίδιο αντίκρισμα και κυρίως δεν είναι πλέον ξεχωριστές. Ο Jo Koy, σαν μυθοπλαστικό alter-ego, είναι αφόρητα κοινότοπος και η οικογένειά του που μονομανώς μας παρουσιάζει είναι οι τελευταίοι άνθρωποι με τους οποίους θα ήθελε να περάσει κανείς τις διακοπές του, και το γεγονός ότι είναι Φιλιππινέζοι δεν τους προσδίδει την παραμικρή διαφοροποίηση.

Αν αναλογιστούμε την κοινωνική επιμονή για τη φυλετική εκπροσώπηση σε ταινίες ευρείας κατανάλωσης, η ταινία απογοητεύει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Ο Koy πασχίζει αδιάκοπα να δώσει στα κωμικά στοιχεία του ένα φυλετικό υπόβαθρο, αλλά εντέλει αυτό που παραδίδει είναι η επιτομή του αμερικανισμού. Η εξαντλητική παρουσίαση των συγγενών του πατάει στα πιο κοινά στοιχεία επιχειρώντας να βγάλει γέλιο μόνο με την αναφορά τους, με συνέπεια η φιλιππινέζα μάνα να μη διαφέρει ούτε στο ελάχιστο από τη μέση μάνα παγκοσμίως. Είναι οι ίδιες πανομοιότυπες σχέσεις που τόσο πετυχημένα κατάφερε να παρουσιάσει η Fran Drescher στην “Νταντά Αμέσου Δράσεως”, εντάσσοντας όμως την εβραϊκή κουλτούρα μέσα στη μυθοπλασία της. Εδώ ο Koy μάς λέει ότι η φιλιππινέζα μάνα είναι καταπιεστική και περιμένει από εμάς να γελάσουμε απλώς με αυτή τη δήλωση.

Και δεν σταματά εκεί. Δεν υπάρχει καμία αληθοφάνεια σε ένα κείμενο όπου όλοι οι χαρακτήρες τονίζουν συνεχώς την καταγωγή τους. Η μόνη περίπτωση που δούλεψε κάτι τέτοιο ήταν στο «Γάμος αλά Ελληνικά» όπου η Nia Vardalos τη χρησιμοποίησε για να διακωμωδήσει την εγωπάθεια των Ελλήνων. Παράλληλα, η ταινία διαθέτει πολύ άβολες στιγμές με κορυφαία όλων την παρουσία της Tiffany Haddish που μου προκάλεσε σαν θεατή το φαινόμενο της ετεροντροπής, ενώ το φινάλε είναι γραμμένο σαν μια εσωτερική επιβράβευση όλων των συντελεστών για την ίδια την ταινία που μας παρουσίασαν.

Το να προσπαθεί ένας επιτυχημένος επαγγελματίας να μεταπηδήσει σε άλλα μέσα προσφέροντας το ίδιο προϊόν δεν είναι κάτι το ασύνηθες, όπως επίσης δεν είναι ασυνήθης και η αποτυχία του. Στην περίπτωση της κωμωδίας, τη στιγμή που οι ίδιοι οι stand-up κωμικοί τονίζουν τα μοναδικά χαρακτηριστικά της, καλό θα ήταν να το θυμούνται. Η μυθοπλασία δεν ενδιαφέρεται για τα προσωπικά βιώματα αυτά καθαυτά και αν ο κωμικός δεν προτίθεται να αποτελέσει κομμάτι ενός συνόλου, τότε ας καθίσει καλύτερα στο μοναχικό του σανίδι…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

4 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

1 Σχόλια

  1. ΣΙΝΕΧΤΥΠΗΜΕΝΟΣ 6 Αυγούστου 2022

    Μια συμβουλή αν επιμένετε να το δείτε. Προσλάβετε κάποιον να σας γαργαλάει μήπως και γελάσετε. Σκέτο χάλι.