Η Γουίλ είναι η plus-size έφηβη κόρη μιας πρώην βασίλισσας της ομορφιάς. Θέλοντας να κάνει τη δική της επανάσταση και να διαμαρτυρηθεί για τα σημερινά πρότυπα ομορφιάς, δηλώνει συμμετοχή στα τοπικά καλλιστεία. Ξαφνικά, πολλές άλλες κοπέλες ακολουθούν το παράδειγμα της, και η Γουίλ ανακαλύπτει την σημασία της πραγματικής ομορφιάς και φιλίας.
Σκηνοθεσία:
Anne Fletcher
Κύριοι Ρόλοι:
Danielle Macdonald … Willowdean ‘Dumplin’ Dickson
Jennifer Aniston … Rosie Dickson
Odeya Rush … Ellen ‘El’ Dryver
Maddie Baillio … Millie Michalchuk
Bex Taylor-Klaus … Hannah Perez
Luke Benward … Bo Larson
Dove Cameron … Bekah Colter
Harold Perrineau … Lee Wayne/Rhea Ranged
Kathy Najimy … Κα Mitchellchuck
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Kristin Hahn
Παραγωγή: Mohamed AlRafi, Michael Costigan, Kristin Hahn, Trish Hofmann
Μουσική: Jake Monaco
Φωτογραφία: Elliot Davis
Μοντάζ: Emma E. Hickox
Σκηνικά: Elizabeth J. Jones
Κοστούμια: Bina Daigeler
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Dumplin’
- Ελληνικός Τίτλος: Όνειρα σε Ψηλοτάκουνες Γόβες
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Dumplin’ της Julie Murphy.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα τραγουδιού (Girl in the Movies).
Παραλειπόμενα
- Η Julie Murphy, συγγραφέας του βιβλίου όπου βασίστηκε το φιλμ, κάνει μια γκεστ εμφάνιση προς το φινάλε.
- Ο James Corden αρνήθηκε τον ρόλο του Λι.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Στο σάουντρακ υπάρχουν 6 τραγούδια της Dolly Parton, ερμηνευμένα όλα από την ίδια. Ξεχωρίζει το Girl in the Movies με τη φωνή της. Μαζί με τη Sia ερμηνεύει το Here I Am (νέα έκδοση τραγουδιού της από το 1971), που ήταν και το πρώτο σινγκλ. Επίσης σε σινγκλ κυκλοφόρησε και το κλασικό Jolene σε νέα έκδοση. Κύρια υπεύθυνη για τη συμμετοχή της διάσημης κάντρι τραγουδίστριας είναι η Jennifer Aniston, ως μέλος και της παραγωγής.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 27/5/2019
Παρόλο που «γλυκίζει» επικίνδυνα σε αρκετά σημεία και κυρίως στην κορύφωσή του, το «Όνειρα σε Ψηλοτάκουνες Γόβες» είναι αδιαμφισβήτητα τρισχαριτωμένο μέσα στην καλοπροαίρετη αφέλειά του, και κυρίως ειλικρινές και αυθεντικό, έστω και με στρογγυλεμένες γωνίες, όσον αφορά τον περίγυρο που απεικονίζει. Το σημαντικότερο που καταφέρνει είναι ότι προσεγγίζει σε γενικές γραμμές σωστά, έστω κι αν δεν προχωράει πολύ σε βάθος, το ευαίσθητο θέμα των στάνταρ που επιβάλλονται στο γυναικείο σώμα από την κοινωνία, αγγίζοντας τις πιο σημαντικές εκ των παραμέτρων του που επηρεάζουν ένα κορίτσι κοντά στην ενηλικίωση και πως αυτές εξαπλώνονται ακόμη και στον κόσμο των ενηλίκων που υποτίθεται πως δεν λειτουργούν με την απερίσκεπτη σκληρότητα των εφήβων. Είναι νωπή και η ανάμνηση του αποτυχημένου «Κοριτσιού για Φίλημα» που σπατάλησε τη δική του ευκαιρία να μιλήσει ουσιαστικά για το ίδιο αντικείμενο κι ένας φόβος υπάρχει μήπως τα σφάλματα που έκανε επαναληφθούν και από άλλους… Ο παράλληλος φόρος τιμής που επιχειρείται γύρω από τη μουσική της Dolly Parton, αν και βγάζει νόημα στα πλαίσια της ιστορίας, που είναι ξεκάθαρα γυναικοκεντρική (πρόκειται για μια τραγουδίστρια και συνάμα στιχουργό που καθιερώθηκε ως όνομα στη μουσική σκηνή τη δεκαετία του 1970 με όχημα την κάντρι, όπου τη συγκεκριμένη περίοδο την πρωτοκαθεδρία στον χώρο την είχε η ροκ που παραγόταν από άντρες καλλιτέχνες και προοριζόταν επίσης για άντρες ως επί το πλείστον), γίνεται με έναν τρόπο που θα συγκινήσει μάλλον μόνο τους μυημένους στο έργο της.
Είναι αλήθεια πως αν μπει κανείς στη διαδικασία να μετρήσει θα βρει ουκ ολίγα συνηθισμένα κλισέ της τυπικής ταινίας ενηλικίωσης. Πράγματι, η ταινία της Anne Fletcher δεν αποκαλύπτει δα τον τροχό, όμως η καλοσύνη που τη διατρέχει σε συνδυασμό με τη διόλου φτωχή πινακοθήκη των χαρακτήρων που περιβάλλουν την πρωταγωνίστρια καθιστούν την όλη προσπάθεια ως μάλλον την καλύτερη στιγμή μιας μέτριας κατά τα άλλα φιλμογραφίας. Η θέλησή της να μιλήσει περισσότερο στον νεαρό θεατή αποδυναμώνει αρκετά την εμβέλεια των μηνυμάτων της μιας και η ανάλυση είναι επιδερμική, ίσως όμως αυτό να μπορούσε να χαρακτηριστεί και αναμενόμενο δεδομένων των υπερβολικά ανάλαφρων δημιουργικών προθέσεων που υπάρχουν εδώ. Όσοι θεωρούν ότι μια μεγάλη καρδιά σε ένα σενάριο είναι ικανή για να καλύψει κάποια ενδεχομένως και σημαντικά ψεγάδια πιθανότατα θα αγκαλιάσουν με θέρμη το συγκεκριμένο φιλμ, το οποίο εξυπηρετεί κατά κάποιον τρόπο το σκοπό ενός προσγειωμένου παραμυθιού. Γενικότερα, εδώ υπάρχουν χάρες που μπορούν να κάνουν με ευκολία γκελ σε ένα κοινό δοτικό κι ευαίσθητο, κάτι που είναι κι εν μέρει πονηριά εκ μέρους των βασικών συντελεστών καθώς κατορθώνουν έτσι να καμουφλάρουν πολλές από τις προαναφερθείσες αδυναμίες.
Ανάμεσα στα καλά χαρτιά που έχει στο χέρι της η ταινία είναι και οι ερμηνείες. Σχεδόν όλοι οι ηθοποιοί που κατέχουν βασικούς ρόλους διαθέτουν ένα προσωπικό στίγμα, αν και αναμενόμενα στο επίκεντρο βρίσκεται το ζευγάρι μητέρας και κόρης που υποδύονται η Jennifer Aniston με την Danielle Macdonald. Έκπληξη αποτελεί η λεπτή προσέγγιση της πρώτης, αφήνοντας εν μέρει τη μανιέρα που έχει καθιερώσει από τα «Φιλαράκια» για κάτι πιο σύνθετο και ανθρώπινο. Ωστόσο είναι η δεύτερη που κλέβει την παράσταση, εκπέμποντας μια αξιολάτρευτη θετική ενέργεια που ποτέ δεν γέρνει προς το χαζοχαρούμενο και που ταυτόχρονα εξισορροπείται θαυμάσια με μια πηγαία εφηβικής φύσεως νευρικότητα όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο. Αλλά και οι περισσότεροι καρατερίστες κάνουν αξιοπρόσεκτη δουλειά, από την ακτινοβολούσα Maddie Baillio μέχρι τον απολαυστικό και ταυτόχρονα τρυφερό εκεί που πρέπει Harold Perrineau σε drag εμφάνιση. Συμβάλλουν κι αυτοί στο ευχάριστο της όλης θέασης αλλά και στο να αποκτήσει ένα διαφορετικό χαρακτήρα το εγχείρημα από αυτό μιας τυπικής κομεντί. Δεν πρόκειται καν για ένα πραγματικά σπουδαίο δείγμα του είδους του, όμως ξεχωρίζει λίγο από τον μέσο όρο λόγω των πινελιών που προαναφέρθηκαν, κι αυτό δεν θα πρέπει να εκτιμηθεί ως κάτι ελάχιστο.
Βαθμολογία: