Ένας συγγραφέας δίνει το νέο του βιβλίο στον εκδότη του, αναμένοντας σχόλια. Το θέμα του βιβλίου είναι οι εξωσυζυγικές σχέσεις, μια εκ των οποίων αφορά τη σχέση ενός συγγραφέα με μια ηθοποιό, που τυχαίνει να είναι η γυναίκα του εκδότη. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα με την εμφάνιση μιας φίλης του εκδότη.

Σκηνοθεσία:

Olivier Assayas

Κύριοι Ρόλοι:

Guillaume Canet … Alain Danielson

Juliette Binoche … Selena

Vincent Macaigne … Leonard Spiegel

Nora Hamzawi … Valerie

Christa Theret … Laure d’Angerville

Pascal Greggory … Marc-Antoine Rouvel

Laurent Poitrenaux … Maxime Caron

Sigrid Bouaziz … Victorine

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Olivier Assayas

Παραγωγή: Charles Gillibert

Φωτογραφία: Yorick Le Saux

Μοντάζ: Simon Jacquet

Σκηνικά: Francois-Renaud Labarthe

Κοστούμια: Jurgen Doering

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Doubles Vies

Ελληνικός Τίτλος: Παιχνίδια Ζευγαριών

Διεθνής Τίτλος: Non-Fiction

Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Double Lives [ΗΠΑ]

Κύριες Διακρίσεις

  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.

Παραλειπόμενα

  • Ο αρχικός τίτλος ήταν E-Book, αλλά ο δημιουργός αποφάσισε να τον αλλάξει επειδή του έμοιαζε πολύ τεχνικός και κρύος.
  • Ο Assayas χρειάστηκε δύο χρόνια για να τελειώσει το σενάριο. Βασική επιρροή του ήταν το Δέντρο, ο Δήμαρχος και η Βιντεοθήκη (1993) του Eric Rohmer.
  • Γυρίστηκε στο Παρίσι με κάμερα Super 16 mm.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 29/5/2020

Όσο κι αν μπορεί κανείς να ψέξει το συγκεκριμένο φιλμ για το τετριμμένο της θεματολογίας του, άλλο τόσο οφείλει να παραδεχθεί ότι είναι γραμμένο με μια όρεξη που δύσκολα θα μπορούσε να το κατατάξει στον χαρακτηρισμό του «αδιάφορου». Πέραν της φλυαρίας που στερεοτυπικά έχει συνδεθεί με το γαλλικό σινεμά, η οποία εδώ επεκτείνεται ως επί το πλείστον σε προβληματισμούς γύρω από τη φύση του βιβλίου ως καλλιτεχνικού μέσου και ως εμπορεύματος για να μπει δια της πλαγίας οδού και σε άλλα χωράφια, εντοπίζονται και καλοσχεδιασμένοι στην πλειοψηφία τους χαρακτήρες, ολοκληρωμένοι μικρόκοσμοι, των οποίων οι συνεργασίες και οι συγκρούσεις έχουν μια άκρως αληθοφανή υπόσταση. Κρίμα που οι καταστάσεις στις οποίες μπλέκονται είναι λίγο πολύ οι τυπικές περιπέτειες αισθηματικού περιεχομένου που θα περίμενε κανείς από μια γαλλική δραμεντί. Και είναι διπλό το κρίμα, γιατί ο Assayas σε ένα σεναριακό επίπεδο πατάει ξεκάθαρα στην παράδοση ενός Eric Rohmer, η οποία έχει ένα εκτόπισμα που δεν αντιπροσωπεύεται επαρκώς από το συγκεκριμένο φιλμ, ενώ σκηνοθετικά ρίχνει το βάρος στους ηθοποιούς όσο λίγες σύγχρονες ταινίες τολμούν. Έτσι, από τη μία ο θεατής ενδεχομένως μέχρι και να επενδύσει συναισθηματικά σε κάποιες από τις φιγούρες που παρελαύνουν εδώ, από την άλλη όμως ίσως απογοητευθεί διαπιστώνοντας πως η πολυπλοκότητα της διαδρομής τους δεν είναι αντάξια του βάθους τους.

Είναι και κάποιες αψυχολόγητες επιλογές που κάπως αποξενώνουν. Η προσκόλληση του σεναρίου στον ήρωα του Vincent Macaigne είναι μια από αυτές, μιας και πρόκειται για ένα πρόσωπο που λόγω των πράξεών του μόνο συμπάθεια δεν προκαλεί, με τη γραφή του Assayas όμως να μην αποστασιοποιείται από αυτόν στον απαραίτητο βαθμό, αποφεύγοντας παράλληλα να τον προικίσει με τα γνωρίσματα ενός πραγματικά ενδιαφέροντα αντιήρωα ώστε η εστίαση επάνω του να αποκτά και κάποιο νόημα. Αλλά και η ανυπαρξία κατακλείδας κάποιων μετώπων, παρότι φαίνεται να εντάσσεται οργανικά στη γενικότερη φιλοσοφία της πλοκής, του τύπου «έτσι είναι η ζωή», συνάμα αφήνει μια επίγευση βολικής λύσης προκειμένου να αποφευχθούν δυσκολότερες δραματουργικά διαδρομές. Οι καλύτερες σκηνές του φιλμ είναι αυτές στις οποίες ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος αφήνεται στη ροή των συνομιλιών που πραγματοποιούνται, στην εγκεφαλική απόλαυσή τους ως πηγές διενέξεων, ως φόρα έκφρασης απόψεων, ως παιχνίδια απόκρυψης επώδυνων αληθειών. Και ακόμη κι αν τελικά το ερωτικό και κοινωνικό γαϊτανάκι που λαμβάνει χώρα δεν φτάνει μέχρι τα άκρα, παραμένοντας κατά βάση ανώδυνο, κατορθώνει τουλάχιστον να προσφέρει δροσερές στιγμές ενήλικης -με την έννοια του πνευματικού μεστώματος- ψυχαγωγίας. Όσοι προτιμούν το σινεμά τους περισσότερο επικεντρωμένο στην εικόνα από τον λόγο, ενδέχεται να κουραστούν ελαφρώς.

Το σύνολο είναι εξοπλισμένο και με στιβαρές, καθαρά ευρωπαϊκής λογικής ερμηνείες, οι οποίες παίζουν περισσότερο με λεπτές αποχρώσεις παρά με τη νοοτροπία της βιρτουοζιτέ. Κι αν είναι μάλλον αναμενόμενη η απόδοση ευσήμων στη Juliette Binoche για το πόσο γήινα και τρυφερά προσεγγίζει μια αυτοαναφορική ως προς την ίδια ηρωίδα, αποφεύγοντας την ενδεχομένως σαχλή δίοδο του αυτοσαρκασμού, πρέπει σίγουρα να αναγνωριστεί και η αξία κάποιων περιφερειακών «παικτών», όπως η πραγματικά έξοχη Nora Hamzawi, σε έναν ρόλο που συνδυάζει πολλά ετερόκλητα στοιχεία, τα οποία η ίδια κατορθώνει να εξισορροπήσει θαυμάσια. Αν ο πυρήνας της ιστορίας είχε κάτι πιο δυνατό, οι ίδιοι ηθοποιοί με το ίδιο ύφος θα παρήγαγαν πυροτεχνήματα.

Έστω κι έτσι, τα «Παιχνίδια Ζευγαριών» είναι ένα ευπρόσδεκτο αντίδοτο στη μάστιγα των εμπορικής κοπής γαλλικών κομεντί, μια πρόταση που ακόμη κι αν δεν βάζει το μαχαίρι στο κόκαλο των διαπροσωπικών σχέσεων, πρόκειται τουλάχιστον για διασκέδαση με υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης από τον μέσο όρο του είδους στο οποίο ανήκει. Κι αν ο Assayas έχει συνηθίσει να λαμβάνει μεγαλύτερα δημιουργικά ρίσκα, περισσότερο σινεφιλικού χαρακτήρα (π.χ. «Personal Shopper: Η Βοηθός»), η στροφή του εδώ σε κάτι πιο προσβάσιμο μοιάζει περισσότερο σαν μια δοκιμή δυνάμεων σε κάτι διαφορετικό, παρά σαν ένα νέρωμα στο κρασί του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *