Ο Αλ Ρόμπερτς παίζει πιάνο τα βράδια σε ένα μπαρ. Είναι ερωτευμένος με τη Σου, και αποφασίζει να πάει να την βρει με ωτοστόπ στην Καλιφόρνια. Γνωρίζει τότε έναν ευγενικό χαρτοπαίκτη που δέχεται να τον πάρει με το αυτοκίνητό του. Όταν ο οδηγός παθαίνει καρδιακή προσβολή, μια σειρά από τυχαία γεγονότα μπλέκουν τον Αλ σε απίστευτα προβλήματα.

Σκηνοθεσία:

Edgar G. Ulmer

Κύριοι Ρόλοι:

Tom Neal … Al Roberts

Ann Savage … Vera

Claudia Drake … Sue Harvey

Edmund MacDonald … Charles Haskell Jr

Esther Howard … Holly

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Martin Goldsmith

Παραγωγή: Leon Fromkess

Μουσική: Leo Erdody

Φωτογραφία: Benjamin H. Kline

Μοντάζ: George McGuire

Σκηνικά: Edward C. Jewell

Κοστούμια: Mona Barry

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Detour
  • Ελληνικός Τίτλος: Παράκαμψη
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Μοιραία Συνάντηση

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Detour: An Extraordinary Tale του Martin Goldsmith.

Παραλειπόμενα

  • Ο Edgar G. Ulmer, το 1972,  είχε δηλώσει πως γύρισε την ταινία μέσα σε 6 ημέρες. Σε ένα ντοκιμαντέρ όμως το 2002, η κόρη του “μαρτύρησε πως χρειάστηκαν 14. Υπάρχει όμως και μια απόδειξη μέσω επιστολής της Ann Savage, που μιλούσε για 24 ημέρες.
  • Υπάρχει και ένας άλλος μύθος γύρω από την ταινία. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι χρειάστηκαν μόνο 20 χιλιάδες δολάρια για να γυριστεί, αλλά τα αρχεία της PRC Pictures ανέφεραν 100 χιλιάδες. Ακόμα κι έτσι, από τη στιγμή που με τις επανεκδόσεις έχει συγκεντρώσει κέρδη του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, παραμένει ως ένα από τα πιο προσοδοφόρα νουάρ όλων των εποχών. Όταν βέβαια πρωτοκυκλοφόρησε, δεν ξεπέρασε σε κέρδη τα 16,1 χιλιάδες δολάρια.
  • Ο Billy Halop αντικαταστάθηκε από τον Tom Neal μόλις τρεις μέρες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα.
  • Η ταινία διαρκεί λίγο περισσότερο από μία ώρα. Το σενάριο όμως αφορούσε μια αρκετά μεγαλύτερη ταινία, και είχαν γραφτεί αρκετοί διάλογοι που δεν υπάρχουν στο τελικό υλικό.
  • Επειδή δεν υπήρχε καμία περίπτωση να γίνονταν επαναληπτικά γυρίσματα, ο Ulmer μόνταρε το υλικό που είχε με γνώμονα μια καλύτερη σεναριακή αφήγηση εις βάρος της συνοχής των γεγονότων. Έτσι, κάποιος λίγο παρατηρητικός μπορεί να ανακαλύψει μικρά και μεγάλα λάθη λογικής.
  • Αναφέρεται ότι η Lincoln Continental της ταινίας άνηκε στον ίδιο τον σκηνοθέτη, που βρήκε έτσι τρόπο να γλυτώσει λίγα χρήματα από το μπάτζετ.
  • Ήδη από τη δεκαετία του 1950 με τις πρώτες τηλεοπτικές της προβολές, η ταινία ξεκίνησε να τραβάει την προσοχή ως μια αξιοσημείωτη b-movie. Μετά τον θάνατο του Ulmer, και συγκεκριμένα εντός των 1980, η επανεκτίμηση της κριτικής ήταν κατακόρυφη και έδωσε έναν χαρακτήρα cult στην ταινία, όπου όμοιο έχουν ελάχιστες ταινίες του παλιού φτηνού Χόλιγουντ.
  • Το 1992 ήρθε ένα αποτυχημένο ριμέικ από τον Wade Williams, με μοναδική ατραξιόν την εμφάνιση μετά από 43 χρόνια της Susanna Foster. Δυστυχώς, στη σύγχρονη ελληνική επανακυκλοφορία της Παράκαμψης χρησιμοποιείται ως πρότυπο για την ελληνική αφίσα το πόστερ αυτής της ταινίας.
  • Κανείς σήμερα δεν έχει τα δικαιώματα του φιλμ, κι έτσι είναι ελεύθερα διαθέσιμο.

Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 3/12/2023

Στην ιστορία του κινηματογράφου υπάρχουν κάποιες ταινίες που ξεπερνούν το φαινόμενο βάρος τους. Αποτελούν το αντίθετο υπερπαραγωγών που αποτυγχάνουν παταγωδώς παρά τον τεράστιο προϋπολογισμό, τους ηθοποιούς-σταρ και τη συμπαντική ρεκλάμα. Μπορεί να εκπλήξουν τους πάντες, από τους κριτικούς μέχρι το κοινό, και να αντέξουν στον χρόνο -ακόμα κι αν έχουν πενιχρά μέσα, άγνωστο σκηνοθέτη και ηθοποιούς δεύτερης διαλογής. Η «Παράκαμψη» του Edgar G. Ulmer (1945) είναι μια τέτοια περίπτωση. Τι κάνει λοιπόν την «Παράκαμψη» τόσο ξεχωριστή;..

Καταρχάς, η σκηνοθετική υπογραφή του υποτιμημένου Edgar G. Ulmer, ενός ιδιοφυή στιλίστα, που αν και εργάστηκε στο περιθώριο της κινηματογραφικής βιομηχανίας, επέδειξε αξιοσημείωτη ικανότητα να δημιουργεί οπτικά εντυπωσιακές και θεματικά πλούσιες ταινίες που εμβαθύνουν σε σκοτεινά θέματα («The Black Cat» το 1934, Bluebeard» το 1944, «Ruthless» το 1948). Κατά δεύτερον, στα μόλις 68 λεπτά της η ταινία αποστάζει όλα τα βασικά συστατικά του νουάρ: ζοφερή ατμόσφαιρα, ασφυκτική μοιρολατρία, σεξουαλική παράνοια, αφήγηση με αναδρομές. Ο Ulmer και ο διευθυντής φωτογραφίας Benjamin Kline εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις συνηθισμένες τοποθεσίες που απεικονίζονται λαμπρές: ένας σκονισμένος έρημος δρόμος, ένα βενζινάδικο στη μέση του πουθενά, ένα θλιβερό εστιατόριο φορτηγατζήδων στη Νεβάδα.

Στην «Παράκαμψη», ο Al Roberts (Tom Neal) αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την πικρή ιστορία του. Είναι ταλαντούχος αλλά φτωχός πιανίστας, που εργάζεται με την επίδοξη τραγουδίστρια Sue (Claudia Drake) σε ένα φτηνιάρικο κλαμπ της Ν. Υόρκης, «ένα στέκι όπου μπορούσες να φας ένα σάντουιτς, να πιείς μερικά ποτά και να προσέχεις την κοπέλα σου στην πίστα». Οι δυο τους σχεδιάζουν να παντρευτούν, αλλά ξαφνικά η Sue -σίγουρη ότι είναι φτιαγμένη από το υλικό των σταρ- τον αφήνει για να κυνηγήσει το όνειρο της στο Χόλιγουντ. Μετά από αρκετές μοναχικές νύχτες, ο Al αποφασίζει να πάει στην αγαπημένη του, κάνοντας ωτοστόπ. Ο Charles Haskell προσφέρεται να τον πάει στο Λος Άντζελες και του αναφέρει ότι λίγο πριν «πάλεψε με το πιο επικίνδυνο αγρίμι στον κόσμο… με μα γυναίκα», όταν αυτή αντιστάθηκε στη σεξουαλική του επίθεση. Λίγο πριν φτάσουν στον προορισμό τους ο Haskell πεθαίνει ξαφνικά από την καρδιακή του πάθηση. Φοβούμενος ότι μπορεί να κατηγορηθεί για φόνο, ο Al κρύβει το πτώμα του, παίρνει τα ρούχα και τα έγγραφα ταυτότητάς του και συνεχίζει το ταξίδι με το αυτοκίνητο του. Στη συνέχεια παίρνει με ωτοστόπ τη Vera (An Savage), η οποία κατά σατανική σύμπτωση είναι το «πιο επικίνδυνο αγρίμι|. Απειλώντας να προδώσει τον Al στην αστυνομία, η Vera τον πιέζει να πουλήσει το αυτοκίνητο και να της δώσει τα λεφτά. Όμως πριν πραγματοποιήσουν αυτό το σχέδιο, η Vera έχει μια ακόμα καλύτερη ιδέα. Μόλις είδε μια εφημερίδα να αναφέρει ότι ο πλούσιος πατέρας του Haskell είναι βαριά άρρωστος και μπορεί να πεθάνει ανά πάσα στιγμή. Αν ο Al προσποιηθεί ότι είναι ο -για πολλά χρόνια- αποξενωμένος γιος του Haskell, θα κληρονομήσει την τεράστια περιουσία του. Απρόθυμα, ο Al δέχεται να ακολουθήσει το σχέδιο, αλλά η μοίρα τού επιφυλάσσει μία ακόμη δυσάρεστη έκπληξη…

Με τις πρωσικές σκιές του εξπρεσιονισμού να διατρέχουν την «Παράκαμψη», ο αυστριακός Ulmer -που ξεκίνησε ως βοηθός του F. W. Murnau- δημιούργησε μια αδυσώπητη κάθοδο στην κόλαση, στα μισά του δρόμου ανάμεσα στο ευρωπαϊκό νουάρ και το αμερικανικό αστυνομικό δράμα. Η χρήση σκιών, φτηνών σκηνικών και κλειστοφοβικών σκηνών εντείνουν το αίσθημα του εγκλωβισμού και της επικείμενης καταστροφής. Μια σημαντική παράμετρος είναι η υποκειμενική διάσταση της ταινίας, με τον Ulmer να χρησιμοποιεί την αφήγηση του Al ως προωθητικό μηχανισμό, επιμένοντας στο συντριπτικό βάρος ενός αδυσώπητου πεπρωμένου και όχι στις συνέπειες των επιλογών του. Στο ίδιο πνεύμα συγχρονίζονται και οι εναλλαγές των φωτισμών και της εστίασης μέσα στην ίδια σεκάνς, από μια φαινομενική αντικειμενική εστίαση σε μια ρητή εσωτερική εστίαση στον πρωταγωνιστή.

Οι χαρακτήρες της «Παράκαμψης» είναι ηθικά διφορούμενοι. Ο Al αντιπροσωπεύει τον καθημερινό άνθρωπο που όταν εγκαταλείπεται από τη φίλη του υφίσταται μια μεταμόρφωση σε κάποιον που ακολουθεί τα χειρότερα ένστικτα του, πληγωμένος από τα δίδυμα «μαύρα θηρία»: τη ζήλια και την απόγνωση. Το ταξίδι του με ωτοστόπ είναι η είσοδος του σε έναν σκοτεινό, σουρεαλιστικό κόσμο, όπου το οικείο γίνεται άγνωστο και επικίνδυνο. Όποια παράκαμψη κι αν προσπαθήσει να ακολουθήσει, μοιάζει πνευματικά αδύναμος να ξεφύγει από το πεπρωμένο που τον περιμένει. Γίνεται ένας ανεκπλήρωτος και υποταγμένος άντρας, έρμαιο στα χέρια της Vera. «Ήταν το τυχερό μου να την πάρω μαζί μου… Έπρεπε να είναι το μόνο άτομο που δεν έπρεπε να συναντήσω. Έτσι είναι η ζωή. Όπου και να στρίψεις, η μοίρα σού βάζει τρικλοποδιά». Φυσικά η πραγματική αιτία για τα δεινά του είναι η ψυχαναγκαστική προσωπικότητά του. «Κάποια μέρα, ένα αυτοκίνητο που δεν του έκανα ωτοστόπ θα σταματήσει να με πάρει». Η πραγματική ζωή του Tom Neal ήταν ακόμη χειρότερη καθώς διέλυσε την κινηματογραφική του καριέρα ξυλοκοπώντας τον Franchot Tone σε καυγά αντιζηλίας για την ηθοποιό Barbara Payton. Στη συνέχεια, ο Neal καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για ακούσια ανθρωποκτονία της τρίτης συζύγου του, δημιουργώντας μια παράλογη και τραγική αντήχηση με το φινάλε της «Παράκαμψης», ενισχύοντας τη μυθική διάσταση της ταινίας και τη ρήση ότι «η ζωή μιμείται την τέχνη».

Από όλες τις επικίνδυνες γυναίκες του νουάρ, η Vera είναι αναμφισβήτητα η πιο μοχθηρή. Σε αντίθεση με τις τυπικά στιλιζαρισμένες femme fatale, η χυδαία σωματικότητα της Vera κατακλύζει την οθόνη. Επιβάλλεται χωρίς δυσκολία στον Roberts, τον εξευτελίζει σε κάθε ευκαιρία, με τα άγρια, ορθάνοιχτα μάτια της που τον τρυπούν κάθε φορά που σκέφτεται να ξεφύγει. Υπάρχουν σπάνιες, περιστασιακές στιγμές όπου μαλακώνει πλησιάζοντας τον Roberts, λέγοντας του με νόημα: «Πάω για ύπνο». Τον κοιτάζει με προσμονή, και όταν αποτινάσσεται η σιωπηρή ερωτική προσφορά της, το πρόσωπό της σκληραίνει στη συνηθισμένη μάσκα ενός πληγωμένου αετού, για να κρύψει την απογοήτευση και τον πόνο της. Άραγε πόσες φορές την έχουν απορρίψει και την έχουν ταπεινώσει; Ο Ulmer αποκαλύπτει περισσότερα για τους χαρακτήρες μέσω αυτών που μένουν άρρητα.

Οι τραχιές, ακατέργαστες αλλά παράδοξα θελκτικές εικόνες της «Παράκαμψης» αποπνέουν καταραμένη ποίηση δημιουργώντας έναν καφκικό, υπαρξιστικό εφιάλτη με την κάθε σεκάνς να είναι άλλο ένα σφίξιμο στη μέγγενη της μοίρας. Αλλά το όραμά του Ulmer αφήνει αμυδρά ανοιχτή μια διαφορετική ερμηνεία, σύμφωνα με την  οποία ολόκληρη η ταινία είναι η παραληρηματική αυτοδικαίωση ενός δολοφόνου, η  παραισθησιογόνα απολογία του για την τύχη και το παράλογο: «H μοίρα ή κάποια άλλη μυστηριώδης δύναμη μπορεί να βάλει στόχο εσένα ή εμένα, χωρίς κανέναν απολύτως λόγο». Είτε έτσι είτε αλλιώς, η «Παράκαμψη» είναι οδυνηρή και αξέχαστη, μια επιτομή των βασικών θεμάτων και εικόνων του είδους στην πιο ακαταμάχητη μορφή τους.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *