Μια τσέχα μετανάστρια στις ΗΠΑ, η Σέλμα, μητέρα και μόνη προστάτιδα ενός αγοριού, εργάζεται σκληρά σε φάμπρικα κι αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα με την όρασή της, η οποία τείνει προς την τύφλωση. Η τραγική συγκυρία τη φέρνει υπόλογη για έγκλημα κι αντιμέτωπη με τη θανατική ποινή. Οι όποιες ελπίδες για αναθεώρηση της δίκης βρίσκουν εμπόδιο την ίδια, αφού τα χρήματα που απαιτούνται προορίζονται για το παιδί της.

Σκηνοθεσία:

Lars von Trier

Κύριοι Ρόλοι:

Bjork … Selma Jezkova

Catherine Deneuve … Kathy

David Morse … Bill Houston

Peter Stormare … Jeff

Vladica Kostic … Gene Jezkova

Joel Grey … Oldrich Novy

Cara Seymour … Linda Houston

Jean-Marc Barr … Norman

Siobhan Fallon Hogan … Brenda

Zeljko Ivanek … ο εισαγγελέας

Udo Kier … Δρ Porkorny

Jens Albinus … Morty

Stellan Skarsgard … ο γιατρός

Paprika Steen … εργάτρια

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Lars von Trier

Παραγωγή: Vibeke Windelov

Μουσική: Bjork

Φωτογραφία: Robby Muller

Μοντάζ: Francois Gedigier, Molly Malene Stensgaard

Σκηνικά: Karl Juliusson

Κοστούμια: Manon Rasmussen

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Dancer in the Dark
  • Ελληνικός Τίτλος: Χορεύοντας στο Σκοτάδι

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ τραγουδιού (I’ve Seen It All).
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Bjork) σε δράμα, και τραγουδιού (I’ve Seen It All).
  • Χρυσός Φοίνικας και βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Bjork) στο φεστιβάλ Κανών.
  • Καλύτερη ταινία και γυναικεία ερμηνεία (Bjork) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
  • Βραβείο καλύτερης ευρωπαϊκής ταινίας στα Goya.

Παραλειπόμενα

  • Παρότι δανέζικη παραγωγή της Zentropa, συμμετέχουν ενεργά εταιρίες από 13 χώρες.
  • Τελευταίο κεφάλαιο της τριλογίας Χρυσή Καρδιά, μετά τα Δαμάζοντας τα Κύματα (1996) και Οι Ηλίθιοι (1998).
  • Δεν ανήκει στο Δόγμα ’95, αλλά δανείζεται πολλά στοιχεία του, όπως το ότι η -ψηφιακή- κάμερα είναι στο χέρι. Οι μιούζικαλ όμως σκηνές είναι με στατική ψηφιακή κάμερα (για την ακρίβεια 100 κάμερες) και πιο έντονο χρωματισμό.
  • Η Bjork δεν κάνει ντεμπούτο στο σινεμά, αλλά οι δύο προηγούμενες συμμετοχές της ήταν η μία μικρής εμβέλειας και η άλλη εν είδει γκεστ-σταρ. Την εμπειρία της εδώ την περιέγραψε τόσο έντονα συναισθηματική, που δεν ήθελε να κάνει άλλη ταινία. Διέψευσε και ότι προσπάθησε η ίδια να πάρει τον ρόλο, αφού εμφανίστηκε ως εξαίρεση λόγω του von Trier. Οι αναφορές μάλιστα θέλουν τον δημιουργό να χρειάστηκε έναν χρόνο για να την πείσει να παίξει.
  • Το αμερικανικό σκηνικό στην πραγματικότητα γυρίστηκε στην Ευρώπη (Σκανδιναβία), μια και ο Lars von Trier αρνείται να μπει σε αεροπλάνο.
  • Οι κριτικές ήταν αντιφατικές, άλλοτε μιλώντας για αριστούργημα και άλλοτε για επιτηδευμένο μελόδραμα. Στη Βρετανία, που η κριτική ήταν αρνητική απέναντι του, ο διανομέας έδινε πίσω τα χρήματα του εισιτήριου εάν στον θεατή δεν άρεσε η ταινία. Μόνο 5 έκαναν χρήση του προνομίου.
  • Ο Poul Ruders έβγαλε την όπερα Selma Jezkova, βασιζόμενος στην ταινία.
  • Το 2017, η Bjork προέβη σε δήλωση ότι παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από τον σκηνοθέτη. Ο ίδιος το αρνήθηκε, και η υπόθεση έμεινε εκεί.
  • Ο von Trier είχε δηλώσει, με τη σειρά του, ότι κάθε πρωί που έβλεπε την πρωταγωνίστρια του, εκείνη τον έφτυνε αφού του έλεγε “Κύριε von Trier, σας απεχθάνομαι”. Περιέγραψε και τη μεταξύ τους σχέση ότι ήταν σαν να εργάζεται με τρομοκράτη.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Το σάουντρακ γράφτηκε ολόκληρο από την Bjork, και βγήκε ως προσωπικό της άλμπουμ (Selmasongs). Ξεχώρισε το I’ve Seen It All, με τη συμμετοχή του Thom Yorke (αν και στην ταινία την Bjork συνοδεύει ο Peter Stormare).
  • Χρησιμοποιούνται και τρία τραγούδια των Rodgers-Hammerstein από τη Μελωδία της Ευτυχίας: My Favourite Things, So Long, Farewell και Climb Every Mountain.

Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη

Έκδοση Κειμένου: 3/3/2010

Ο Lars Von Trier, με φανατικούς οπαδούς και άλλους τόσους φανατικούς πολέμιους, είναι ίσως ο μοναδικός σύγχρονος δημιουργός που διχάζει σε τέτοιο βαθμό το κοινό του. Είτε τον θεωρείτε «θεό», είτε τον θεωρείτε υπερτιμημένο, είτε τον σιχαίνεστε, το Χορεύοντας στο Σκοτάδι είναι μια μοναδική εμπειρία και σίγουρα μια από τις ταινίες που πρέπει να έχει δει κανείς στη ζωή του.

Όσο και να αμφισβητώ τέτοιου είδους τυποποιημένες λίστες του τύπου «Οι 1000 ταινίες που πρέπει να δείτε πριν πεθάνετε», δεν μπορώ παρά να εντάξω την ταινία αυτή σε αυτές. Κι όχι, δεν είναι μονάχα το πόσο καλή είναι, είναι και το πόσο ιδιαίτερη είναι. Ο Lars Von Trier για ακόμα μια φορά πειραματίζεται με σκηνοθεσία και ηθοποιούς, κι αυτή τη φορά φαίνεται να έχει βρει τα καταλληλότερα συστατικά για να μας δώσει μια ταινία μοναδική. Ποιος θα φανταζόταν ότι μπορεί να συνδυαστεί το μιούζικαλ με το δράμα και τη θανατική ποινή, και ο «κουλός» αυτός συνδυασμός να αποτελέσει την απόλυτη αλληγορία επάνω στη θυσία στον βωμό της αγάπης. Ε, το σκέφτηκε ο Trier, και όχι απλά το σκέφτηκε, αλλά βρήκε και τον τρόπο να μας το δώσει.

Σίγουρα θα ψυχοπλακωθείτε, σίγουρα θα σας ξεφύγουν δάκρυα. Θα δείτε, όμως, και μια ταινία που θα σας στοιχειώσει όχι για ώρες, αλλά για μέρες, μια ταινία από την επίδραση τής οποίας απλά δεν μπορείς να ξεφύγεις. Και όποια κι αν είναι η άποψη σας για τον σκηνοθέτη, εδώ καταφέρνει να βουλώσει στόματα και να μας κάνει να μην ενδιαφερόμαστε για το πόσο προβληματικός ή μη είναι, αλλά μας κάνει να τον αναγνωρίσουμε ως ένα πραγματικό καλλιτέχνη.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 16/8/2010

Τίποτα λιγότερο από ένα αριστούργημα των σύγχρονου σινεμά. Το πόνημα του Lars Von Trier κινείται σε δύο επίπεδα, που εναλλάσσονται αλλά δεν διασταυρώνονται, αυτό του μελοδράματος και αυτό του σουρεαλιστικού μιούζικαλ. Η κεντρική ηρωίδα είναι μια εύθραυστη ύπαρξη, ένα μοιρολατρικό θύμα των περιστάσεων, ένα κλαρί που κρύβεται από τον αέρα φοβούμενο μη σπάσει. Παράλληλα, όμως, είναι η προσωποποίηση της μητέρας-Παναγιάς που απαρνείται τη ζωή της για χάρη του παιδιού της, αρνούμενη να φορτώσει σε αυτό τα δικά της κρίματα. Μια παραβολή χριστιανικού χαρακτήρα που ανατρέχει στις εμμονές του δανού σκηνοθέτη, δηλαδή πως αυτός ο κόσμος, μη αποδεχόμενος τις αμαρτίες του, αναζητεί σωτήρες για τη συνείδηση και τη διαιώνιση του.

Τα μουσικοχορευτικά νούμερα εκφράζουν την «πολύχρωμη» φαντασία της Σέλμα, που στερούμενη την όραση, οραματίζεται τον περίγυρό της σαν χαρά Θεού. Ένας κήπος αισθημάτων η ψυχή της, που ζωγραφίζει με νότες και χρώματα όλα αυτά που η πραγματικότητα τής έχει προσφέρει απλόχερα: τη ρουτίνα και τη σκληρή, άχρωμη καθημερινότητα.

Ο Von Trier κινηματογραφεί τον ρεαλισμό με τους κανόνες του Δόγματος ’95, δημιουργώντας γνήσιο προλεταριακό συναίσθημα, αλλά μεταμορφώνεται στις μουσικές σκηνές με τη χρήση πολλαπλών ψηφιακών καμερών και θεαματικών υπερ-πλάνων. Και στους δύο τομείς βρίσκει ιδανικό σύμμαχο την ισλανδή μουσικό Bjork, η οποία ξεπερνάει κάθε προσδοκία ζώντας -και όχι ερμηνεύοντας- τον χαρακτήρα της, αλλά και συνθέτει εξαιρετικά τραγούδια στο πνεύμα του West Side Story. Αν όλα αυτά δεν καταφέρουν να σας συγκινήσουν μέχρι εκείνες τις στιγμές του τέλους, τότε σταθείτε γιατί το έργο σάς επιφυλάσσει ένα από τα δυνατότερα φινάλε που έχουν γυριστεί ποτέ στον βωμό της έβδομης τέχνης, και που το αναγάγει στο πλέον κλασικό μελόδραμα των καιρών μας.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

22 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *