Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας είναι γνωστή για την ομορφιά και το πάθος της για κομψότητα. Βρισκόμαστε στο 1877 και στον εορτασμό των 40ών της γενεθλίων, και η υψηλοτάτη πρέπει να κρατήσει ακμαία τη δημόσιά της εικόνα. Έχοντας μπροστά της μόνο τυπικά καθήκοντα επί της τελετής, αποφασίζει να επαναστατήσει κατά της αρχετυπικής εικόνας της, και καταστρώνει ένα περίτεχνο σχέδιο για να προστατεύσει την κληρονομιά της. 

Σκηνοθεσία:

Marie Kreutzer

Κύριοι Ρόλοι:

Vicky Krieps … αυτοκράτειρα Elisabeth

Florian Teichtmeister … αυτοκράτορας Franz Joseph Ι

Katharina Lorenz … κόμισσα Marie Festetics

Jeanne Werner … Ida Ferenczy

Alma Hasun … Fanny Feifalik

Manuel Rubey … βασιλιάς Ludwig II

Finnegan Oldfield … Louis Le Prince

Aaron Friesz … πρίγκιπας Rudolf

Colin Morgan … George ‘Bay’ Middleton

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Marie Kreutzer

Παραγωγή: Alexander Glehr, Johanna Scherz

Μουσική: Camille

Φωτογραφία: Judith Kaufmann

Μοντάζ: Ulrike Kofler

Σκηνικά: Martin Reiter

Κοστούμια: Monika Buttinger

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Corsage
  • Ελληνικός Τίτλος: Κορσές

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Bafta ξενόγλωσσης ταινίας.
  • Βραβείο ερμηνείας (Vicky Krieps) για το τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
  • Ειδικό βραβείο στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.
  • Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Vicky Krieps) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία και σκηνοθεσία.
  • Επίσημη πρόταση της Αυστρίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Βρέθηκε στις 15 τελικές επιλαχούσες.

Παραλειπόμενα

  • Δεν πρόκειται ακριβώς για την πολλοστή μεταφορά της ζωής της αυτοκράτειρας Ελισάβετ στον κινηματογράφο (με διασημότερη την τριλογία “Σίσυ”), αλλά για μια μυθοπλαστική εκδοχή αυτής, στα πρότυπα του Μαρία Αντουανέτα της Sofia Coppola. Σύμφωνα με τη Marie Kreutzer, δεν θυμόταν να κατονομάσει το κατά πόσο είναι μυθοπλαστική και κατά πόσο ιστορική η ταινία της, αλλά ήταν σίγουρη πως το φινάλε ήταν ολότελα από τον νου της.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 17/11/2022

Παρά τη σχετικά σύγχρονη θέση της στην ιστορία, λίγα πράγματα είναι γνωστά για την Ελισάβετ της Βαυαρίας που εδραιώθηκε στη συνείδηση του κόσμου με το χαριτωμένο ψευδώνυμο Σίσι. Αμέσως κιόλας μετά τον θάνατό της, η πρώτη βιογραφία που εκδόθηκε την παρουσιάζει σαν την ιδεατή πριγκίπισσα ενός παραμυθιού, ενώ η τριλογία ταινιών με τη Romy Schneider οριστικοποίησε αυτή την άποψη. Μια ματιά όμως στα περιστατικά που απαρτίζουν τη ζωή της δείχνουν ότι μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν γύρω από την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία της.

Η σκηνοθέτις Marie Kreutzer επιχειρεί να εστιάσει στις σκοτεινές ψυχολογικές προεκτάσεις του χρονικού της αυτοκράτειρας μέσω μιας σταθερής παρέκκλισης των συμβάντων που απαρτίζουν τον βίο της. Με την ταινία της εισβάλλει σαν παραμορφωτικός καθρέφτης βρίσκοντας ασχήμια εκεί που άλλοι παρουσίασαν ομορφιά, με σκοπό οι ελευθεριάζουσες παρεκκλίσεις της να αντισταθμίσουν παρά να διορθώσουν τη μυθολογία γύρω από την Ελισάβετ. Αυτό που προτείνει εντέλει η Kreutzer αποδεικνύεται πιο σημαντικό νοηματικά από μια συμβατική βιογραφία, αφού προσφέρει στην ηρωίδα της την ελευθερία που στερήθηκε τόσο στη ζωή της όσο και στη μετέπειτα απεικόνισή της. Η διασταύρωση της αλήθειας γύρω από τις πράξεις της Ελισάβετ της ταινίας είναι όχι μόνο μάταιη αλλά και ανούσια, αφού η ουσία εδώ είναι ότι οι πράξεις αυτές φαντάζουν για πρώτη φορά ρεαλιστικές και βαθιά ανθρώπινες.

Ένα αξιοπρόσεκτο στοιχείο της ταινίας είναι η έλλειψη κάποιας ουσιαστικής εξωγενούς αναταραχής, στοιχείο που εντείνει την αίσθηση σκηνοθετικής υπεροχής της Kreutzer ως προς το αποτέλεσμα που θέλει να επιτύχει. Με έναρξη τα 40ά γενέθλια της αυτοκράτειρας, η ιστορία μάς παρουσιάζει την περιφορά της σαν ένα διακοσμητικό στοιχείο μέσα σε μια δυστυχισμένη αριστοκρατική ζωή, είτε στα πλαίσια της ανύπαρκτης συμβολής της στα κοινά είτε στις ιδιωτικές της στιγμές με έναν ψυχρό σύζυγο. Συμβολική απεικόνιση όλων αυτών, ο ψυχαναγκαστικός κορσές που ανά τακτά χρονικά διαστήματα βλέπουμε να υφίσταται το σώμα της από τις υπηρέτριες του παλατιού, μεταξύ άλλων αυτοκαταστροφικών συνηθειών, όλων στα πλαίσια ενός βαθιά επιμελούς σεναρίου που δεν θέλει να κρύψει τη σημασία κάθε λεπτομέρειας που το απαρτίζει.

Μέσα από διακριτικά ψήγματα αναχρονισμών που παίρνουν τα ηνία στο νοηματικά ελευθεριάζον φινάλε, αντανακλάται η σταδιακή και ολοκληρωτική, τουλάχιστον σε εσωτερικό επίπεδο, απελευθέρωση της Ελισάβετ. Παρά την προδιάθεση της ιστορίας για ένα στιλιζαρισμένο αποτέλεσμα, η προσέγγιση της Kreutzer μοιάζει αρκούντως συμβατική στην κινηματογραφική τεχνική της, διαθέτοντας μια εξαιρετική αίσθηση μέτρου στις στιγμές που αποφασίζει να ξεπεράσει τα όρια αυτής της σύμβασης, πάντα σαν οπτική αντανάκλαση του ψυχισμού της ηρωίδας. Προτεραιότητα εδώ είναι ο κυνισμός που οδηγεί στην αντίδραση και όχι η αντίδραση σαν αυτοσκοπός, και όπως η Kreutzer αντιλαμβάνεται σωστά, χρειάζεται το σαθρό πλαίσιο της κανονικότητας σαν αφετηρία για να λειτουργήσει.

Μέσα στην κινηματογραφική ιστορία, η ταινία έρχεται σαν μια μεταμοντέρνα εξέλιξη του εφηβικού αναρχισμού της “Μαρίας Αντουανέτας” της Σοφία Κόπολα, ενώ άξιος συζήτησης είναι ο συσχετισμός με το “Spencer” του Pablo Larrain, μιας έτερης ταινίας που επιχείρησε να δείξει την επίπονη αλήθεια πίσω από τη ζωή μιας βασιλικής φιγούρας που άγγιξε τα πρόθυρα της αγιοποίησης. Και οι δύο ταινίες κατορθώνουν να ποτίσουν τους θεατές με μια πνιγηρή αίσθηση φυλάκισης, με διαφορετικούς στιλιστικούς δρόμους η κάθε μία. Όμως εκεί που το “Spencer” κατόρθωσε να μεταδώσει στον θεατή το αίσθημα της ψυχολογικής κακοποίησης της Νταϊάνα μέσα από την καταπίεση του βρετανικού βασιλικού θεσμού, ο “Κορσές” τον οδηγεί να προβάλλει αυτή την αίσθηση στα στοιχεία της δικής του ζωής που τον κάνουν να πνίγεται καθημερινά. Διόλου ευκαταφρόνητο επίτευγμα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *