Βιτρί, 1996. Μια παρέα χιπ-χοπ χορευτών συγκεντρώνεται σε ένα απόμερο κι εγκαταλελειμμένο σχολικό κτήριο, για να δοκιμάσουν την παράσταση τους. Αφού όμως η πρόβα ολοκληρώνεται, όλα μετατρέπονται σε έναν εφιάλτη, καθώς οι χορευτές έρχονται σε επαφή με άφθονη σαγκριά γεμάτη ισχυρό LSD. Το ταξίδι τους κυμαίνεται από αγαλλίαση σε χάος κι απόλυτη αναρχία, ενώ δεν αργεί να κάνει την εμφάνιση της η βία και η ολική ψυχεδελική παρακμή.
Σκηνοθεσία:
Gaspar Noe
Κύριοι Ρόλοι:
Sofia Boutella … Selva
Romain Guillermic … David
Souheila Yacoub … Lou
Kiddy Smile … Daddy
Claude-Emmanuelle Gajan-Maull … Emmanuelle
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Gaspar Noe
Παραγωγή: Brahim Chioua, Richard Grandpierre, Vincent Maraval, Edouard Weil
Φωτογραφία: Benoit Debie
Μοντάζ: Denis Bedlow, Gaspar Noe
Σκηνικά: Jean Rabasse
Κοστούμια: Frederic Cambier
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Climax
- Ελληνικός Τίτλος: Climax
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο Art Cinema για το τμήμα Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στο φεστιβάλ Κανών.
Παραλειπόμενα
- Ο Gaspar Noe έγραψε μονάχα έναν μονοσέλιδο κορμό για σενάριο, και δούλεψε πολύ τον αυτοσχεδιασμό. Όσο για τον χορό, εκτός από την πρώτη σκηνή που ήταν χορογραφημένη, οι χορευτές ήταν ελεύθεροι να εκφραστούν στη δική τους γλώσσα. Οι σκηνές γυρίστηκαν με χρονολογική σειρά προκειμένου να χτίσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης κι ένα πνεύμα ανταγωνισμού, το οποίο οδήγησε τους χορευτές σε ακόμα πιο «ψυχωτικές» ερμηνείες.
- Πέρα από τη Sofia Boutella (προσλήφθηκε μετά από ιδέα της χορογράφου Nina McNeely) και τη Souheila Yacoub (που κάνει κινηματογραφικό ντεμπούτο) κανείς από το καστ δεν είχε πρότερη εμπειρία ως ηθοποιός.
- Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε δύο εβδομάδες.
- Ένα από τα μονόπλανα διαρκεί 42 ολόκληρα λεπτά.
- Η ταινία άρεσε στους κριτικούς, αλλά το κοινό δεν έσπευσε να τη δει. Απέσπασε έσοδα μόλις 1,7 εκατομμυρίων δολαρίων, κι ενώ κόστισε 2,9.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ανάμεσα στο πλούσιο χορευτικό σάουντρακ ακούμε: Daft Punk, Aphex Twin, Giorgio Moroder, Soft Cell, Dopplereffekt, Cerrone και Chris Carter.
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 4/10/2018
Μια ομάδα χορευτών μαζεύονται σε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο για πρόβα. Όμως, η κατάσταση αρχίζει να ξεφεύγει, όταν ανακαλύπτουν πως η σαγκρία που πίνουν είναι εμποτισμένη με LSD.
Τόσο απλό και μινιμαλιστικό όσο ακούγεται είναι το premise της νέας ταινίας του Gaspar Noe, ενός σκηνοθέτη με καθαρό προσωπικό στίγμα, που “μιλάει” εξολοκλήρου μέσω της σκηνοθεσίας, σε μια αντισυμβατική, αυθεντικά βιωματική κινηματογραφική γλώσσα. Σε αυτή του την δουλειά χρησιμοποιεί επαγγελματίες χορευτές, αντί ηθοποιών (με εξαίρεση την, κατά κάποιο τρόπο, πρωταγωνίστρια Sofia Boutella), στήνοντας ένα σταδιακά κλιμακούμενο (όπως υποδεικνύει και ο ίδιος ο τίτλος) παραληρηματικό τριπ, που παρασέρνει τον θεατή στον εφιάλτη.
Ο Noe καταπιάνεται από την τέχνη του χορού, μια τέχνη αυστηρά σωματική, αποτυπώνοντάς την αισθαντικά, εις βάθος, καλλιεργώντας μια μορφή παραζάλης. Η έννοια της τέχνης, γενικότερα, ενέχει και μια ενδεχόμενη αρνητική διάσταση: αυτήν της απώλειας του ελέγχου, της θόλωσης των ορίων, που οδηγεί στην παγίδα της “απορρόφησης” του εαυτού από τη δημιουργία, και συνεπώς της αυτοκαταστροφής. Οι θεματικές αυτές είναι απολύτως γνώριμες στη φιλμογραφία του προκλητικού δημιουργού, ο οποίος εδώ κάνει την πιο εύληπτη και καλόβολη στη θέαση ταινία του. Είναι ο μινιμαλισμός του χώρου, αλλά και η απλότητα της όλης σύλληψης. Ο Noe, μάλλον για πρώτη φορά, παίρνει τον θεατή από το χέρι και οδηγεί σταδιακά προς κάτι που έχει συνηθίσει να βλέπει στο αφηγηματικό σινεμά: μια κλιμάκωση. Ένα πάρτι, μια “απαρτία” ανθρώπων, που παίρνει την κάτω βόλτα. Η “εξέλιξη” της κατάστασης έχει κατεύθυνση το χάος, την απώλεια συνείδησης και συνειδητότητας, το ταξίδι προς τον θάνατο. Πρόκειται για μια “αντίστροφή εξέλιξη” προς το πρωτόγονο, μια κατρακύλα που οδηγεί στο τέλος, “Μη αναστρέψιμη” (εξού και οι τίτλοι τέλους στην αρχή της ταινίας).
Ένα παιδί παγιδευμένο, η μη-γέννηση, το ανθρώπινο σφάλμα, οι τύψεις, η βία, τα πρωτογονικά ένστικτα, όλα είναι θεματικές που έχουμε ξαναδεί διάσπαρτες στα προηγούμενα τέσσερα έργα του Gaspar Noe. Εδώ δεν φαίνεται να προσθέτει κάτι νέο στο δημιουργικό σύμπαν του, αλλά μια περισσότερο συνεκτική σύνοψη όσων τον απασχολούν. Μια ομάδα ανθρώπων που δημιουργούν όλοι μαζί, ξεκινώντας σαν ensemble, ως ένας ενιαίος πρωταγωνιστής, αλλά παγιδεύονται από την πράξη της δημιουργίας, διασπώνται, συνωμοτούν μεταξύ τους, οδηγούνται στην ανθρωποφαγία, πυροδοτούν την βία και την αυτοκαταστροφή. Όλα αυτά προβάλλονται ως χορογραφία, πάνω στα αεικίνητα σώματα, αλλά και στην κίνηση της κάμερας. Η “κλιμάκωση” προς τον θάνατο απεικονίζεται σε ένα εντυπωσιακό παραισθησιογόνο μονοπλάνο μιας μουσικοχορευτικής παράκρουσης. Το επόμενο πρωί τίποτα δεν είναι το ίδιο, μιας που ο εφιάλτης είναι πραγματικότητα…
Έχουμε ακόμα ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής από έναν κορυφαίο δημιουργό, που όμως αυτή τη φορά δεν δοκιμάζει επί της ουσίας κάτι νέο, αλλά ανασκευάζει με περίσσεια μαεστρία μια πιο φιλική (αλλά όχι λιγότερο σινεφιλική) εκδοχή της πρότερης δουλειάς του.
Βαθμολογία: