Η Πολίν, μια αυτοαπασχολούμενη νοσοκόμα σε μια περιφέρεια με ορυχεία στη Βόρεια Γαλλία, μεγαλώνει μόνη της τα δύο της παιδιά και φροντίζει τον πατέρα της, έναν πρώην σιδηρουργό. Αφοσιωμένη και γενναιόδωρη όπως είναι, οι ασθενείς της την αγαπούν και υπολογίζουν σε αυτήν. Όμως, κανείς δεν βλέπει πως η Πολίν, που αντιμετωπίζει μια αυξανόμενη πίεση από την πραγματικότητα, παίρνει σιγά-σιγά έναν δρόμο που κανείς από την οικογένειά της δεν έχει ξαναπάρει. Ένα ανερχόμενο εθνικιστικό κόμμα σε αναζήτηση σεβασμού θα εκμεταλλευτεί τη δημοφιλία της, τοποθετώντας την υποψήφια στις τοπικές εκλογές.
Σκηνοθεσία:
Lucas Belvaux
Κύριοι Ρόλοι:
Emilie Dequenne … Pauline Duhez
Andre Dussollier … Philippe Berthier
Guillaume Gouix … Stephane ‘Stanko’ Stankowiak
Catherine Jacob … Agnes Dorgelle
Anne Marivin … Nathalie Leclerc
Patrick Descamps … Jacques Duhez
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Lucas Belvaux, Jerome Leroy
Παραγωγή: David Frenkel, Patrick Quinet
Μουσική: Frederic Vercheval
Φωτογραφία: Pierric Gantelmi d’Ille
Μοντάζ: Ludo Troch
Σκηνικά: Frederique Belvaux
Κοστούμια: Dorothee Guiraud
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Chez Nous
Ελληνικός Τίτλος: Αυτή η Γη Είναι Δική μας
Διεθνής Τίτλος: This Is Our Land
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου (Emilie Dequenne) και υποψήφιο για ακόμα 7 βραβεία, μεταξύ αυτών και καλύτερης ταινίας, στα βραβεία Magritte, τα εθνικά βραβεία του Βελγίου.
Παραλειπόμενα
- Η ταινία βγήκε στη Γαλλία δύο μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές, στοχεύοντας άμεσα το εθνικό μέτωπο της Marine Le Pen.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 5/9/2017
Η ακροδεξιά έχει προ πολλού πάψει να βρίσκεται στο περιθώριο ως γραφική κι εν δυνάμει επικίνδυνη και καθίσταται καταλύτης πολιτικών εξελίξεων τόσο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού όπως έχει αποδειχτεί τον τελευταίο χρόνο και πολύ περισσότερο καιρό, και πιο συγκεκριμένα με την εκδήλωση των επιπτώσεων της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης στο εσωτερικό της, στην Ευρώπη. Δεν πάνε άλλωστε παρά ελάχιστοι μήνες που βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής από το αξίωμα της γαλλικής προεδρίας η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου Marine Le Pen την οποία ούτε λίγο ούτε πολύ «φωτογραφίζει» με την, κάπως μονοδιάστατη είναι η αλήθεια, ερμηνεία της η Catherine Jacob, όπως άλλωστε ολόκληρο το φιλμ του Lucas Belvaux ουσιαστικά μιλάει συγκαλυμμένα για το συγκεκριμένο κόμμα, που με δεδομένες τις προαναφερθείσες εξελίξεις, μάλλον πρόκειται για έναν εξαιρετικά επίκαιρο προβληματισμό.
Πρόκειται για ένα φιλμ ξεκάθαρα στρατευμένο ενάντια σε όλα αυτά που εκπροσωπεί η εξής κουστωδία, και από αυτήν την οπτική γωνία είναι εμφανείς οι καλές προθέσεις των συντελεστών. Αρκεί όμως αυτό για να επιφέρει ένα αξιόλογο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα; Τις βασικές αλήθειες πίσω από το φαινόμενο της ανόδου μορφωμάτων όπως αυτό που απεικονίζεται στο φιλμ το σενάριο τις πιάνει σε γενικές γραμμές, αλλά δεν πρόκειται για πρωτοφανείς διαπιστώσεις σε επίπεδο πολιτικής ανάλυσης. Μια επαφή να έχει κάποιος με τον κοινωνικό του περίγυρο σε επίπεδο καθημερινής κουβέντας μπορεί να κατανοήσει τη συλλογιστική πορεία κάποιων συνανθρώπων που στρέφονται σε αντιδραστικά με την κακή έννοια ιδεολογικά μονοπάτια. Μακράν ο ρόλος με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον αλλά και η πιο δουλεμένη ερμηνεία του “Chez Nous” είναι αυτή του βετεράνου Andre Dussollier που περιγράφει με μεγάλη οξυδέρκεια το προσωπείο που έχουν φορέσει οι επίσημοι εκπρόσωποι της ακροδεξιάς: μια επίδειξη πνευματικής καλλιέργειας που χρησιμοποιείται ως παραπέτασμα του αποκρουστικού οπλοστασίου πεποιθήσεων που βρίσκεται από πίσω, ένας εξορθολογισμός των μισανθρωπικών και αντιδιαφωτιστικών ιδεών που χαρακτηρίζουν αυτήν τη σχολή πολιτικής σκέψης, ένας καθωσπρεπισμός για να κατέβει ευκολότερα και γλυκύτερα το χάπι αυτό ως κάτι το φυσιολογικό και από πίσω το αυγό του φιδιού μαζί με ένα σωρό ενέργειες παραβίασης του κοινού ποινικού δικαίου. Γενικά, όποτε το κείμενο επικεντρώνει στους μηχανισμούς της πολιτικής κίνησης και των στελεχών της το έργο παρακολουθείται με μεγάλη ευχαρίστηση και αποδεικνύεται ιδιαίτερα διεισδυτικό. Όταν αντιθέτως η ιστορία εστιάζει στην πρωταγωνίστρια, δυστυχώς για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, σαν να μπατάρει λίγο το σύνολο. Οι ψυχολογικές μεταπτώσεις και αλλαγές που υφίσταται η ηρωίδα είναι ελαφρώς προχειρογραμμένες, δεν περιγράφουν επαρκώς το πως μπορεί να παρασυρθεί κάποιος φαινομενικά απολιτικός από την παθιασμένη ρητορεία της ακροδεξιάς.
Στην ίδια κατηγορία, η κεντρική ερμηνεία της Emilie Dequenne (που δυστυχώς δεν εξαργύρωσε ποτέ το «μπαμ» που έκανε με το ντεμπούτο της στο “Rosetta”) αν και απεικονίζει μια αμηχανία και μια διστακτικότητα που σταδιακά γίνεται εναγκαλισμός, αλλά ακόμη και τότε όχι φανατικά, με σχετική ακρίβεια, ταυτόχρονα δεν κάνει αρκετά ώστε να μας βάλει μέσα στην ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα που υποδύεται κι επομένως να τον καταλάβουμε καλύτερα. Κάτι που εκτελείται σωστά εδώ είναι το φινάλε, που μπορεί σε μια πρώτη ανάγνωση να φαίνεται απότομο, αλλά αποτελεί ένα σημείο καμπής για την Pauline και βάζει ορθώς μια οριστική κατακλείδα σε μια απολύτως σημαντική υποπλοκή. Ειδικά το πως εξελίσσεται βολικά η πλοκή σε ένα φινάλε που τα βάζει όλα στη θέση τους και από μια άποψη ξεπλένει και την πρωταγωνίστρια από τις ευθύνες της είναι κάτι που υποβαθμίζει και τη δύναμη του τελικού αποτελέσματος και το στρογγυλεύει, υποβαθμίζοντας έτσι και την καταγγελτική του ορμή.
Μακάρι η δουλειά αυτή να συζητιόταν στη Γαλλία και οπουδήποτε αλλού έχει την τύχη να διανεμηθεί στις κινηματογραφικές αίθουσες και για την ποιότητά της πέραν της στρατευμένης θέσης που παίρνει, είναι όμως προφανή τα προβλήματα που την καθηλώνουν στο επίπεδο του «ευγενείς φιλοδοξίες, χλιαρές αποδόσεις». Είναι ένα αξιοπρεπές πόνημα μεν, αλλά και απογοητευτικό όταν κάποιος συνειδητοποιεί ότι με ένα τέτοιο καυτό θέμα θα μπορούσε άνετα να πετύχει περισσότερα.
Βαθμολογία: