Αγαπημένο μου Ημερολόγιο
- Caro Diario
- Dear Diary
- 1993
- Ιταλία
- Ιταλικά, Αγγλικά, Μανδαρινικά
- Βιογραφία, Δραμεντί, Ντοκιουντράμα, Σάτιρα, Σινεφίλ, Ταινία Δρόμου
- 28 Οκτωβρίου 1994
Κεφάλαιο 1 – Στη Βέσπα: Ο Μορέτι, εξοργισμένος από το κεντρικό μήνυμα μιας ταινίας που βλέπει στον κινηματογράφο για τη γενιά του, παίρνει τη βέσπα και τριγυρνά στη σχεδόν έρημη καλοκαιρινή Ρώμη. Κεφάλαιο 2 -Νησιά: Αναζητώντας την ηρεμία για να γράψει το σενάριο της επόμενης ταινίας του, ο Μορέτι επισκέπτεται τον συνεργάτη του, Τζεράρντο, έναν καθηγητή φιλοσοφίας που έχει από καιρό μετακομίσει στο Λίπαρι, την πρωτεύουσα των απομονωμένων Αιολίδων Νήσων. Σε αντίθεση όμως με όσα προσδοκούσε, συναντά ένα Λίπαρι στους ρυθμούς της τουριστικής ανάπτυξης, πολύβουο και γεμάτο αυτοκίνητα. Κεφάλαιο 3 – Γιατροί: Η ιστορία, στο ξεκίνημα της οποίας ο Μορέτι διευκρινίζει ότι είναι απολύτως αληθινή, ξεκινά με τον σκηνοθέτη να προσπαθεί να ανακαλύψει από τι πάσχει μέσα από μια περιπέτεια με επισκέψεις σε γιατρούς.
Σκηνοθεσία:
Nanni Moretti
Κύριοι Ρόλοι:
Nanni Moretti … ο ίδιος
Renato Carpentieri … Gerardo
Jennifer Beals … η ίδια
Alexandre Rockwell … ο ίδιος
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Nanni Moretti
Παραγωγή: Nella Banfi, Angelo Barbagallo, Nanni Moretti
Μουσική: Nicola Piovani
Φωτογραφία: Giuseppe Lanci
Μοντάζ: Mirco Garrone
Σκηνικά: Marta Maffucci
Κοστούμια: Maria Rita Barbera
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Caro Diario
- Ελληνικός Τίτλος: Αγαπημένο μου Ημερολόγιο
- Διεθνής Τίτλος: Dear Diary
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Βραβείο σκηνοθεσίας.
- Καλύτερη ταινία και μουσική στα David di Donatello. Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Nanni Moretti), παραγωγή, φωτογραφία, μοντάζ και ήχο.
- Βραβείο FIPRESCI στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
Παραλειπόμενα
- Και οι τρεις επιμέρους ιστορίες εμπεριέχουν διάσπαρτες αυτοβιογραφικές εμπειρίες του σκηνοθέτη.
- Το 1992, ο Nanni Moretti βρέθηκε στις Αιολικές Νήσους για να κάνει σκάουτινγκ για μια ταινία που θα αφηγούνταν την ιστορία ενός ψυχαναλυτή. Οι βόλτες όμως αυτές με τη Vespa τον ενέπνευσαν να κάνει μια μικρού μήκους ταινία, και μέσα σε δύο σαββατοκύριακα την είχε έτοιμη. Ήταν όμως μια πρόχειρη παραγωγή, και έχοντας επηρεαστεί από τη διάγνωση καρκίνου που πήρε το 1991, αποφάσισε να την επεκτείνει σε μεγάλου μήκους, μιλώντας με ανάλαφρο ύφος για τον εαυτό του. Γύρισε πρώτα το επεισόδιο με τους γιατρούς, μετά αυτό με τη βέσπα και τελευταίο το ταξίδι στα νησιά, κόβοντας ένα πρόσθετο κεφάλαιο που είχε ετοιμάσει με έναν κριτικό κινηματογράφου. Ελάχιστες σεκάνς είναι με δύο κάμερες, ενώ ο αριθμός του συνεργείου είναι διαφορετικός ανά κεφάλαιο. Το μοντάζ έγινε με χρήση Moviola, ενώ ενδιάμεσα αυτού χρειάστηκε να προβεί σε πρόσθετα γυρίσματα.
- Το σημείο με τον τάφο του Pier Paolo Pasolini προορίζονταν από τον Moretti να αποτελέσει μέρος ενός ολόκληρου ντοκιμαντέρ. Ήταν ο μοντέρ Mirco Garonne που τον έπεισε ότι ήταν τέλειο για να κλείσει το πρώτο κεφάλαιο.
- Παρότι σκηνοθέτης από το 1976, ο Nanni Moretti απέκτησε εδώ τη φήμη που τον συνοδεύει ως σήμερα.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 3/7/2019
Αυτό που αυτοαποκαλείται μέσω του τίτλου του το σπουδαίο αυτό φιλμ του Nanni Moretti, αυτό και είναι: μια σειρά δραματοποιημένων βιωμάτων, σκέψεων και απόψεων, ουσιαστικά μια οπτικοποίηση ημερολογιακών καταχωρήσεων, ένα σινεμά που συνδυάζει αρμονικά την καταγραφή του ντοκιμαντέρ και την καλλιτεχνική έκφραση και που ταυτόχρονα εμπεριέχει μέσα του μεγάλη δόση σοφίας, χωρίς καν να δείχνει πως προσπαθεί για κάτι τέτοιο. Η κωμωδία συνυπάρχει με την τραγωδία, η αναπαράσταση με την πραγματικότητα (το απόσπασμα με τον υπό θεραπεία Moretti συντρίβει συναισθηματικά), όπως και η ζωή και η ευχαρίστηση αυτής με τον θάνατο. Όλα αυτά με μια απαράμιλλη απλότητα και αυθεντικότητα που παραπέμπουν σε έναν κινηματογραφιστή που έχει αγγίξει προ πολλού την αυτοσυνείδηση και την ωριμότητα σε δημιουργικό επίπεδο, και που εδώ έχει μόλις ξεκινήσει να διανύει την τέταρτη δεκαετία της ζωής του.
Αλλά και σκηνοθετικά υπάρχουν μεγάλες στιγμές οι οποίες δεν «κραυγάζουν» για αναγνώριση, απλά υπάρχουν και το αν θα συναντήσουν την αποδοχή που τους αξίζει δεν εξαρτάται από μια ναρκισσιστική αυτοπροώθησή τους μέσω επίδειξης τεχνικής, αλλά από το κατά πόσο οι «κεραίες» του θεατή είναι αρκετά ευαίσθητες για να τις αντιληφθεί. Τρανά παραδείγματα οι υπέροχες σκηνές περιπλάνησης με τη μοτοσυκλέτα στην ερημική καλοκαιρινή Ρώμη του 1992, όπως και το σπουδαίο αλληγορικό πλάνο του περιπάτου του πρωταγωνιστή με το πλοίο να αναχωρεί στο φόντο.
Ενώ κάτι τόσο στενά αυτοβιογραφικό θα μπορούσε εύκολα να πέσει στην παγίδα μιας ματαιόδοξης αυτοπροβολής, κάτι τέτοιο τελικά δεν συμβαίνει. Ο Moretti είναι αρκετά έξυπνος για να περιλάβει στο μείγμα του γερές ποσότητες αυτοσαρκασμού και «τσαλακώματος», ξέρει πώς να εκτεθεί με τρόπο τέτοιο ώστε να προκαλέσει τη συμπάθεια του θεατή δίχως να θεωρηθεί πως την εκβιάζει, αλλά και να δείξει ότι είναι τρωτός, ότι βάζει ένα προσωπικό στοίχημα όντας αβέβαιος για το αν θα βρει ευήκοα ώτα απέναντι στην εξομολογητική διάθεση που επιδεικνύει εδώ ακριβώς επειδή βάζει προτεραιότητα στο να «ανοιχτεί» μέσω της τέχνης που υπηρετεί ανεξαρτήτως αποδοχής. Αυτό που καταλήγει να είναι αθόρυβα κι αποτελεσματικά το «Αγαπημένο μου Ημερολόγιο», είναι ένας ύμνος στη θέληση για τη ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις, από την εκτίμηση για όλα εκείνα τα φαινομενικά μικρά και ασήμαντα πράγματα που κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε έναν διεκπεραιωτικό κι έναν απολαυστικό βίο (από τις προσόψεις κτηρίων μέχρι την αθωότητα των παιδιών), μέχρι την υπέρτατη μάχη που ο καθένας καλείται να δώσει σε κάποια στιγμή της προσωπικής του πορείας με το ενδεχόμενο της αποχώρησής του από τα εγκόσμια. Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί πως η συναισθηματική ένταση του όλου ταξιδιού καθιστά την ταινία ένα έπος ατομικών διαστάσεων.
Όλα αυτά παρουσιάζονται με ένα ύφος εντελώς ιταλικό στην ιδιοσυγκρασία του, από την τρυφερότητα και τη στοργή που δείχνει απέναντι στις φανταστικές εκδοχές των προσώπων του περίγυρού του ο δημιουργός, μέχρι το άκρως εξωστρεφές χιούμορ που αγγίζει ενίοτε και το ξεκαρδιστικό (πιο αντιπροσωπευτική στιγμή ίσως το επεισόδιο με τους τουρίστες εξ Αμερικής). Η χαλαρή αφηγηματική δομή ίσως ξενίσει όσους θεατές έχουν συνηθίσει σε κάτι πιο οργανωμένο σε αυτό τον τομέα, αλλά αυτή η απόφαση κάνει το φιλμ να ρέει πιο αβίαστα και να φαντάζει πιο αυθόρμητο κατασκευαστικά, παρότι έχει προφανώς μελετηθεί στο έπακρο ο δραματουργικός σκελετός του.
Το αποτέλεσμα είναι μια δουλειά που αποτελεί μια κατηγορία από μόνη της, ανένταχτη στα αυστηρά πλαίσια ενός είδους και ταυτόχρονα αρκούντως ταπεινή ώστε να μην τονίσει αυτή τη μοναδικότητά της με έπαρση. Λίγα είναι τα δείγματα αυτοπροσωπογραφιών τέτοιου τύπου στο σινεμά εν γένει, με τον αριθμό να μειώνεται ακόμη περισσότερο όταν πρέπει να αναζητηθούν περιπτώσεις ανάλογης ειλικρίνειας και οξυδέρκειας. Με όλα αυτά τα δεδομένα στο τραπέζι, το «Αγαπημένο μου Ημερολόγιο» είναι ένας θρίαμβος του ολιγαρκούς κινηματογράφου, αυτού που τις περισσότερες φορές χρειάζεται ελάχιστα πέρα από μια αφοπλιστική αμεσότητα στην αποτύπωση μιας βιωματικής αλήθειας.
Βαθμολογία: