1978. Δύο κλέφτες, ο Σκόρπιον Τζο και ο Λένι, δραπετεύουν στην έρημο μαζί με μία όμηρο, μετά από αποτυχημένη ληστεία. Χωρίς να το θέλουν, πέφτουν πάνω στο «Πάρκο Σφαγή», ένα απομονωμένο κομμάτι γης υπό την ιδιοκτησία του Γουάιατ Μος, ενός βετεράνου του Βιετνάμ και εξπέρ στο σημάδι, που τους προκαλεί να επιβιώσουν ή να σκοτωθούν.
Σκηνοθεσία:
Mickey Keating
Κύριοι Ρόλοι:
Ashley Bell … Vivian Fontaine
James Landry Hebert … ‘Scorpion’ Joe Clay
Michael Villar … Lenny
Pat Healy … Wyatt Moss
Larry Fessenden … Travis ‘Whiskey’ Ginger
Alan Ruck … σερίφης Moss
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mickey Keating
Παραγωγή: Eric B. Fleischman, Sean Tabibian
Μουσική: Giona Ostinelli
Φωτογραφία: Mac Fisken
Μοντάζ: Valerie Krulfeifer
Σκηνικά: Angel Herrera
Κοστούμια: Lauren Howard
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Video-on-Demand.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Carnage Park
Ελληνικός Τίτλος: Carnage Park
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης
Έκδοση Κειμένου: 19/10/2016
Κατά ένα περίεργο τρόπο το φιλμ του νεαρού Mickey Keating ενώ αντιγράφει, σε μία έξαρση gore παπαγαλίας και χωρίς αναστολές, ταινίες από τον Peckinpah έως τον Tarantino, εντούτοις τα δανειζόμενα στοιχεία τοποθετημένα σε ένα ενιαίο σύνολο δίνουν την αίσθηση μίας ταινίας, φτιαγμένη από πρωτογενή, πρωτότυπα υλικά. Δεν πρόκειται για ένα αριστουργηματικό φιλμ μεγατόνων αλλά για ένα σαφώς αξιοπρόσεκτο b-movie που πέρασε στα ψιλά στο Sundande, δια χειρός ενός δημιουργού που σίγουρα «το έχει».
Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, το Carnage Park ξεκινάει με μεγάλες προσδοκίες και κινηματογραφικά δεδομένα που αποκαλύπτουν ένα νεαρό δημιουργό σε εγρήγορση. Ωστόσο η συνέχεια δεν επιβεβαιώνει τις αρχικές υποσχέσεις προδίδοντας την αδυναμία του δημιουργού να στηρίξει πλήρως το θέμα του, με αρκετά εμβόλιμα κομμάτια αμηχανίας, όπως υποδηλώνουν τα παρατεταμένα σφήνα φυσικά πλάνα και η απόδοση μίας ημιτελούς εικόνας χαρακτήρων.
Το δημιούργημα του Keating είναι στο σύνολό του ένα αξιοπρεπές, χαμηλού προϋπολογισμού φιλμ, με έντονες στιγμές ταραντινικής έμπνευσης. Ένας συνδυασμός εικόνας και ήχου που θυμίζει γνώριμο γκροτέσκο σινεμά του πρόσφατου παρελθόντος, με τον σκηνοθέτη να επιδίδεται σε μία χαμηλότονη άσκηση ύφους, χωρίς ναρκισσισμό και ελιτίστικη διάθεση. Διατηρώντας την αγωνία στα θεμιτά κινηματογραφικά επίπεδα, με σεναριακές διαβαθμίσεις του ύψους και του βάθους, καταφέρνει να βάλει μία προσωπική σφραγίδα σε κάτι πολλάκις φορεμένο. Ανασυνδιάζει τον γνήσιο τρόμο και δίνει υποσχέσεις ότι το σινεμά του επιδέχεται βελτιώσεων. Όλα αυτά μέσα από μία εξτραβαγκάν αποτύπωση χαμηλού προϋπολογισμού και σεναριακής ανισομέρειας επάνω σε έναν γνώριμο τρόμο και μία ένταση βγαλμένη θαρρείς από τα 1970.
Βαθμολογία: