Η 40χρονη Τζούλια βιώνει μια πυρετώδη καθημερινή ρουτίνα σε μια μεγάλη και αγχωτική πόλη. Καθημερινά έχει να αντιμετωπίσει το νέο και εντελώς ανίκανο αφεντικό της, τον απένταρο και τζαμπατζή σύντροφό της μαζί με τον έφηβο γιο του και την αθεράπευτα ρομαντική καλύτερή της φίλη. Και μέσα σ’ όλα αυτά προσθέτουμε την αφόρητη ζυγαριά που δείχνει τα ίδια κιλά παρότι η ίδια βρίσκεται μονίμως σε δίαιτα! Στα πρόθυρα του νευρικού κλονισμού, η Τζούλια αποφασίζει να ζητήσει τη βοήθεια ενός ιδιαίτερου συμβούλου ζωής και προσπαθεί να βγάλει από μέσα της ό,τι τη βαραίνει. Μια πραγματική αποκάλυψη συντελείται, αμέσως μόλις αποχωρεί από το γραφείο του συμβούλου. Η ταπείνωση και ο θυμός που συγκρατούσε αρχίζουν να εκρήγνυνται με δύναμη και χωρίς κανέναν έλεγχο.

Σκηνοθεσία:

Guido Chiesa

Κύριοι Ρόλοι:

Valentina Lodovini … Giulia

Neri Marcore … Δρ Bianconi

Libero De Rienzo … Ottavio

Dino Abbrescia … Raf

Andrea Pisani … Valerio

Flora Canto … Vanessa

Andrea Pisani … Valerio

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Guido Chiesa

Παραγωγή: Maurizio Totti, Alessandro Usai

Μουσική: Francesco Cerasi

Φωτογραφία: Emanuele Pasquet

Μοντάζ: Alberto Masi

Σκηνικά: Paolo Sansoni

Κοστούμια: Cristina Audisio, Andrea Cavalletto

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Cambio Tutto!
  • Ελληνικός Τίτλος: Πες το Δυνατά!
  • Διεθνής Τίτλος: Say It Loud!

Σεναριακή Πηγή

  • Σενάριο: Sin Filtro των Nicolas Lopez, Diego Ayala.

Παραλειπόμενα

  • Ριμέικ μιας χιλιανής παραγωγής του 2018, με πρωταγωνίστρια τη Paz Bascunan. Για την ακρίβεια ήταν το 6ο στη συγκεκριμένη λίστα, αφού προηγήθηκαν ριμέικ από Μεξικό, Ισπανία, Αργεντινή, Παναμά και Μεξικό.
  • Στη χώρα του έπεσε θύμα του κορονοϊού, και βγήκε κατευθείαν για το ίντερνετ.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 3/8/2020

Το πρωτότυπο χιλιανό φιλμ του 2016 πάνω στο οποίο βασίζεται αυτό το ριμέικ έχει διασκευαστεί κι άλλες φορές, και η αλήθεια είναι πως η κεντρική του ιδέα έχει πρόσφορο έδαφος, τόσο σε κωμικό όσο και σε νοηματικό επίπεδο. Η προσέγγιση του Guido Chiesa ωστόσο είναι αυτή της φάρσας τηλεοπτικής κοπής με ιταλικό ταμπεραμέντο και με κάτι σαν φεμινιστικό επιμύθιο για το ξεκάρφωμα, δοσμένο όμως με μια εντελώς επιφανειακή, lifestyle τύπου χροιά.

Και μόνο η φύση αρκετών εκ των καθημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η πρωταγωνίστρια (φασαριόζος γείτονας, χαλασμένη σύνδεση στο διαδίκτυο, φιλενάδα που δεν ακούει στις συζητήσεις και ασχολείται με επιδερμικά θέματα) δίνουν τον τόνο μιας ακίνδυνης κωμωδίας, με ένα σύμπαν που μοιάζει να έχει βγει από προσομοίωση χαμηλής δυσκολίας. Και να φανταστεί κανείς πως πρόκειται για δουλειά με χώρα παραγωγής την Ιταλία, που κάποτε έπαιζε στα δάχτυλα την ισορροπία μεταξύ δύσκολων κοινωνικών θεμάτων και χιούμορ, που δεν φοβόταν να ρισκάρει και να ανακατέψει το γέλιο με τον σοβαρό προβληματισμό… Αρνητική εντύπωση προξενεί επίσης ο υφέρπων μισογυνισμός με τον οποίο αποδίδονται κάποιες εκ των ηρωίδων (φαινόμενο που δυστυχώς παρατηρείται εξαιρετικά συχνά ειδικά στη σύγχρονη ιταλική κωμωδία), δεδομένου και του υποτιθέμενου γυναικοκεντρικού μηνύματος που εξάγεται στο φινάλε. Ίσως όμως το να μιλάει κανείς για το αξιακό φορτίο ενός φιλμ που μπορεί άνετα να συνοψιστεί με τον χαρακτηρισμό «σαχλαμάρα», ενδέχεται να θεωρηθεί πολυτέλεια μπροστά στο πλήθος των δραματουργικών προβλημάτων που εμφανίζονται εδώ και τα οποία δίνουν ένα συγκεκριμένο στίγμα πολύ περισσότερο από την ατζέντα που υιοθετείται άμεσα, μέσω τοποθετήσεων, ή έμμεσα, μέσω λαθών, από τους συντελεστές.

Κι αν από όλα τα άλλα στοιχεία που ξεδιπλώνονται επί της οθόνης δεν έχει αντιληφθεί κάποιος με τι έχει να κάνει, έρχεται κι ένα σύμπαν δεύτερων χαρακτήρων βγαλμένο από τις πιο κλισέ συλλογές στερεοτύπων (ο τεμπέλης καλλιτέχνης, η χαζοχαρούμενη νεαρή influencer) για να βάλει το κερασάκι στην τούρτα. Η φύση του τελικού διδάγματος μάλλον αποδεικνύει πως οι προθέσεις είναι κατά βάση καλές, αλλά τα άφθονα φάουλ, μεταξύ των οποίων και το πώς το ίδιο το μήνυμα αποπειράται να μεταδοθεί στον θεατή, ακυρώνουν αυτή την εικόνα. Τώρα το κατά πόσον μπορεί να έχουν αντίκρισμα τα συγκεκριμένα νοήματα, ειδικά σε ένα ενήλικο κοινό με εμπειρίες, είναι μια άλλη ιστορία. Ας αναφερθεί απλά ότι κάτι τέτοιο είναι μάλλον δύσκολο λόγω της αφέλειας και της απλοϊκότητας που τα πλαισιώνουν. Τα περισσότερα από αυτά τα ψεγάδια θα συγχωρούνταν αν το φιλμ, όντας κωμωδία, ήταν πραγματικά αστείο, αλλά δυστυχώς ούτε αυτό συμβαίνει, με το χιούμορ να ταλαντεύεται μεταξύ μιας χλιαρότητας που ταιριάζει περισσότερο στα στάνταρ της μικρής οθόνης και μιας μεσογειακού χαρακτήρα χοντράδας. Τουλάχιστον το σύνολο διέπεται από μια αφηγηματική οικονομία που δεν το αφήνει να πλατειάσει, καθιστώντας τη θέαση πιο ξεκούραστη με το να μην ξεπεράσει η χρονική διάρκεια τη μιάμιση ώρα.

Υπάρχει όμως ένα δυνατό ατού, το οποίο αν βρισκόταν εντός του πλαισίου ενός καλύτερου σεναρίου και μιας πιο δημιουργικής σκηνοθετικής ματιάς πραγματικά θα απογειωνόταν, και αυτό δεν είναι άλλο από την πρωταγωνιστική ερμηνεία της Valentina Lodovini. Καταφέρνει να εκπέμψει σε μια διαφορετική συχνότητα χιούμορ από αυτήν που υπαγορεύεται από το κείμενο, και να ξεχωρίσει θετικά για αυτό τον λόγο, βγάζοντας προς τα έξω μια φινέτσα και μια ενέργεια που λείπουν απελπιστικά από τις υπόλοιπες παραμέτρους της ταινίας. Ταυτόχρονα πείθει κι όταν οι απαιτήσεις του ρόλου γέρνουν προς μια περισσότερο δραματική κατεύθυνση. Σε ένα σύνολο που όλα σχεδόν πάνε στραβά, η Lodovini είναι μια σανίδα σωτηρίας από το ολοκληρωτικό ναυάγιο.

Κατά τα άλλα, το όλο πακέτο ίσα που προσφέρεται για ένα απόγευμα θερινής ραστώνης χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις, κι αυτό όχι χωρίς αστερίσκους. Ακόμη και στο τερέν της ψυχαγωγίας δίχως χρήση αναλυτικής σκέψης ελέω χρονικής συγκυρίας, υπάρχουν πολύ καλύτερες και διασκεδαστικότερες προτάσεις εκεί έξω.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *