Ένα ζευγάρι ζει με την απάτη, προσποιούμενοι πως τραυματίζονται από αυτοκίνητα και εκβιάζοντας τους οδηγούς πως αν δεν πληρώσουν θα καλέσουν την αστυνομία. Η γυναίκα μένει έγκυος κι όταν το παιδί φτάνει 10 ετών, το βάζουν να συμμετέχει στις απάτες τους.
Σκηνοθεσία:
Nagisa Oshima
Κύριοι Ρόλοι:
Fumio Watanabe … Takeo Omura
Akiko Koyama … Takeko Taniguchi
Toshi Amatsu … Toshio Omura
Tsuyoshi Kinoshita … Peewee
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Tsutomu Tamura
Παραγωγή: Masayuki Nakajima, Takuji Yamaguchi
Μουσική: Hikaru Hayashi
Φωτογραφία: Seizo Sengen, Yasuhiro Yoshioka
Μοντάζ: Sueko Shiraishi, Keiichi Uraoka
Σκηνικά: Shigemasa Toda
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Shonen
- Ελληνικός Τίτλος: Το Αγόρι
- Διεθνής Τίτλος: Boy
Παραλειπόμενα
- Ο Nagisa Oshima βάσισε την πλοκή πάνω σε ένα άρθρο που διάβασε το 1966, και μέσα σε 10 ημέρες είχε μαζέψει την ομάδα του για να βάλει μπρος το φιλμ. Χρειάστηκε όμως να έρθει το 1968, ώστε να συμφωνήσει κάποιο στούντιο να το χρηματοδοτήσει.
- Για τον ρόλο του μικρού αγοριού έγινε έρευνα σε πολλά ορφανοτροφεία του Τόκιο. Ο ορφανός Tetsuo Abe που επιλέχτηκε έτυχε κι αυτός να έχει περάσει δύσκολες εμπειρίες, ενώ κατά τα γυρίσματα συνδέθηκε συναισθηματικά με το επιτελείο της ταινίας. Δεν έμελλε όμως να εμφανιστεί ποτέ ξανά στον κινηματογράφο.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 29/5/2023
Ο Nagisa Oshima (1932-2013) έγινε ευρύτερα γνωστός στη Δύση για τις παραστατικές ερωτικές σκηνές της «Αυτοκρατορίας των Αισθήσεων» (1976), μιας ιστορίας σεξουαλικής εμμονής που βασίζεται σε ένα αληθινό περιστατικό. Μαζί με τους Imamura και Shinoda συνέθεσαν μια τριάδα εξαιρετικών σκηνοθετών που επηρεάστηκαν βαθιά από το γαλλικό νέο κύμα, έδωσαν αγώνα ενάντια στο σύστημα των στούντιο στην Ιαπωνία και εναντιώθηκαν στον κλασικό, ουμανιστικό κινηματογράφο των Ozu, Mizoguchi και Kurosawa. Οι ταινίες αυτού του ιαπωνικού «νέου κύματος» εμβαθύνουν στις δομές της ιαπωνικής κοινωνίας -καθώς αυτές καταρρίπτονταν από τον σύγχρονο κόσμο- και είναι εντελώς διαφορετικές από τις σπουδαίες ιαπωνικές ταινίες της δεκαετίας του ‘50.
Για τον Oshima η περίοδος 1965-1972 ήταν πλούσια σε πειράματα και πολιτική στράτευση, που τον καθιστούν τον ισοδύναμο Ιάπωνα του Jean-Luc Godard των ’60s. Από την μπρεχτική θεατρικότητα του «Απαγχονισμού» (1968) στον οιονεί νεορεαλισμό του «Αγοριού» (1969) μέχρι την επιβλητική νωπογραφία της «Τελετής» (1971), το στυλ του Oshima εξελισσόταν συνεχώς. Τον βλέπουμε να εξερευνά παραδοσιακές φόρμες, να τις οικειοποιείται αλλά και να δημιουργεί νέες, να αναμειγνύει το κλασικό και το μοντέρνο με δεξιοτεχνία, ενώ παραμένει συνεχώς προσβάσιμος στο δυτικό κοινό. Παράλληλα παίζει με χρώματα και αποχρώσεις, σταθερές και κινούμενες εικόνες, τη μουσικότητα των φωνών που συνδέονται με τις υπέροχες παρτιτούρες του Hikaru Hayashi ή του Tōru Takemitsu.
Η ιστορία του «Αγοριού» λήφθηκε απευθείας από αποκόμματα εφημερίδων, και η ταινία απεικονίζει τέλεια την άποψη του Oshima ότι η κατώτερη τάξη της Ιαπωνίας άξιζε να μελετηθεί πιο βαθιά. H οικογένεια των πλανόδιων πρωταγωνιστών ανήκει στο λούμπεν προλεταριάτο. Ο μόνος τρόπος που μπορούν να σκεφτούν για να βγάλουν τα προς το ζην είναι ο παρασιτικός, χρησιμοποιώντας το αγόρι ως τροφοδότη: πρέπει να προσποιείται ότι τραυματίστηκε σε τροχαία ατυχήματα για να εκβιάσει τα «χρήματα του νοσοκομείου» από τους οδηγούς.
Ο πατέρας (Fumio Watanabe), ένας πρώην βετεράνος, ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να εργαστεί και, κατά συνέπεια, πρέπει να οργανώσει αυτές τις απάτες για να επιβιώσει. Αλλά η δεύτερη σύζυγός του (Akiko Koyama), έγκυος στο τρίτο παιδί τους, είναι αποφασισμένη να μην κάνει έκτρωση και ονειρεύεται να εξοικονομήσει αρκετά χρήματα για να αρχίσει να ζει μια φυσιολογική ζωή. Το «αγόρι» (Tetsuo Abe) και ο μικρός του αδερφός φαντάζονται ότι ζουν σε έναν κόσμο γεμάτο επικίνδυνους εξωγήινους, τους οποίους είναι αποφασισμένος να νικήσει, ενώ η υγεία και η αθωότητά του καταστρέφονται από τη σκληρότητα του πατέρα και την παθητικότητα της μητέρας του. Φοβούμενη μήπως ανακαλυφθεί, η οικογένεια συνεχίζει να μετακινείται, με τον πατέρα να ζει τελικά χωριστά, πιθανώς να έχει σχέσεις με άλλες γυναίκες, και να επιστρέφει μόνο για περαιτέρω απάτες και κακοποίηση της συζύγου του.
Πολλές φορές το αγόρι προσπαθεί να δραπετεύσει στη γενέθλια πόλη του, αλλά δεν έχει αρκετά χρήματα για να κάνει ολόκληρο το ταξίδι, και κάθε φορά επιστρέφει στη δυσλειτουργική οικογενειακή μονάδα. Αναπόφευκτα κάποια στιγμή, το αγόρι θα πιαστεί. Όμως, παρά τη σύγχυση και την εμφανή δυστυχία του, αρνείται να παραδεχτεί οτιδήποτε στην αστυνομία. Η αφοσίωσή του, ακόμη και σε αυτή την τοξική οικογένεια, είναι πλήρης. Για αυτόν, ο έξω κόσμος είναι μια ακόμη χειρότερη προοπτική. Και όταν η οικογένεια εντοπίζεται τελικά από την αστυνομία και καλείται γιατρός για τα τραύματα του νεαρού αγοριού, ο οποίος αναφέρει ότι μπορεί να χρειαστεί να ακρωτηριάσει το παιδί, το αγόρι φωνάζει μοιρολατρικά «Εμπρός, κόψτε τα!».
Το πορτρέτο της Ιαπωνίας που ζωγραφίζει ο Oshima είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που θα περίμεναν οι δυτικοί. Η κύρια ώθησή του είναι ότι σε μια τέτοια κοινωνία που κινείται με ορμή προς το οικονομικό θαύμα, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θα μένουν πάντα πίσω. Υπό αυτές τις συνθήκες, ίσως δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η οικογένεια φαίνεται να αγνοεί ότι κάνει λάθος. Απλώς προσπαθεί να επιβιώσει.
Η φόρμα της ταινίας που επέλεξε ο Oshima είναι κλασική και γραμμική, με ελάχιστα πειραματικά παιχνίδια στην αφήγηση και το κάδρο, όπως κάποια απότομα περάσματα από το έγχρωμο στο ασπρόμαυρο. Παράλληλα το φιλμ επανασυνδέεται με θέματα που διατρέχουν ολόκληρη την ιστορία του ιαπωνικού σινεμά: αυτά της οικογένειας και της συγκρουσιακής σχέσης με τον πατέρα. Η βία εδώ είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι στον Ozu, καθώς ο Oshima αντιμετωπίζει το θέμα του κατά μέτωπο σε μια νατουραλιστική αντιμετώπιση της απόλυτης απαισιοδοξίας.
Αρκετές από τις ταινίες του Oshima είναι επηρεασμένες είτε από τον Godard είτε από τον Bunuel, καθώς και από μια βαθιά καχυποψία για τις ιαπωνικές παραδόσεις. Αλλά το «Αγόρι», αν είναι να συγκριθεί με οποιοδήποτε ευρωπαϊκό έργο, μοιάζει περισσότερο με ταινία του Truffaut, με τη σχετικά απλή αφήγησή και την εκφραστική θέρμη, κάτι σπάνιο στη φιλμογραφία του Oshima. Άλλωστε τα τελικά δάκρυα του αγοριού και η κόκκινη μπότα στο χιόνι παραμένουν για πάντα στη μνήμη του θεατή…
Βαθμολογία: