
Σε ένα ψαροχώρι της Μπαΐα στη Βραζιλία κατοικούν απόγονοι σκλάβων από την Αφρική, και η λατρεία του μυστικισμού καλά κρατεί. Ο ερχομός του Φιρμίνο, που έφυγε πριν χρόνια στο Σαλβαδόρ δραπετεύοντας από τη φτώχεια, πολώνει τις εντάσεις. Ο Φιρμίνο αρνείται τη φαταλιστική αντιμετώπιση των συντοπιτών του, και τους προτρέπει να εξεγερθούν ενάντια στον ιδιοκτήτη των διχτυών που χρησιμοποιούν για το ψάρεμα.
Σκηνοθεσία:
Glauber Rocha
Κύριοι Ρόλοι:
Antonio Pitanga … Firmino
Luiza Maranhao … Cota
Lucy de Carvalho … Naina
Aldo Teixeira … Arua
Lidio Silva … το αφεντικό
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Glauber Rocha, Luiz Paulino Dos Santos, Jose Teles
Παραγωγή: Braga Netto, David Singer
Μουσική: Washington Bruno
Φωτογραφία: Tony Rabatoni
Μοντάζ: Nelson Pereira dos Santos
Σκηνικά: Elio Moreno Lima
Κοστούμια: Lucia Rocha
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Barravento
- Ελληνικός Τίτλος: Μπαραβέντο
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: The Turning Wind
Παραλειπόμενα
- Με το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του, ο Glauber Rocha δημιουργεί μία από τις πλέον σημαντικές ταινίες του Cinema Novo (μια μίξη νεορεαλισμού και νουβέλ βαγκ με κάμερα στο χέρι), και παράλληλα η πρώτη σημαντική (λογίζεται ως η τέταρτη της πρώτης φάσης).
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 6/8/2022
Μπαραβέντο στα πορτογαλικά σημαίνει «αλλαγή ανέμου», κι αυτό ακριβώς προσφέρει στην τέχνη της χώρας του ο Glauber Rocha με την πρώτη ταινία που διέδωσε τη μήνυμα του Cinema Novo. Ήταν μια περίοδος που η μία εθνική κινηματογραφία μετά την άλλη πετούσε από πάνω της τον μανδύα των κατεστημένων πεποιθήσεων επί της τέχνης, με τους δημιουργούς να κοιτάζουν κατευθείαν με ειλικρίνεια προς τα κάτω, αντί της υπεροπτικής εικόνας του «λαϊκού ρεαλισμού» που έφερε περισσότερο σε «σειρά συμπτώσεων» παρά με ρεαλισμό.
Η απόλυτη φτώχια που βίωνε ο μέσος Βραζιλιάνος εκείνη την εποχή (κάτι δυστυχώς που ακόμα δεν είχε διορθωθεί αληθινά) άφησε τη Νουβέλ Βαγκ να επηρεάσει τη δουλειά του Rocha μονάχα ως πρωτοπορία, με τον νεορεαλισμό να ήταν κι αυτός που ταίριαζε περισσότερο στην ψυχοσύνθεση των καταστάσεων. Οι εικόνες φέρουν τόσο σε αυτές του Η Γη Τρέμει, όσο όμως και στο σινεμά του Flannery πριν κι από αυτό. Αποτέλεσμα αυτού, είναι να έχουμε μια ντοκιμαντεριστικά πλήρη εικόνα της γραφικής Μπαΐα, και τον ήχο των κατοίκων της να απηχεί πεντακάθαρα στα μάτια και τα αυτιά μας τους καημούς της και τη λούμπεν ύπαρξη της.
Ο Rocha όμως δεν είναι ακόμα τόσο έτοιμος για μεγάλο σινεμά όσο θα είναι στο μέλλον, μην έχοντας την εμπειρία του δεσίματος της αλήθειας με τη μυθοπλασία. Μπορεί το παραμύθι που μας αφηγείται να συνδέεται άμεσα με την πραγματικότητα του χωροχρόνου που βλέπουμε, αλλά η απομάκρυνση από το ντοκιουντράμα όταν δεν το αποποιείσαι ολότελα ελλοχεύει κινδύνους. Σε αυτούς πρωτοστατεί η παρείσφρηση στιγμιότυπων που μοιάζουν με εξαγωγή φολκλόρ εικόνων και ήχων, που ειδικά σε μια τόσο μικρή διάρκεια μειώνουν τη δυναμική του μύθου. Κι αυτό επειδή υπάρχει στα χέρια του δημιουργού κάτι που υπερβολικά θα αποκαλούσαμε ως «ακατάλληλος για ανηλίκους, προλεταριακός ντίσνεϊ», που όμως θα μπορούσε να κάνει θαύματα αν δεν παρέκκλινε στην ανάγκη του Rocha να κάνει μια γενική παρουσίαση της Μπαΐα προς όσους δεν τη γνώριζαν καθόλου.
Πέρα από αυτά, ακόμα και το άτεχνο μοντάζ βοηθάει σε μια οπτική πανδαισία που ταξιδεύει ακόμα και στις αυγές της έβδομης τέχνης, όταν και η εικόνα έπρεπε να είναι τόσο δυνατή που θα υπερκάλυπτε την έλλειψη ήχου και χρώματος. Μια εικονική παραλία που όμως σκιάζεται με τέτοιον τρόπο, που θαρρείς πως κάποιο κακόβουλο πνεύμα τής στερεί τη λάμψη σε κάθε γωνία της. Αυτή όμως ήταν η οπτική της ψυχής των κατοίκων της, σε αντιδιαστολή με αυτή των σημερινών λουόμενων που την κατακλύζουν…
Βαθμολογία: