Η ζωή της Μίνα ανατρέπεται όταν μαθαίνει ότι ο σύζυγός της, ο Μπαμπάκ, αποδείχτηκε αθώος για το έγκλημα για το οποίο εκτελέστηκε. Οι αρχές απολογούνται για το λάθος τους και προσφέρουν αποζημίωση, αλλά τότε η Μίνα ξεκινά μια βουβή μάχη κόντρα σ’ ένα κυνικό σύστημα για το καλό της ίδιας και της κόρης της. Όταν ξεμένει από χρήματα, ένας άγνωστος με το όνομα Ρεζά χτυπάει την πόρτα της, λέγοντας ότι έχει έρθει για να ξεπληρώσει το χρέος του στον Μπαμπάκ. Η Μίνα στην αρχή είναι επιφυλακτική, αλλά αφήνει όλο και περισσότερο τον Ρεζά στη ζωή της, αγνοώντας το μυστικό που τους συνδέει.
Σκηνοθεσία:
Maryam Moghadam
Behtash Sanaeeha
Κύριοι Ρόλοι:
Maryam Moghadam … Mina
Alireza Sani Far … Reza
Pouria Rahimi Sam … ο αδελφός του Babak
Avin Poor Raoufi … Bita
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mehrdad Kouroshniya, Maryam Moghadam, Behtash Sanaeeha
Παραγωγή: Etienne de Ricaud, Gholamreza Moosavi
Φωτογραφία: Amin Jafari
Μοντάζ: Ata Mehrad, Behtash Sanaeeha
Σκηνικά: Atoosa Ghalamfarsaie
Κοστούμια: Atoosa Ghalamfarsaie
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ghasideyeh Gave Sefid
- Ελληνικός Τίτλος: Η Μπαλάντα της Λευκής Αγελάδας
- Διεθνής Τίτλος: Ballad of a White Cow
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη ταινία μυθοπλασίας για τη Maryam Moghadam (γνωστότερη ως ηθοποιός), αλλά δεύτερη για τον Behtash Sanaeeha. Οι δυο τους είχαν πρώτα συνεργαστεί δημιουργικά για ένα ντοκιμαντέρ.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 24/2/2022
Ακόμη ένα φιλμ που έρχεται για να επιβεβαιώσει το μεγάλο διεθνές εκτόπισμα της ιρανικής κινηματογραφίας, και για να συστήσει στο ευρύτερο κοινό ένα όνομα που ξεκινάει αν μη τι άλλο πολύ ελπιδοφόρα τη διαδρομή ενός auteur. Ο λόγος για την πρωταγωνίστρια Maryam Moghadam, η οποία εδώ έχει επίσης τους ρόλους της συν-σκηνοθέτιδος και συν-σεναριογράφου, καθιστώντας έτσι τη δημιουργία της ένα προσωπικό στοίχημα για την ίδια, και το οποίο φέρνει εις πέρας με ολοκληρωμένη κοινωνικά και καλλιτεχνικά ματιά. Υπηρετεί ένα σινεμά με ξεκάθαρα φεμινιστική οπτική, η οποία επεκτείνεται και πέραν της ενδελεχούς ψυχολογικής ανάλυσης της ηρωίδας της, και υπογραμμίζει παράλληλα και τον ρόλο περιφερειακών γυναικείων χαρακτήρων, καθένας εκ των οποίων υφίσταται μικρότερη ή μεγαλύτερη καταπίεση από το εξωτερικό, ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Η οποία καταπίεση αποτυπώνεται και στο ύφος της ταινίας, με τα συναισθηματικά ξεσπάσματα να είναι και αυτά «πνιχτά», σαν να μην πρέπει να εκφραστούν δυνατά και ξεκάθαρα, σε αντίθεση με την πιο εξωστρεφή σχολή Farhadi.
Η ρίζα του σεναρίου βέβαια είναι το θέμα της θανατικής ποινής. Κι αυτό προσεγγίζεται πολυδιάστατα, από πολιτική, ηθική, φιλοσοφική, ψυχολογική αλλά και θεολογική σκοπιά. Το κείμενο είναι άκρως καυστικό και «ξεγυμνώνει» από όλες τις πλευρές το σαθρό ιδεολογικό οικοδόμημα της ύπαρξης του συγκεκριμένου θεσμού, και περιγράφει αναλυτικά την αποκτήνωση που αυτός επιφέρει στον πολίτη ως κοινωνικό ον και, φυσικά, ως άνθρωπο. Και όσο πιο πολύ ξετυλίγεται το συγκεκριμένο κουβάρι του παραλογισμού, τόσο πιο πολύ φανερώνεται ένας πολύπλοκος μηχανισμός που διαιωνίζει τη βία ως βίωμα και ως νοοτροπία στα άτομα που τον απαρτίζουν, είτε αυτά βρίσκονται στην πλευρά του εξουσιαστή (ή μήπως αυτή η ιδιότητα είναι απατηλή;) είτε του εξουσιαζόμενου.
Σε αντίθεση με άλλους ενεργούς συμπατριώτες τους με θητεία στην έβδομη τέχνη που εντάσσουν στα πονήματά τους κι ένα «παραθυράκι» ελπίδας (έρχονται στο μυαλό ο Vahid Jalilvand της «Περίπτωσης Συνείδησης» και η δεύτερη ιστορία του «Δεν Υπάρχει Κακό»), η Moghadam και ο συνεργάτης της, Behtash Sanaeeha, βλέπουν με έντονη απαισιοδοξία την παρούσα κατάσταση και το μέλλον της χώρας τους. Η κοινωνία που αποτυπώνουν στον φακό είναι αμείλικτη και τυφλωμένη, δομημένη με τρόπο τέτοιο που να διαβρώνει τελικά ακόμη και άτομα που δεν έχουν εκμαυλιστεί εντελώς σε επίπεδο προσωπικών αξιών, στην οποία μέχρι και η όποια χειρονομία καλοσύνης είναι τελικά «δώρον άδωρον» μπροστά στο τεράστιο συστημικό πρόβλημα που υπάρχει. Το τελικό πλάνο (αν η σκηνή που προηγείται είναι αυτό που φαίνεται να είναι) ναι μεν αφήνει την επίγευση του «συνεχίζεται» για τα πρόσωπα που αφορά, είναι όμως τόσο ισοπεδωτικό το βάρος των γεγονότων που οδήγησαν σε αυτό το σημείο, ώστε η τελική αίσθηση, σοφά, είναι αυτή μιας έκκλησης για βοήθεια, όχι ενός εφησυχασμού.
Αν έπρεπε να επισημανθεί ένα κάπως σοβαρό φάουλ, ίσως αυτό να βρίσκεται στην επιλογή του δημιουργικού ντουέτου να αποκαλύψει σε ένα κρίσιμο σημείο για την ιστορία του τον πραγματικό ρόλο του μυστηριώδους Reza. Η συγκεκριμένη απόφαση «σπάει» το συνεχές της οπτικής γωνίας της πρωταγωνίστριας, που υιοθετείται κατά τα άλλα στο υπόλοιπο σύνολο του φιλμ, μιας κι αναγκαστικά απομακρύνεται από αυτήν όταν εκτίθενται οι σχετικές πληροφορίες, στερώντας ταυτόχρονα το σοκ μιας έκπληξης που θα υπήρχε από την πλευρά του κοινού αν αυτό το «χαρτί» έμενε κρυφό μέχρι λίγο πριν το τέλος. Δεν πρόκειται για εγκληματικό σφάλμα, πλήττει όμως σε έναν βαθμό την ενότητα της γυναικοκεντρικής γραμμής από μεριάς σκηνοθεσίας και σεναρίου. Θα μπορούσε βέβαια ως προς το δεύτερο σκέλος κανείς να ισχυριστεί πως θυσιάζεται ο αιφνιδιασμός της ανατροπής για το σασπένς της αναμονής, που είναι κι αυτή μια δραματουργική στρατηγική ασφαλώς…
Ερμηνευτικά, η Moghadam καταφέρνει να πιάσει με εντυπωσιακή ακρίβεια τις πολλαπλές, και συχνά αντικρουόμενες, συναισθηματικές διακυμάνσεις της ηρωίδας της. Από την απόγνωση στη μαχητικότητα και από τη σχετική αισιοδοξία στην οργή, συνθέτει βήμα-βήμα και με πολύ λεπτές και προσεκτικές πινελιές έναν χαρακτήρα που δεν γίνεται να μην εμπνεύσει τον σεβασμό, που εκπέμπει αξιοπρέπεια ακόμη και στις πλέον οριακές του στιγμές. Εξαιρετική όμως είναι και η υποστήριξη που παρέχεται τόσο από την υπόκωφη θλίψη του Alireza Sani Far όσο και από τη μικρή Avin Poor Raoufi.
Εν γένει, η «Μπαλάντα της Λευκής Αγελάδας» είναι μια δυνατή εμπειρία, που αρθρώνει πολιτικό λόγο θαρραλέο και που συγκινεί δίχως να εκβιάζει με τεχνάσματα. Είναι σκεπτόμενο σινεμά, που βάζει τον θεατή να στοχαστεί γύρω από τον εαυτό του, ακόμη και αν εκείνος θεωρητικά βρίσκεται γεωγραφικά και πολιτισμικά μακριά από το σημερινό Ιράν που ξεδιπλώνεται επί της οθόνης.
Βαθμολογία: